

Η άνοιξη, το δράμα, ο θρίαμβος του φαρισαϊσμού, η φλόγα της ανάστασης που κρατά μια μέρα και προσδοκάς, ή προσεύχεσαι, να κρατήσει μια ζωή, όπως κάνεις με την Άνοιξη. Ποιος δε θα ήθελε μια παντοτινή άνοιξη με αστείρευτα αρώματα, με νιότη που μπουμπουκιάζει και ανθίζει, αφήνεται στη μέθη, ξεσπά και δεν εμποδίζεται καθώς ζει την ίδια της τη φύση; Ποιος δε λαχταρά μια εποχή που νικά τις ρυτίδες και το χρόνο και πάνω από όλα, γεννά ελπίδες για το μεγάλο θαύμα!
Και ο καιρός περνά και οι γιορτές φεύγουν και οι φαρισαίοι επανέρχονται, άλλοτε χωρίς τα μοσχομυριστά γλυκά στα χέρια, και άλλοτε με ακόμη πιο μοσχομυριστά γλυκά, καθώς ο φαρισαϊσμός έχει τα πάντα στο οπλοστάσιό του. Ακολουθεί μια πορεία αναγνωρίσιμη, σιχαμερή για τους ασυμβίβαστους, συνηθισμένη για τους σιωπηλούς, ανεκτή ή και αποδεκτή για τους ρεαλιστές, επιθυμητή για τους αμοραλιστές.
Αλλιώτικο το Πάσχα φέτος: αρρώστια, αρρωστημένη σκέψη, αρρωστημένη συμπεριφορά, μικρόψυχη πολιτική∙ γέμισε ο κόσμος γυμνούς βασιλιάδες, ξεδιάντροπους κόλακες, στυλοβάτες του συστήματος, άβουλους πολίτες, που λειτουργούν πότε με σιωπή ανοχής και πότε με σιωπής άρνησης της πραγματικότητας. Έχασε ο κόσμος μας και η ίδια η γλώσσα μας το ανάστημα του Γλέζου και του Κοροβέση, της Ζέη, της Δημουλά, όλα έγιναν μέσα με επτά βδομάδες. Η Ευρώπη παλινδρομεί ανάμεσα στην ανοσία του σήμερα και την ευαισθησία της Αναγέννησης. Οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στην αγέλη και την κοινότητα. Βδομάδα των παθών και κάθε μέρα σταυρώνονται όλο και πιο πολλοί από την αρρώστια, δίνουν τη μάχη δίχως όπλα, γιατροί που δίχως φάρμακα παλεύουν αντιμέτωποι με το σταυρό δίνουν μια ακόμη μάχη…
Αλλιώτικο το Πάσχα φέτος και διαβάζω στο «έγκλημα και τιμωρία»: «… όλος ο κόσμος ήταν καταδικασμένος να καταστραφεί από μια μάστιγα ανήκουστη και δίχως προηγούμενο που ήρθε απ’ τα βάθη της Ασίας κι έπεσε πάνω στην Ευρώπη. Θα πέθαιναν όλοι, εκτός από μερικούς εκλεκτούς. Είχαν παρουσιαστεί κάτι καινούρια παράσιτα, κάτι μικροοργανισμοί, που φώλιαζαν στο κορμί των ανθρώπων… Στις πόλεις χτυπούσαν τις καμπάνες όλη την ημέρα, καλούσαν το λαό, αλλά κανείς δεν ήξερε ποιος τους καλεί και για ποιο λόγο. Είχαν παρατήσει τα πιο συνηθισμένα επαγγέλματα, γιατί ο καθένας είχε τις δικές του ιδέες, δικά του μεταρρυθμιστικά προγράμματα, και δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν. Τη γεωργία την παράτησαν. Που και που μαζεύονταν μερικοί, συμφωνούσαν να κάνουν κάτι μαζί, ορκίζονταν να μη χωριστούν πια, αλλά αμέσως καταπιάνονταν με κάτι ολότελα διαφορετικό, άρχιζαν να αλληλοκατηγορούνται, να χτυπιούνται, να σκοτώνονται»[1].Αυτά γράφτηκαν το 1866.
Αλλιώτικο το Πάσχα φέτος: μοναχική η γιορτή της Άνοιξης, δίχως το δημόσιο πένθος του επιταφίου, δίχως τη δημόσια έκφραση του σεβασμού προς τη θυσία, με μια Ευρώπη γεμάτη τιμωρούς που πατά τις αντοχές των σιωπηλών, των αδύναμων, αυτών που παλεύουν να μην αφανιστούν στην αγέλη με όπλο τη σιωπή. Μοναδική ευχή μου: τούτη η σταύρωση να μη μείνει δίχως ανάσταση!
Δήμητρα Νούση
Νομικός – Συγγραφέας
Μένουμε Speedy
#menoumespeedy
[1]Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Έγκλημα και Τιμωρία, τόμος Β’ Μετάφραση Σωτήρης Πατατζής, ειδική έκδοση για την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Αθήνα 2006.