Η Σιλβέιρα Τζέικομπς δεν μάσησε τα λόγια της. Όταν τα περιστατικά του κορωνοϊού άρχισαν να αυξάνονται στον Άγιο Μαρτίνο, το νησί της βορειοανατολικής Καραϊβικής, η 51χρονη πρωθυπουργός έδωσε σαφείς οδηγίες.

«Απλά σταματήστε να μετακινήστε» είπε η Τζέικομπς μέσω βίντεο απευθυνόμενη στους πολίτες. «Αν δεν έχετε στο σπίτι το είδος ψωμιού που σας αρέσει, φάτε κράκερ. Εάν δεν έχετε ψωμί, φάτε δημητριακά, φάτε βρώμη, σαρδέλες».

 

Η ομιλία της την 1η Απριλίου, κατά την οποία η Τζέικομπς συμβούλεψε τους πολίτες να προετοιμαστούν ωσάν να περίμεναν έναν τυφώνα, τονίζοντας όμως ότι δεν χρειάζεται να στοκάρουν χαρτί υγείας, έγινε viral προωθώντας την μέχρι πρότινος ελάχιστα γνωστή ηγέτιδα στο Διαδίκτυο για την ντόμπρα προσέγγισή της στην κρίση του κορωνοϊού.

Οι γυναίκες αυτές έχουν επαινεθεί για την αποτελεσματική προώθηση μηνυμάτων και την αποφασιστική τους δράση γεγονός που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις βομβαρδιστικές προσεγγίσεις αρκετών από τους πιο εξέχοντες άντρες ηγέτες αυτού του κόσμου.

Η Τζέικομπς είναι μία από τις πολλές ηγέτιδες του κόσμου που έχουν αναγνωριστεί ως οι φωνές της λογικής εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού. Οι γυναίκες αυτές έχουν επαινεθεί για την αποτελεσματική προώθηση μηνυμάτων και την αποφασιστική τους δράση, γεγονός που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις βομβαρδιστικές προσεγγίσεις αρκετών από τους πιο εξέχοντες άντρες ηγέτες αυτού του κόσμου. Πολλές από αυτές έχουν επιτύχει τον έλεγχο της εξάπλωσης του κορωνοϊού διατηρώντας παράλληλα την ψυχραιμία τους.

Ακολουθούν μερικά παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο οι εκλεγμένες γυναίκες ηγέτιδες σε όλο τον κόσμο έχουν ανταποκριθεί στην κρίση του κορωνοϊού στις χώρες τους.

Νέα Ζηλανδία

Όσον αφορά τη διάσωση ζωών και την εξομάλυνση της επιδημιολογικής καμπύλης, λίγοι παγκόσμιοι ηγέτες έχουν προσελκύσει τόσο θετική ανταπόκριση όσο η πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας Γιασίντα Άρντεν, η οποία ανέλαβε τα καθήκοντά της τον Οκτώβριο του 2017.

Η Άρντεν είχε ήδη δείξει τον τολμηρό τρόπο με τον οποίο μπορεί να διαχειριστεί τραγωδίες όταν πέρυσι η Νέα Ζηλανδία συγκλονίστηκε από τις επιθέσεις σε δύο τζαμιά στο Κράιστσερτς, οι οποίες στοίχισαν τη ζωή σε 51 ανθρώπους. Η Άρντεν δεσμεύθηκε τότε να καλύψει τα έξοδα των κηδειών για τα θύματα της χειρότερης τρομοκρατικής επίθεσης της χώρας, εγκαινιάζοντας με αυτό τον τρόπο την προσέγγισή της προς τη μουσουλμανική κοινότητα στην χώρα της, προωθώντας ταυτόχρονα αλλαγές στη νομοθεσία περί οπλοκατοχής.

Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, αντιμετωπίζοντας την απειλή του κορωνοϊού, η Άρντεν έκλεισε τα σύνορα της χώρας της εγκαίρως και προετοίμασε τους πολίτες για τα παρατεταμένα μέτρα περιορισμού που θα λάμβανε.

Το μήνυμά της δεν άφησε περιθώρια σύγχυσης. «Για να είμαστε απολύτως σαφείς, ζητάμε τώρα από όλους τους Νεοζηλανδούς που δεν εργάζονται στον τομέα των βασικών υπηρεσιών να μείνουν στο σπίτι τους και να σταματήσουν κάθε αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους εκτός αυτών με τους οποίους μοιράζονται την ίδια στέγη» είπε.

Ο τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης από την Άρντεν φαίνεται να έχει λειτουργήσει, μια και η Νέα Ζηλανδία μετρά λιγότερες από 1.500 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις κρουσμάτων και μόλις 12 επιβεβαιωμένους θανάτους. Η ίδια έχει πραγματοποιήσει τακτικές ενημερώσεις μαζί με κορυφαίους αξιωματούχους υγείας της χώρας ενώ ταυτόχρονα ακολούθησε μια πιο προσωπική προσέγγιση, μεταδίδοντας βίντεο που τραβάει η ίδια μέσα στο σπίτι της απευθυνόμενη στα μικρά παιδιά και ανεβάζοντάς τα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Επιπλέον, την περασμένη εβδομάδα, η Άρντεν ανακοίνωσε ότι θα γίνουν περικοπές μισθών της τάξης του 20% για έξι μήνες στα μέλη του υπουργικού συμβουλίου.

