Οι κυκλικές πλατείες εντυπωσιάζουν σπάζοντας τη μονοτονία των αναγκαστικά γραμμικών διατάξεων, που κυριαρχούν στις πόλεις. Η καμπύλη δεν μπορεί να είναι ο κανόνας στους τοίχους σπιτιών, όπου πρέπει να ακουμπήσουν ντουλάπες, μπουφέδες και κρεβάτια – και κάπως αυτό συμπαρασύρει και τη συνολική διάταξη οικοδομικών και ρυμοτομικών γραμμών, έστω και με τη μορφή τεθλασμένης.
Όταν όμως ο πολεοδόμος έχει κέφια -και μαζί άφθονο χώρο και τη σχετική ελευθερία- μπορεί να σχεδιάσει κομψοτεχνήματα, που κάνουν ακόμη και τους οπαδούς της ιπποδάμειας κανονικότητας (όπως ο γράφων) να στέκονται με θαυμασμό. Συγκεκριμένα δείγματα καμπύλης διάταξης δρόμων γύρω από μια κυκλική πλατεία μπορούμε να δούμε μεταξύ άλλων στους Θρακομακεδόνες, σε μερικά σημεία της Κηφισιάς, στο Ψυχικό και -χαρακτηριστικότερο όλων- στην Ηλιούπολη.
Η αρχή βεβαίως έγινε πολλά χρόνια πριν επεκταθεί η Αθήνα στις γύρω αγροτικές (ή δασικές) εκτάσεις. Ο κυκλικός κόμβος δικαίως θεωρείται «βρετανική εφεύρεση», καθώς το πρώτο δείγμα είναι το Circus της πόλης Μπαθ, χρονολογούμενο από τον 18ο αιώνα.
Στον τρισκελή αυτόν κόμβο, ο σχεδιασμός επιτρέπει σε όλους τους εισερχόμενους να βλέπουν μπροστά τους μια συνεχή καμπύλη πρόσοψη με την χαρακτηριστική αρχιτεκτονική της Γεωργιανής εποχής.
Η εμβληματική μετεξέλιξη αυτού του είδους πλατείας φαίνεται στο παριζιάνικο Ετουάλ του 19ου αιώνα, στο οποίο συγκλίνουν δώδεκα οδικές προσβάσεις. Η λάμψη του «άστρου» με τις ακτίνες ενέπνευσε και άλλες κοινωνίες να υιοθετήσουν τον αντίστοιχο όρο στις γλώσσες τους: Στερν οι Γερμανοί, Ζβ(ι)έζντα οι νότιοι Σλάβοι. Στην Ελλάδα δεν μου είναι γνωστή κάποια αντίστοιχη απόδοση, ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις η ανάγκη ταύτισης με κάτι αναγνωρίσιμο έδωσε ονομασίες όπως το «Δέλτα» του Φαλήρου, που δεν ήταν παρά ένας τρισκελής κυκλικός κόμβος στο παλιό σημείο συνάντησης της Συγγρού με την παραλιακή.
Η ενδιαφέρουσα παραλλαγή Γκλοριέτα που χρησιμοποιείται στα ισπανικά προσγειώνει, κατά κάποιον τρόπο, τη συζήτηση – απομακρύνοντάς την από το πώς φαίνεται ο κόμβος από ψηλά και μεταφέροντάς την στο τι βλέπει ο περαστικός από το έδαφος.
Οι κυκλικές πλατείες συχνά κοσμούνται από οικοδομήματα ή γλυπτά με «ένδοξους» συμβολισμούς: Αψίδα του Θριάμβου στο Παρίσι, Στήλη της Νίκης στο Βερολίνο, και οι Κρήνες του Ποσειδώνα και της Κυβέλης στη μαδριλένικη λεωφόρο του Πράδο.
Παρότι πάντοτε ελλοχεύει ο κίνδυνος του κιτς, όπως για παράδειγμα στην μάλλον ξεκάρφωτη υδρόγειο της Πλατείας 9ης Σεπτεμβρίου στη Σμύρνη ή στον έφιππο παρτιζάνο Αποστόλσκι στα Σκόπια, η ύπαρξη ενός τοπόσημου παίζει τον χρήσιμο ρόλο της και από συγκοινωνιολογικής πλευράς. Σύμφωνα με τις σύγχρονες αντιλήψεις, η προτεραιότητα δίνεται σε αυτόν που κινείται εντός του κόμβου. Αυτός που πλησιάζει οφείλει να χαμηλώσει ταχύτητα – και το οπτικό ερέθισμα του διακοσμητικού αντικειμένου πάντοτε συμβάλλει σε αυτό.
Ειπώθηκε ότι η αναβίωση του σιντριβανιού στην Ομόνοια θα έχει και αυτόν τον χαρακτήρα – την επαναφορά (ως αντίδοτο στη νοσταλγία πολλών) ενός ορατού και αναγνωρίσιμου κομβικού σημείου στο μέσο της πλατείας. Το δυστύχημα όμως είναι ότι με τα χρόνια οι κυκλοφοριακές ρυθμίσεις της Ομόνοιας κατέληξαν να αντικατοπτρίζουν αυτό στο οποίο εξελίχθηκε, ιδίως από το 1990 και μετά. Ταυτόχρονα με τον συνολικό της ανθρωποδιώχτη της παρακμής και της εγκληματικότητας, η πλατεία σήμερα «διώχνει» και την κυκλοφορία, με συνεχείς ροές που δεν διασταυρώνονται και δεν επιτρέπουν την παύση και την παρατήρηση.
Μέρος αυτού του προβλήματος προέρχεται από την «χρυσή» εποχή του συντριβανιού,στην οποία και αποφασίστηκε η γνώριμη σε όλους μας μονοδρόμηση του ζεύγους οδικών αξόνων 3ης Σεπτεμβρίου και Πατησίων. Παρόλο που αυτοί οι δρόμοι αποτελούν τη συνέχεια του διδύμου Πανεπιστημίου – Σταδίου, για κάποιον λόγο που μου είναι δύσκολο να κατανοήσω οι ροές τους διασταυρώνονται αναίτια δύο φορές: μία στα Χαυτεία και μία βορειότερα, στη Μάρνη. Θα χαρώ ιδιαίτερα αν κάποιος ερευνητής του μέλλοντος υπολογίσει τις χαμένες ώρες όσων από το 1970 περίπου έως και σήμερα ταλαιπωρούνται από αυτή τη ρύθμιση.
Κοιτώντας μπροστά, ίσως θα άξιζε τον κόπο να αναδιαταχθούν αυτές οι δύο οδοί με φυσικότερο τρόπο – και όχι μόνο για τους κυκλοφοριακούς λόγους που αναφέρθηκαν.
Η 3ης Σεπτεμβρίου ως μονόδρομος προς νότο θα έδινε στον χρήστη της τη δυνατότητα να θαυμάζει ένα όμορφο, διπλό θέαμα: στο βάθος τον ιερό βράχο της Ακρόπολης και στο προσκήνιο οτιδήποτε τελικά τοποθετηθεί στο επίκεντρο της Ομόνοιας. Και η όποια αυξημένη κίνηση, που πολλοί φοβούνται στο ενδεχόμενο μιας τέτοιας αύξησης προσβάσεων προς την πλατεία, ίσως τελικά να είναι το όπλο της πόλης στον αγώνα ανάκτησης της περιοχής από την κακομοιριά της σημερινής της κατάστασης και το «όπου φύγει, φύγει» που σου εμπνέει.
πηγή:.huffingtonpost.gr