Το γεγονός ότι ο κυριολεκτικός και μεταφορικός Μεσαίωνας της ανθρωπότητας έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, το οφείλουμε εν μέρει στη νομιμοποίηση της βλασφημίας και στη σύνδεσή της με την ελευθερία του λόγου. Η χλεύη των θρησκειών, που τόσο έχει πολεμηθεί από τον μουσουλμανικό κόσμο σε σημείο να προκαλέσει πολυάριθμους θανάτους αμάχων, είναι ίσως εκείνη που στην τελική προστατεύει τις εν λόγο θρησκείες. Πάμε να δούμε γιατί.
Πριν τον Διαφωτισμό, τη Γαλλική επανάσταση κι όλα αυτά τα όμορφα που έβαλαν την ανθρωπότητα στο μονοπάτι της προόδου και της Δημοκρατίας, η καθολική εκκλησία υπήρξε για χρόνια ο μεγαλύτερος και σκληρότερος δυνάστης, πιστών και μη. Ο καθολικισμός έχοντας χτίσει το μοραλιστικό του οικοδόμημα πάνω σε θεμέλια ακραίου ρατσισμού, αναλγησίας, μισαλλοδοξίας και μισογυνισμού, σκότωσε μέσα σε λίγους αιώνες ίσως και περισσότερους ανθρώπους από τη βουβωνική πανώλη.
Όταν ο δυτικός κόσμος άρχισε να περιβάλλεται από ιδέες που βασίζονται στην αντικειμενικότητα και στη λογική των θετικών επιστημών, παρά στις εικασίες και στον φόβο, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Γαλλία του 19ου αιώνα ο όρος «λαϊκό κράτος». Σε απλά ελληνικά, λαϊκό είναι το κράτος που απαγορεύει στη θρησκεία να εκβιάζει την πίστη των ανθρώπων, προβάλλοντας το δόγμα της ως τη μοναδική και πάγια αλήθεια, καθώς και το κράτος εκείνο που αποδέχεται την ανεξιθρησκεία και εγγυάται προστασία στους ανθρώπους που κινδυνεύουν να εκδιωχθούν για τις ιδέες τους.
Είναι περιττό να πούμε πως φυσικά η καθολική εκκλησία δε συμβιβάστηκε με τα νέα αυτά δεδομένα από τη μια μέρα στην άλλη· πολέμησε – και πολεμάει – την κριτική σκέψη και την ελευθερία των ιδεών, χρησιμοποιώντας το επιχείρημα της μεταθανάτιας τιμωρίας ως αντίβαρο της επιστήμης. Μάλιστα, το 1880 το γαλλικό κράτος αναγκάστηκε να εξορίσει τους εκπρόσωπους της καθολικής εκκλησίας που αρνούνταν να συμβιβάσουν τις ιδέες τους μ’ εκείνες του νεόδμητου δημοκρατικού κράτους.
Στην ομαλοποίηση της κατάστασης, ωφέλησε σε μεγάλο βαθμό η σάτιρα και η χλεύη απέναντι στις ανελεύθερες ιδέες του καθολικισμού, που εκφραζόταν και τότε, όπως και τώρα, και μέσω της τέχνης. Οι τότε καλλιτέχνες ρίσκαραν τη ζωή τους για να παρουσιάσουν την οπτική αυτή γωνία στο ευρύτερο κοινό, με δημιουργήματα που ξεπερνούσαν κατά πολύ σε κυνικότητα τα σκίτσα του Μωάμεθ του Charlie Hebdo, όπως η απεικόνιση για παράδειγμα του εσταυρωμένου Χριστού με πρόσωπο δαίμονα, ή της Μαντόνας, που παρουσιαζόταν σε μια γελοιογραφία χαρούμενη που έκανε έκτρωση.
Κι όμως, στο τέλος τα κατάφεραν· η εκκλησία αποδέχτηκε κάποια στιγμή ότι σαν θεσμός νικήθηκε, και πως δε θα υπάρξει ποτέ ξανά προτεραιότητα όσο η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης αποτελούν συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα.
Την ανεξιθρησκεία οφείλουμε στη σάτιρα!
Αν οι έτερες θρησκείες του καθολικισμού μπορούν αυτή τη στιγμή να εκφράζονται σε ευρωπαϊκά εδάφη χωρίς οι πιστοί τους να καταδιώκονται, το οφείλουμε ακριβώς στις ριζοσπαστικές αυτές ιδέες. Η χλεύη είναι ένα πολύ σημαντικό όπλο του δημοκρατικού πολιτεύματος και δεν αποτελεί έννοια αντώνυμη του σεβασμού· σεβασμός στις ιδέες δε σημαίνει αποσιώπηση κάθε κριτικής, διαμαρτυρίας και σύγκρουσης με αυτές, αλλά έλλειψη νομικής διώξεως ενάντια στους φορείς των ιδεών.
Όπως πολύ σωστά γράφει κι ο Έλληνας καθηγητής Michael Sakellariou στην προσωπική του σελίδα στο Facebook και με αφορμή το θάνατο του καθηγητή Σαμιέλ Πατί «δικαιώματα έχουν οι άνθρωποι, όχι οι ιδέες». Και η θρησκεία, θέλοντας και μη, είναι ακριβώς αυτό· μια ιδέα, η οποία όχι απλά επιτρέπεται αλλά ΠΡΕΠΕΙ να υποβάλλεται σε συνεχή κριτική. Οφείλει να ζυμώνεται με άλλες ιδέες και να είναι ανοιχτή στην νεοτερικότητα. Διαφορετικά, αν ισχυριστούμε πως η θρησκεία δεν μπορεί να συνυπάρχει με τη σάτιρα, είναι σαν να λέμε ότι δεν μπορεί να συνυπάρξει με τη Δημοκρατία. End of story.
Εξαιρέσεις λοιπόν σ’ αυτόν τον κανόνα δε γίνεται να υπάρχουν. Το Ισλάμ υπόκειται σε χλεύη ακριβώς επειδή μπαίνει στο ίδιο στόχαστρο κριτικής με τις υπόλοιπες θρησκείες και αντιμετωπίζεται ως ίσο.
Αυτό δεν είναι hate speech, ούτε Ισλαμοφοβία, ούτε ρατσισμός. Ισλαμοφοβία είναι να υποθέτεις πως όλοι οι μουσουλμάνοι άντρες είναι μισογύνηδες. Ισλαμοφοβία είναι να μην επιτρέπεις στις γυναίκες να φοράν τα θρησκευτικά τους σύμβολα, όπως το χιτζαμπ, σε δημόσιο χώρο. Ισλαμοφοβία είναι να έχεις την ψευδαίσθηση πως ο χριστιανισμός έχει ξεφύγει παντελώς από τη μεσαιωνική του κληρονομιά και ότι οι πιστοί του δεν πέφτουν θύματα των ίδιων προκαταλήψεων επιβεβαίωσης που βασανίζουν και τις μουσουλμανικές κοινωνίες.
Η σάτιρα και η χλεύη, η κριτική, ο σκεπτικισμός, δεν είναι ισλαμοφοβικά και μισαλλόδοξα. Αντιθέτως είναι ότι καλύτερο έχουμε στα χέρια μας προκειμένου να εγγυηθούμε τη θρησκευτική και πολιτική ελευθερία όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως χι παραγόντων.
Ντορίνα Παπαγεωργίου