Μόλις φέτος μπήκε για τα καλά ο όρος πανδημία στο λεξιλόγιο μας διότι πριν από τον κορονοϊό η λέξη δε μας αφορούσε καν, σωστά; Λάθος.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμός Υγείας, ο ιός HIV, τα στελέχη του οποίου είναι υπεύθυνα για την ανάπτυξη του Συνδρόμου Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας, γνωστό σε όλους μας κι ως AIDS, αποτελεί κανονικότατα μέχρι και σήμερα ένα παγκόσμιο πρόβλημα δημόσιας υγείας, καθώς συνεχίζουν να ζουν με αυτό 38 περίπου εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ από τη δεκαετία του 80’ η νόσος έχει στοιχίσει σε πάνω από 33 εκατομμύρια ζωές.
Ο ιός αυτός απ’ ότι φαίνεται ήρθε για να μείνει, καθώς μέχρι και σήμερα, τέσσερις δηλαδή δεκαετίες μετά το πρώτο κρούσμα, η πρόληψή του μέσω εμβολιασμού ή η πλήρης θεραπεία του μετά την μόλυνση παραμένει ερωτηματικό για την επιστημονική κοινότητα.
Τα καλά νέα είναι πως, σε αντίθεση με τα πρώτα έτη μετάδοσης, οπότε και η πανδημία έσπειρε τον πανικό στις τότε σεξουαλικά ενεργές γενιές, σήμερα η διάγνωση ενός ατόμου με HIV δεν είναι εφάμιλλη με θανατική ποινή.
Για να φτάσουμε ωστόσο στο σκαλοπάτι εκείνο της επιστημονικής προόδου που επιτρέπει να χαρακτηρίζουμε πλέον τον ιό ως χρόνια νόσο, κι όχι ως θανατηφόρα, περάσαμε μοιραία από σαράντα κύματα προκαταλήψεων, σκοταδισμού και, κυρίως, ανεδαφικού συχνά φόβου για συγκεκριμένα target groups συνανθρώπων μας.
Ο πρώτος καιρός της ασάφειας και του τρόμου
Ήταν Ιούνιος του 1981, όταν μια άγνωστη επιδημία ταυτοποιήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, μετά από εμφάνιση πέντε περιπτώσεων παράξενης πνευμονίας στα νοσοκομεία του Λος Άντζελες.
Τα 5 αυτά πρώτα κρούσματα ακολούθησαν 40 διαγνώσεις ασθενών που προσβλήθηκαν από ένα σπάνιο είδος καρκίνου του δέρματος, και πάλι σε κομητεία της Καλιφόρνια, ενώ μέχρι τον Αύγουστο του ίδιου έτους ήταν πλέον εμφανές ότι κάτι δεν πήγαινε καλά· περίπου 100 ομοφυλόφιλοι άντρες είχαν νοσήσει από τις παράδοξες αυτές ασθένειες, εκ των οποίων οι μισοί και παραπάνω κατέληξαν.
Το 1982, εμφανίζεται για πρώτη φορά ανεπίσημα ο όρος GRIM (gay related immune disease) ή “gay cancer”, συνδέοντας έτσι τα δύο μοναδικά, επιφανειακά δεδομένα που είχε μέχρι στιγμής τοποθετήσει η επιστημονική κοινότητα στο τραπέζι:
1) η εν λόγω ασθένεια εξασθενεί το ανοσοποιητικό σύστημα, καταλήγοντας συνήθως σε κάποια μορφή σπάνιου καρκίνου, και
2) προσβάλλει κυρίως ομοφυλόφιλους άντρες
Έπρεπε πρώτα ο ιός να απομονωθεί στα ερευνητικά εργαστήρια και να του δοθεί μια πιο συμπαγής ταυτότητα, ώστε μόλις το 1986 να αποκτήσει το όνομα με το οποίο τον γνωρίζουμε και σήμερα, υπερνικώντας τα ασαφή στατιστικά στοιχεία που προκαλούσαν σύγχυση στη δημόσια σφαίρα κατά τα προηγούμενα έτη.
Η δυσκολία θεραπείας, διάγνωσης και η προσπάθεια προφύλαξης του πληθυσμού μέσα από καμπάνιες, είναι η μισή ιστορία της υπόθεσης.
