Παράταση της τουρκικής NAVTEX για το Oruc Reis

Απάντηση στον εθνικισμό δεν είναι ανάπτυξη θεωριών και εικασιών που υπερβαίνουν το Διεθνές Δίκαιο. Η Αριστερά και ο προοδευτικός κόσμος απαντούν στις εθνικιστικές και σοβινιστικές κραυγές με προσήλωση στην έννοια του δικαίου, που αυτό και μόνο διαμορφώνει τους όρους για φιλία και συνεργασία μεταξύ των εθνών

Του Αγαμέμνονα Τάτση

Διακινείται τελευταία σε πολιτικούς, δημοσιογραφικούς και επιστημονικούς κύκλους η άποψη ότι η «άκαμπτη» στάση της Ελλάδας σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά είναι αντιπαραγωγική και αποτελεί τη βάση για δημιουργία εντάσεων στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο. Πιο συγκεκριμένα, οι εκφραστές τής άποψης αυτής υποστηρίζουν πως η θέση ότι «το μόνο εκκρεμές ζήτημα μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας» δεν συμβάλλει στη δημιουργία σχέσεων καλής γειτονίας και ότι θα πρέπει να πάμε σε έναν διάλογο με την Τουρκία προκειμένου να επιλύσουμε τις διαφορές μας.

Η άποψη αυτή, αν δεν είναι απλά αφελής, τότε τουλάχιστον παραγνωρίζει βασικές συνιστώσες του προβλήματος και θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να επισημάνουμε κάποια κομβικά ζητήματα.

Διμερές ζήτημα ή ζήτημα εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου;

Τo Αιγαίο πέλαγος είναι μια ημίκλειστη θάλασσα, με σημαντική και διάσπαρτη πολυνησία και μάλιστα με νησιωτικά συμπλέγματα. Αποτελεί δε σημαντική ναυτική οδό, αφού μέσω Αιγαίου διέρχονται προς τη Μεσόγειο πλοία από τον Βόσπορο και τη Μαύρη Θάλασσα.

Η Ελλάδα απέτυχε κατά τις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) να χαρακτηριστεί χώρα μας ως αρχιπελαγικό κράτος, πράγμα που θα σήμαινε ότι όλη η θάλασσα μεταξύ των ηπειρωτικών ακτών και των νησιών του ανατολικού Αιγαίου θα ήταν χωρικά ύδατα. Επελέγη τότε να θεωρηθούν ως αρχιπελαγικά κράτη εκείνα που η επικράτειά τους συνίσταται αποκλειστικά σε νησιά (λ.χ. Μάλτα, Φιλιππίνες).

Η UNCLOS όμως καθιέρωσε την αρχή ότι τα νησιά έχουν χωρικά ύδατα 12 ναυτικών μιλίων, με την επιφύλαξη προσδιορισμού της έκτασής τους ως τη «μέση γραμμή» της απόστασης με παρακείμενες ακτές άλλου κράτους. Η Τουρκία, που δεν έχει υπογράψει την παραπάνω σύμβαση (ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, καθώς επίσης και για το ότι η σύμβαση αναγνωρίζει ότι τα κατοικήσιμα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ), αμφισβητεί το δικαίωμα της χώρας μας επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια, απειλώντας μάλιστα, κατά ευθεία παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, ότι θα κηρύξει πόλεμο στη χώρα μας αν ασκήσει το δικαίωμα αυτό (το περίφημο casus belli).

Οι υπέρμαχοι της άποψης του «διαλόγου» αντιτείνουν ότι είναι μαξιμαλιστική η επιδίωξη της Ελλάδας να καταστήσει το Αιγαίο «ελληνική λίμνη». Η άποψη αυτή δεν βρίσκει κανένα έρεισμα στο Διεθνές Δίκαιο αλλά ούτε και στην κοινή λογική, αφού αφενός μιλάμε για θεσμοθετημένο δικαίωμα, αλλά και αφετέρου το ίδιο συμβαίνει στα αρχιπελαγικά κράτη. Περαιτέρω, η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν παρεμποδίζει το δικαίωμα πλοίων όμορων ή τρίτων χωρών να εκτελούν πλόες «αβλαβούς διέλευσης» ή τα δικαιώματα διέλευσης πλοίων εμπορικής ναυσιπλοΐας.

Η Τουρκία, γνωρίζοντας ότι οι απόψεις της ή, για την ακρίβεια, οι επιδιώξεις της, δεν βρίσκουν κανένα έρεισμα στο Διεθνές Δίκαιο, αρνείται να δεχθεί ως πλαίσιο διαλόγου την UNCLOS, την ίδια στιγμή που η ίδια έχει ασκήσει το δικαίωμά της στα 12 ναυτικά μίλια στη Μαύρη Θάλασσα !

Πώς λοιπόν θα κάτσει στο «τραπέζι των διαπραγματεύσεων» η Ελλάδα με μια χώρα που αμφισβητεί το διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και προσπαθεί διά της ισχύος να επιβάλει λύσεις κατά παρέκκλιση των διατάξεων της UNCLOS και μάλιστα με ηρτημένη την απειλή του casus belli;

Με ποιο δικαίωμα η ελληνική κυβέρνηση θα δεχθεί «διευθετήσεις» στο ζήτημα των χωρικών υδάτων των νησιών του Αιγαίου, παραιτούμενη στην ουσία από την αρχή ότι το ζήτημα των χωρικών μας υδάτων διέπεται από δίκαιο που απορρέει από την UNCLOS;

Υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ

Στο ζήτημα της υφαλοκρηπίδας και εντεύθεν της ΑΟΖ οι θιασώτες τού διμερούς διαλόγου ισχυρίζονται πως είναι μαξιμαλιστικές και «αντιπαραγωγικές» οι απόψεις ότι η Ελλάδα διεκδικεί υφαλοκρηπίδα 200 ναυτικών μιλίων σε όλα τα νησιά και ως εκ τούτου θα πρέπει να βρούμε μια λύση με την Τουρκία μέσω του διαλόγου και των διαπραγματεύσεων.