Νορβηγία

«Πιστεύουμε ότι τα παιδιά πρέπει να αισθάνονται ότι λαμβάνονται σοβαρά υπόψη σε μια κρίση όπως αυτή» δήλωσε η Σόλμπεργκ στο CNN.

Μετά από εβδομάδες lockdown, το ποσοστό μόλυνσης από τον κορωνοϊό στη Νορβηγία έχει επιβραδυνθεί τόσο πολύ που η χώρα έχει εισαγάγει σχέδια για χαλάρωση των περιορισμών σε ορισμένες επιχειρήσεις αλλά και στα σχολεία.

Εν τω μεταξύ, στη γειτονική Σουηδία, όπου τέθηκαν σε εφαρμογή λιγότεροι περιορισμοί, τα κρούσματα του κορωνοϊού αυξήθηκαν.

Σε συνέντευξη στο CNN, η πρωθυπουργός της Νορβηγίας Έρνα Σόλμπεργκ πιστώνει την επιτυχία του περιορισμού του κορωνοϊού στο έγκαιρο lockdown και στην εκτενή παρακολούθηση των κρουσμάτων. Η ίδια δήλωσε ότι επέτρεψε στους επιστήμονες να αναλάβουν ηγετικό ρόλο.

Το ύφος της επικοινωνίας το οποίο υιοθέτησε η Σόλμπεργκ, που εκτείνεται πέραν της επιστημονικής προσέγγισης, φαίνεται ότι εκτιμήθηκε δεόντως. Σε δύο συνεντεύξεις τύπου τον περασμένο μήνα μοιράστηκε μηνύματα που προορίζονταν για τους νέους.

«Είναι εντάξει να φοβάσαι» είπε λίγο μετά το κλείσιμο των σχολείων ενώ λίγο αργότερα εξομολογήθηκε ότι της έλειψε να αγκαλιάζει τους φίλους της.

«Πιστεύουμε ότι τα παιδιά πρέπει να αισθάνονται ότι λαμβάνονται σοβαρά υπόψη σε μια κρίση όπως αυτή» δήλωσε η Σόλμπεργκ στο CNN.

Ισλανδία

Η πρωθυπουργός Κατρίν Γιακόμπστοτιρ.

Ενώ σε όλο τον κόσμο η έλλειψη σε τεστ άφησε τους ανθρώπους μετέωρους, καθιστώντας ακόμα πιο δύσκολο το έργο των εργαζομένων στον τομέα της υγείας να εντοπίσουν και να απομονώσουν τα θετικά κρούσματα του κορωνοϊού, στην Ισλανδία, οποιοδήποτε θέλει να εξεταστεί για κορωνοϊό μπορεί να το κάνει.

Η ασυνήθιστη αυτή προσέγγιση είναι το αποτέλεσμα μιας συνεργασίας μεταξύ της κυβέρνησης, με επικεφαλής την πρωθυπουργό Κατρίν Γιακόμπστοτιρ, και της deCODE Genetics, μιας εταιρείας βιοτεχνολογίας με έδρα το Ρέικιαβικ που προσφέρει δωρεάν τεστ.

Οι πολίτες που ενδιαφέρονται να εξεταστούν δεν χρειάζεται να αποδείξουν ότι έχουν εκτεθεί σε γνωστό κρούσμα του ιού ή ότι έχουν συμπτώματα. Η κοινή πρωτοβουλία επέτρεψε να εξετασθούν για κορωνοϊό σχεδόν 43.000 άτομα – ή περίπου το 11,7% του πληθυσμού της χώρας.

Η Ισλανδία ξεκίνησε επίσης και μια πρωτοβουλία εντατικής ιχνηλάτισης επαφών γεγονός που βοήθησε στην έγκαιρη απομόνωση των ατόμων που ενδέχεται να έχουν εκτεθεί στον ιό. Αν και έχουν τεθεί σε εφαρμογή περιορισμοί κοινωνικής απόστασης, τα εκτεταμένα τεστ και τα έγκαιρα μέτρα περιορισμού παρείχαν στους Ισλανδούς αξιωματούχους βασικά δεδομένα που τους επέτρεψαν να διατηρήσουν τους περιορισμούς κάπως πιο χαλαρούς από άλλες χώρες. Αξιωματούχοι ανακοίνωσαν την περασμένη εβδομάδα ότι οι περιορισμοί θα αρθούν σταδιακά από τις 4 Μαΐου.

Γερμανία

Κάθε θάνατος, είπε η Μέρκελ, είναι «ένας πατέρας ή ένας παππούς, μια μητέρα ή μια γιαγιά, ένας σύντροφος. Είναι άνθρωποι»

Τον περασμένο μήνα, καθώς ο κορωνοϊός εξαπλωνόταν ραγδαία σε όλη την Ευρώπη, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ έκανε μια σπάνια τηλεοπτική εμφάνιση στην οποία προειδοποίησε τους Γερμανούς ότι το ξέσπασμα αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Είμαι απόλυτα σίγουρη ότι θα ξεπεράσουμε αυτήν την κρίση» είπε. «Αλλά πόσα θύματα θα υπάρξουν; Πόσα αγαπημένα άτομα θα χάσουμε;» αναρωτήθηκε.

Ο Constanze Stelzenmuller, ανώτερος συνεργάτης του Brookings Institution, δήλωσε ότι οι παρατηρήσεις της Μέρκελ ήταν αντίθετες με άλλες δημόσιες ομιλίες που είχε δώσει κατά τη διάρκεια της 14χρονης θητείας της ως καγκελαρίου. «Ήταν πολύ άμεση, πολύ απλή και με ενσυναίσθηση».

Κάθε θάνατος, είπε η Μέρκελ, είναι «ένας πατέρας ή ένας παππούς, μια μητέρα ή μια γιαγιά, ένας σύντροφος. Είναι άνθρωποι». «Και είμαστε μια κοινότητα στην οποία μετράει κάθε ζωή και κάθε άτομο».

Η ομιλία αυτή σηματοδότησε ένα σημείο καμπής στον ηγετικό ρόλο της Μέρκελ στην κρίση, μετά τις πρώτες κριτικές που δέχθηκε σχετικά με το ότι δεν είχε ενεργήσει αρκετά έγκαιρα. Η Γερμανία επιβεβαίωσε περισσότερα από 145.000 κρούσματα του κορωνοϊού και περίπου 4.642 θανάτους – πολύ λιγότερους από τον αριθμό των θανάτων που επιβεβαιώθηκαν στην Ιταλία και την Ισπανία.

Η Μέρκελ επέκτεινε το κλείσιμο της χώρας αυτό τον μήνα, αλλά επίσης μείωσε ορισμένους περιορισμούς σε ορισμένες επιχειρήσεις και είπε ότι τα σχολεία θα ανοίξουν σε μεγάλο βαθμό τον Μάιο.

Η Μέρκελ, η οποία είπε ότι δεν θα επιδιώξει την επανεκλογή της το επόμενο έτος, συνήθως έχει πιο στωικό τόνο. Όμως πολλοί χαιρέτισαν αυτή την αλλαγή στο ύφος της ενόψει αυτής παγκόσμιας κρίσης.

Ταϊβάν

Η πρόεδρος της Ταϊβάν Τσάι Ινγκ-Ουέν

Καθώς ο κορωνοϊός εξαπλωνόταν ραγδαία στην επαρχία Χουμπέι της Κίνας, το αρχικό επίκεντρο της πανδημίας, στις αρχές του τρέχοντος έτους, το αυτοδιοικούμενο νησί της Ταϊβάν αναγνώρισε τον κίνδυνο που θα μπορούσε να δημιουργήσει η πανδημία.

Τα ταξίδια στο νησί από την Κίνα είναι συνηθισμένα, με εκατομμύρια ανθρώπους να ταξιδεύουν μεταξύ των δύο χωρών κάθε χρόνο. Η κυβέρνηση της Ταϊβάν, με επικεφαλής την πρόεδρο Τσάι Ινγκ-Ουέν και τον αντιπρόεδρό της, Τσεν Τσιεν-Τζεν, έναν επιδημιολόγο, έλαβε αποφασιστικά και έγκαιρα μέτρα για να προσπαθήσει να περιορίσει την εξάπλωση του ιού, περιορίζοντας τους επισκέπτες και εφαρμόζοντας νέους υποχρεωτικούς υγειονομικούς ελέγχους.

Μήνες αργότερα, το νησί που αριθμεί περίπου 23 εκατομμύρια ανθρώπους αποκομίζει τα οφέλη αυτής της τακτικής αναφέροντας λιγότερα από 500 επιβεβαιωμένα κρούσματα και έξι θανάτους.

Σε συνέντευξή της στην The Telegraph, η Τσεν αναγνώρισε τα διδάγματα που αντλήθηκαν από το ξέσπασμα του SARS το 2003, βοηθώντας το νησί να προετοιμαστεί και να περιορίσει την έκθεσή του στη φετινή επιδημία.

Υπήρξαν βέβαια και αντιπαραθέσεις σε σχέση με τη στάση της Ταϊβάν και η εν λόγω χώρα έχει επανειλημμένα επικρίνει την ανταπόκριση της Κίνας, ενώ στις αρχές του μήνα, ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Τένδρο Ανχάνομ Γκεμπρέιους, κατηγόρησε την Ταϊβάν ότι συμμετείχε σε εκστρατεία ρατσιστικής επίθεσης εναντίον του. Η Ταϊβάν του ζήτησε να απολογηθεί και χαρακτήρισε τις κατηγορίες αβάσιμες.

Πηγή: The Washington Post

Πηγή: LIFO.GR