Η άλλη μισή έχει να κάνει με την λιγότερο πολυσυζητημένη κοινωνική της διάσταση, η οποία συνήθως υπερκαλύπτεται από την επιστημονική αφήγηση των γεγονότων. Ο ανθρώπινος παράγοντας ωστόσο πρέπει να ξέρουμε ότι επηρέασε την τότε κοινωνία ίσως και σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι τα hard facts που δημοσίευε η ιατρική.
Την ιστορικά άνιση αυτή μεταχείριση της πανδημίας φρόντισε να αποκαταστήσει η ψηφιακή συλλογή «Surviving and Thriving: AIDS, Politics and Culture », εκθέτοντας στη δημοσιότητα οπτικοακουστικού υλικό σχετικά με την αντίδραση των μέσων μαζικής ενημέρωσης αλλά και των καθημερινών ανθρώπων στο φαινόμενο HIV.
Στα παραδείγματα, όπως κι εξάλλου περιμέναμε, εντοπίζουμε έναν μεγάλο αριθμό περιστατικών που υποδηλώνουν βαθιά προκατάληψη και προσπάθεια διασποράς της τρομοκρατίας σε σχέση με τις σεξουαλικές πρακτικές των νέων.
Φυσικά, στον αντίποδα βρίσκονται τα poster και οι διαφημίσεις που, σε πείσμα των ομοφοβικών και πουριτανών παραληρημάτων, πατούσαν στην ενημέρωση κι όχι στην τρομολαγνεία, και προσπαθούσαν όχι μόνο να ευαισθητοποιήσουν σχετικά με την πρόληψη, αλλά και σχετικά με την προκατάληψη γύρω από τους νοσούντες με HIV.
Η σωτήρια αντιρετροϊκή θεραπεία
Ένα φρένο άρχισε να μπαίνει στον σάλο που ξέσπασε σχετικά με τον ιό, όταν η πρόοδος της επιστήμης έφερε όχι μόνο καλύτερη κι έγκαιρη διάγνωση, αλλά και τα γνωστά κοκτέιλ θεραπευτικής αγωγής που επιβραδύνουν την εξάπλωση της νόσου.
Έτσι, οι περισσότεροι από τους εγκαίρως διαγνωσμένους νοσούντες δε φτάνουν πλέον ποτέ στο στάδιο του AIDS, και ζουν μια υγιή, κανονική καθημερινότητα, έχοντας μάλιστα μη ανιχνεύσιμο φορτίο του ιού στο αίμα τους -κάτι που σημαίνει ότι δεν μπορούν να τον μεταδώσουν ακόμα κι αν πραγματοποιηθούν απροστάτευτες σεξουαλικές επαφές.
Τα πιο πρόσφατα στατιστικά στοιχεία λένε πως ένα 68% των ενήλικων HIV φορέων σε παγκόσμια κλίμακα έχει πρόσβαση σε ισόβια αντιρετροϊκή θεραπεία, κάτι που μεταφράζεται σε περίπου 24,4 εκατομμύρια ανθρώπους.
Δυστυχώς όμως, όπως διαβάζουμε και στα παραπάνω δεδομένα, δεν έχει όλος ο παγκόσμιος πληθυσμός την ευκαιρία να επωφεληθεί της θεραπείας, κάτι που αποτελεί μια μεγάλη τροχοπέδη στον περιορισμό της εξάπλωσης, ιδιαίτερα αν αναλογιστούμε πως το μεγαλύτερο ποσοστό μη προσβασιμότητας το έχει η υποσαχάρια Αφρική, όπου το AIDS ακόμα θερίζει, σκοτώνοντας εκατοντάδες χιλιάδες άτομα κάθε χρόνο.
Ακόμα και στον Δυτικό κόσμο όμως, τα κρούσματα είναι σχεδόν πάντα συνδεδεμένα με την έλλειψη κατάλληλου νομοθετικού πλαισίου προστασίας των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων (όπως είναι οι σεξεργάτριες, οι τοξικομανείς κλπ.) ή με την αδυναμία πρόσβασης στο σύστημα υγείας, στα κέντρα διάγνωσης και σε μεθόδους προφύλαξης.