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι η έννοια της υφαλοκρηπίδας συνιστά κυριαρχικό δικαίωμα που υφίσταται αφ’ εαυτού και ισχύει ipso facto και ab initio, με μόνη την επίκληση των διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου που αναγνωρίζουν ότι όλα τα κατοικήσιμα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα χωρίς να απαιτείται καμία δηλωτική προς τούτο ενέργεια.

Κατά συνέπεια, τα νησιά του νησιωτικού συμπλέγματος της Δωδεκανήσου και η ιδίως τα νησιά Κάρπαθος, Κάσος και Κρήτη έχουν αυτοτελή και αυθύπαρκτη υφαλοκρηπίδα, άρα και ισομεγέθη ΑΟΖ.  Όποιος το αμφισβητεί, μπορεί κάλλιστα να ζητήσει τη δικαιοδοτική κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου!

Η νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας έχει όντως αποδώσει μειωμένη επήρεια, δηλαδή μειωμένη ΑΟΖ σε περιπτώσεις νησιών που βρίσκονται μακριά από τις ηπειρωτικές ακτές του δικαιούμενου κράτους. Το πιο πιθανό, σε μια ενδεχόμενη απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Καστελλόριζο, είναι να του αποδώσει σημαντικά μειωμένη ΑΟΖ (ίσως και μικρότερη του 20% της αρχικής), πράγμα όμως που δεν ισχύει για το νησιωτικό σύμπλεγμα της Δωδεκανήσου, αλλά και για τα τρία άλλα νησιά που αναφέραμε παραπάνω, αφού μεταξύ αυτών και των ηπειρωτικών ακτών της Τουρκίας παρεμβάλλονται πλήθος άλλων νησιών και νησιωτικών συμπλεγμάτων της Ελλάδας.

Το πρόβλημα της Τουρκίας λοιπόν, μετά το Διεθνές Δίκαιο, είναι η γεωγραφία. Γνωρίζει ότι η γεωγραφία την έχει φέρει σε δυσμενή θέση σε σχέση με τα δικαιώματα που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και επιχειρεί πολύ απλά «να αλλάξει γήπεδο». Ζητά διμερή συμφωνία προκειμένου να αποφύγει την κρίση τού Διεθνούς Δικαστηρίου, που θα αναγνωρίσει σημαντικά κυριαρχικά δικαιώματα (έστω και ελαττωμένα σε μερικά σημεία) στη χώρα μας. Και επειδή η γεωγραφία δείχνει τη μεγάλη εικόνα, μπορεί κάποιος να πάρει μια πρόχειρη ιδέα αν πάνω στον χάρτη με έναν διαβήτη χαράξει κύκλους με ακτίνα 200 ναυτικών μιλίων σε καθένα από τα παραπάνω νησιά.

Συμπερασματικά, η Ελλάδα δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να υποκύψει στις πιέσεις για κατάρτιση διμερούς σύμβασης με την Τουρκία. Η θέση τής Ελλάδας πρέπει να είναι σε όλα τα διεθνή φόρα ότι είναι έτοιμη οποιαδήποτε στιγμή να οδηγηθεί στο Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας, για το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Δεν είναι επιτρεπτό η Ελλάδα, και μάλιστα εκουσίως, να παραιτηθεί εν όλω ή εν μέρει των δικαιωμάτων της που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο. Διότι μόνο με την κοινή προσφυγή των δύο χωρών η Τουρκία θα αναγκαστεί να αποδεχθεί ως δικαιοστάσιο το περιεχόμενο της UNCLOS.

Η οποιαδήποτε συμφωνία που θα καταρτιστεί σε διμερές επίπεδο θα είναι επιζήμια για το μέλλον της χώρας και στην πράξη δεν θα λύσει κανένα πρόβλημα, αφού η Τουρκία, μη αποδεχόμενη θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, θα εγείρει στο μέλλον και νέες αβάσιμες διεκδικήσεις που θα αναιρούν την όποια συμφωνία. Το πώς λειτουργούν άλλωστε οι αναθεωρητικές χώρες το κατάλαβε με πολύ οδυνηρό τρόπο ο  Άγγλος πρωθυπουργός Neville Chamberlainπου έξι μόλις μήνες μετά την υπογραφή της Συμφωνίας του Μονάχου είδε τους Γερμανούς να εισβάλουν στην Τσεχοσλοβακία.

Απάντηση στον εθνικισμό δεν είναι ανάπτυξη θεωριών και εικασιών που υπερβαίνουν το Διεθνές Δίκαιο. Η Αριστερά και ο προοδευτικός κόσμος απαντούν στις εθνικιστικές και σοβινιστικές κραυγές με προσήλωση στην έννοια του δικαίου, που αυτό και μόνο διαμορφώνει τους όρους για φιλία και συνεργασία μεταξύ των εθνών.

 

* Ο Αγαμέμνων Τάτσης είναι δικηγόρος, μέλος της ΚΕΑ ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία