H μεγάλη προσφορά των Κουβανών γιατρών στην αντιμετώπιση της πανδημίας διεθνώς γίνεται ολοένα και πιο γνωστή, λιγότερο προβεβλημένη στο εξωτερικό είναι ωστόσο η πολιτική της κουβανικής κυβέρνησης στο εσωτερικό της χώρας για τη διαχείριση της πανδημίας που έφτασε στο νησί πριν περίπου ένα μήνα.

Στο ζήτημα αναφέρονται με άρθρο τους οι καθηγητές του University College London, τμήματος του πανεπιστημίου του Λονδίνου, Έμιλι Μόρις και Ίλαν Κέλμαν, γράφοντας πως “Μια από τις χώρες που κινήθηκαν γρήγορα στη διαχείριση της αναδυόμενης απειλής ήταν η Κούβα”. Αναφερόμενοι στα στοιχεία που καθιστούν αποτελεσματική την αντιμετώπιση του κορονοϊού, οι δυο συντάκτες τονίζουν πως “Η Κούβα έχει διάφορα πλεονεκτήματα σε σχέση με πολλά κράτη, ανάμεσά τους τη δωρεάν υγεία, την υψηλότερη κατά κεφαλή αναλογία γιατρών στον πληθυσμό, και θετικούς δείκτες υγείας, όπως υψηλό προσδόκιμο ζωής και χαμηλή παιδική θνησιμότητα. Πολλοί από τους γιατρούς της είναι εθελοντές σε όλο τον κόσμο, ενισχύοντας και στηρίζοντας τα υγειονομικά συστήματα άλλων χωρών, κερδίζοντας παράλληλα εμπειρία σε επείγουσες καταστάσεις. Ένας μορφωμένος πληθυσμός και μια προηγμένη βιομηχανία ιατρικής έρευνας, ανάμεσά τους τρία εργαστήρια εξοπλισμένα και επανδρωμένα για να διεξάγουν τεστ για τον ιό, είναι επιπλέον δυνατά σημεία”.

Οι καθηγητές υπογραμμίζουν επίσης τη σημασία της “κεντρικά σχεδιασμένης, κρατικά ελεγχόμενης οικονομίας”, στη γρήγορη κινητοποίηση  πόρων, υπενθυμίζοντας την επιτυχία με την οποία στο παρελθόν η χώρα έχει χειριστεί κρίσεις, όπως με τις πολύ χαμηλές απώλειες από τυφώνες.

Το άρθρο αναφέρεται και στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, σε επίπεδο υποδομών και κατοικιών, που δυσκολεύουν την κοινωνική αποστασιοποίηση, προσθέτοντας ότι η ένταση των αμερικανικών κυρώσεων έχουν περιορίσει τα έσοδα από τον τουρισμό και άλλες υπηρεσίες, παρεμποδίζουν ξένες επενδύσεις, δημιουργούν προβλήματα στο εμπόριο και ως εκ τούτου στην εισαγωγή ιατρικού εξοπλισμού και δυσκολεύουν την πρόσφαση σε διεθνή χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης

Παρόλα, αυτά οι δυο ακαδημαϊκοί χαρακτηρίζουν την Κούβα “ενδιαφέρουσα περίπτωση μελέτης για την ανταπόκριση στην τωρινή πανδημία”, κάνοντας λόγο για “ταχεία” αντίδραση. Σημειώνουν ότι ήδη από το Γενάρη του 2020, πριν καν εξαπλωθεί παγκόσμια ο ιός, η κυβέρνηση είχε σχεδιάσει πλάνο πρόληψης και ελέγχου, με την εκπαίδευση του ιατρικού προσωπικού, την προετοιμασία χώρων καραντίνας και την ενημέρωση του κοινού, ανάμεσά τους τους εργαζόμενους στον τουρισμό για τα κρούσματα και τις προφυλάξεις. όταν σημειώθηκαν τα πρώτα κρούσματα μεταξύ Ιταλών τουριστών στις 11 Μάρτη, ξεκίνησε μια εκστρατεία ιχνηλάτησης και απομόνωσης των επαφών, ενώ φοιτητές ιατρικής στάλθηκαν για έρευνες πόρτα – πόρτα ώστε να καταγραφούν ύποπτα συμπτώματα, να εντοπιστούν οι ευάλωτοι πληθυσμοί και να ξεκινήσει το πρόγραμμα των τεστ για τον ιό.

Λίγες μέρες αργότερα, στις 20 Μαρτίου, όταν είχαν επιβεβαιωθεί μόλις 21 κρούσματα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε το κλείσιμο των συνόρων, την απαγόρευση κυκλοφορίας στις ευπαθείς ομάδες, την καθιέρωση της τηλεεργασίας, την αναδιάταξη του εργατικού δυναμικού σύμφωνα με τις ανάγκες, την προστασία της απασχόλησης και μέτρα κοινωνικής στήριξης. Στα μέσα μαζικής μεταφοράς, όταν διαπιστώθηκε ότι δεν αρκούν οι αποστάσεις και η χρήση μασκών, επιτάχθηκαν δημόσια και ιδιωτικά οχήματα και οδηγοί για τη μεταφορά ασθενών και εργαζόμενων σε κρίσιμους τομείς. Επιπλέον, αναδιοργανώθηκε το σύστημα διανομής αγαθών και προωθήθηκαν οι αγορές ονλάιν. Όπου χρειάζεται, επιβάλλονται κυρώσεις σε όσους δε σέβονται τα μέτρα κοινωνικής απόστασης.

Στα διαγράμματα που συνοδεύουν το άρθρο, η Κούβα, με 766 κρούσματα (814 την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές), βρίσκεται ανάλογα με τον πληθυσμό της κάπου στο μέσο της συχνότητας κρουσμάτων στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική.

Σημειώνεται ότι τα δεδομένα δεν είναι εξίσου αξιόπιστα σε όλες τις χώρες, αφού κάποιες κυβερνήσεις υποκαταγράφουν συστηματικά τη νόσο. Η Κούβα ωστόσο χρησιμοποιεί τα τεστ σύμφωνα με τα πρωτόκολλα του ΠΟΥ. Οι Μόρις και Κέλμαν, συγκρίνοντας την Κούβα με κοντινούς γεωγραφικά και πληθυσμιακά γείτονες, διαπιστώνει ότι η περίπτωση της Δομινικανής Δημοκρατίας δείχνει τι γίνεται με την ασθένεια χωρίς αποτελεσματικά μέτρα, ενώ η ίσια γραμμή της Τζαμάικας (που να πούμε ότι ήταν από τις πρώτες χώρες που ζήτησαν κι έλαβαν βοήθεια από την Κούβα σε υγειονομικούς) αποδίδεται από τους συγγραφείς στο ότι είχαν εισέλθει λιγότερα κρούσματα από το εξωτερικό πριν την επιβολή της απαγόρευσης στον τουρισμό.

Για τους συγγραφείς, καθοριστικό για το επόμενο διάστημα θα είναι η δυνατότητα τεστ στον πληθυσμό, όπου μέχρι στιγμής η Κούβα αναδεικνύεται πρωταθλήτρια στην αναλογία μεταξύ τεστ και καταγεγραμμένων κρουσμάτων, καθώς υπάρχει ένα κρούσμα για κάθε 25 τεστ, και το 40% των θετικών αποτελεσμάτων προέρχεται από ασυμπτωματικούς φορείς τη στιγμή που ελέγχθηκαν. Ο προβληματισμός των δύο πανεπιστημιακών είναι το υψηλό κόστος των τεστ, στα 50 δολάρια το ένα, καθώς σε περίπτωση μεγάλης παράτασης της πανδημίας, η έλλειψη πρόσβασης της χώρας σε χρηματοδότηση “θα μπορούσε να αποδειχτεί μοιραία”.

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι προφανώς όλα αυτά δε γράφονται από φιλοκουβανική ή “αριστερή” σκοπιά, όπως αποδεικνύει και το γεγονός πως η Έμιλυ Μόρις χρηματοδοτείται για τις έρευνές της σχετικά με την Κούβα από το Ίδρυμα Φορντ και το βρετανικό υπουργείο εξωτερικών, που σίγουρα δεν έχουν ως στόχο να διαφημίσουν το σοσιαλιστικό καθεστώς της χώρας. Γι’ αυτό και τα στοιχεία της έρευνας αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, όταν διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα, διάφορα παπαγαλάκια με σοβαροφανή μανδύα αναμασούν την προπαγάνδα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και των ορφανών του Μπατίστα περί δήθεν μπίζνας που κάνει η Κούβα με τις αποστολές γιατρών γενικά και σε καιρό πανδημίας ειδικότερα.

Πηγή: KATIOUSA.GR