Αποτέλεσμα αυτού είναι οι ετήσιοι στόχοι του ΠΟΥ σχετικά με τον έλεγχο της πανδημίας να ναυαγούν σχεδόν κάθε χρόνο, καθώς το 2019 πέθαναν 690.000 άνθρωποι, με 1,7 εκατομμύρια νέες μολύνσεις να προστίθενται στους φορείς.
Προκατάληψη και HIV: Ο ελέφαντας στο δωμάτιο
Είχαμε υπερτονίσει σε προηγούμενο άρθρο μας σχετικά με τις χρόνιες ασθένειες, το κατά πόσο οι τελευταίες αποτελούν στις περισσότερες των περιπτώσεων και κοινωνικά προβλήματα εκτός από ιατρικά.
Και πράγματι: Η θαυμαστή πρόοδος που έχει γίνει έως σήμερα στον τομέα, επισκιάζεται πολύ συχνά από τις σκοταδιστικές ερμηνείες των σχετικών με τον HIV δεδομένων, κάτι που σαφώς βρίσκει τις ρίζες του και στα αρχικά αφηγήματα περί «gay καρκίνου» που αναδύθηκαν.
Κάπως έτσι, η περιθωριοποίηση και ο στιγματισμός έχουν καταλήξει να είναι κύριοι υπαίτιοι όχι μόνο για την χαμηλότερη ποιότητα της κοινωνικής ζωής των ασθενών με HIV, αλλά και για την ίδια την εξάπλωση της νόσου.
Αυτό συμβαίνει διότι, προκειμένου να μη φορέσουν ποτέ την ταμπέλα του οροθετικού, οι άνθρωποι προτιμούν συχνά την λύση του στρουθοκαμηλισμού και της αποχής από τις μεθόδους έγκαιρης διάγνωσης, βάζοντας σε κίνδυνο την ίδια τους τη ζωή, αλλά και των σεξουαλικών τους συντρόφων, στον βωμό μιας γαλήνιας άγνοιας που ωστόσο μπορεί να αποδειχθεί μοιραία.
Οπότε, οι καμπάνιες ενημέρωσης σχετικά με τις αλήθειες και του μύθους για τη ζωή με HIV, δε θα βοηθήσουν μόνο εκείνη τη μικρή μερίδα του πληθυσμού που νοσεί και υποφέρει από την ημιμάθεια, αλλά θα διαφυλάξουν και την ασφάλεια του υγιούς πληθυσμού, καθώς όλο και περισσότερος κόσμος θα βρίσκει το θάρρος να εξετάζεται και να παίρνει θεραπευτική αγωγή.
Ας πούμε λοιπόν όλοι μαζί το ποιηματάκι
Οι ασθενείς με HIV:
Μπορούν, παίρνοντας την αντιρετροϊκή θεραπεία, να έχουν υγιείς σεξουαλικές και ρομαντικές σχέσεις χωρίς να βάζουν τους συντρόφους τους στον παραμικρό κίνδυνο
Στην ίδια λογική, μπορούν να γεννήσουν κι έπειτα να θηλάσουν υγιέστατα παιδιά
Ζουν μια μακροβιότατα ζωή, ίδια ποιότητας με αυτή άλλων ατόμων με χρόνια νοσήματα
Δε φταίνε για τη νόσο τους μόνο και μόνο επειδή η συγκεκριμένη ασθένεια σχετίζεται με το σεξ. Θα έλεγες άραγε ποτέ σε ασθενή με COVID-19 οτι φταίει εκείνος για την κατάστασή του;
Δεν είναι μόνο γκέι, σεξεργάτριες, τρανσέξουαλ και ναρκομανείς· οι συγκεκριμένες ομάδες, αν και πιο ευάλωτες στον ιό, δεν αποκτούν HIV λόγω μιας θείας δίκης που τιμωρεί τους αμαρτωλούς κι αφήνει ανέγγιχτο τον straight πληθυσμό. Απλά τυγχάνει οι σεξουαλικές και άλλες πρακτικές στις οποίες επιδίδονται να είναι αυξημένου κινδύνου λόγω του τρόπου με τον οποίο δρα ο συγκεκριμένος ιός
Δεν είναι αποκλειστικά άτομα που κάνουν περιστασιακό σεξ, καθώς η επικινδυνότητα των σεξουαλικών επαφών δε σχετίζεται με την ποσότητα των συντρόφων, αλλά με την προφύλαξη και μόνο με αυτή
Ντορίνα Παπαγεωργίου