Υπάρχει ένα γνωστό παράδοξο, το γεγονός ότι ο κόσμος είναι συνήθως καλύτερα κατά τη διάρκεια μιας κρίσης… αφού η κρίση εναρμονίζει κατά κάποιον τρόπο την εσωτερική και τη δημόσια δυσφορία, με τέτοιον τρόπο ώστε να είναι επιτέλους μοιρασμένες. Οι νευρωτικές διαταραχές ανακουφίζονται παραδόξως σε περίοδο πολέμου.

Charles Melman

Του Γιώργου Δημητριάδη*
Το βιβλίο αυτό για την κρίση του σώματος, που δημοσιεύτηκε αρχικά στα γαλλικά το 2016 από τον εκδοτικό οίκο Hermann, δεν μπορεί να παραγνωρίσει, το 2020, τη μείζονα υγειονομική, μεταξύ άλλων, κρίση που είναι η επιδημία της Covid-19.
Αυτό που αποκαλούμε ιστορία, έλεγε ο Lacan, είναι η ιστορία των επιδημιών. Εδώ με τη γενική έννοια του όρου, διότι πίστευε πως ακόμα και η πανούκλα της ψυχανάλυσης ‒ όπως και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ο χριστιανισμός στην εποχή τους ‒ ήταν επιδημίες. Η επικαιρότητα, ξεκινώντας από την επιδημία της Covid-19, μας υπενθυμίζει πως υποκείμεθα σε καταστροφές, δίχως να μπορούμε να τις αφομοιώσουμε μέσω εννοιών, τουλάχιστον κατά την περίοδο αβεβαιότητας που τις ακολουθεί. Η αγχώδης προσμονή, που προκαλείται από αυτή την αβεβαιότητα, μας ωθεί να βρούμε νόημα, όπως μαρτυρά εξάλλου το κείμενο αυτό.
Οι καταστροφές αυτές μπορούν να είναι φυσικές, κοινωνικές ή οικονομικές, αλλά είναι, όλο και συχνότερα, σύνθετες. Έτσι, το μεταναστευτικό κύμα εξαπλώνεται στην ευρωπαϊκή ήπειρο και περιπλέκεται με τη διασπορά της πανδημίας, την ίδια ώρα που η δαμόκλειος σπάθη μιας οικονομικής κρίσης κρέμεται πάνω από τον κόσμο.
Ο Rudolph Virchow, πατέρας της ιστολογικής παθολογίας και πολιτικός, έκανε παρόμοια παρατήρηση, ήδη τον 19ο αιώνα, όσον αφορά την πείνα και τον πόλεμο, όταν συμπορεύονταν με την πανούκλα. Οι καταστροφές, και πιο συγκεκριμένα αυτή της πανδημίας που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, μας επερωτούν γύρω από αυτό που είναι ένα σώμα σε κρίση, κρίση τόσο σε ατομικό όσο και συλλογικό επίπεδο, διότι μια επιδημία είναι, όπως έλεγε και πάλι ο Virchow, ένα κοινωνικό φαινόμενο, που περιλαμβάνει κάποιες ιατρικές πτυχές.
Η μαύρη πανώλη, από το 1347 μέχρι το 1352, σκότωσε 25 εκατομμύρια Ευρωπαίους, δηλαδή το ένα τρίτο του πληθυσμού της Γηραιάς Ηπείρου, και η ισπανική γρίπη του 1918-1919, 2,5% με 5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ωστόσο η αξία μιας ανθρώπινης ζωής δεν ήταν η ίδια, τότε και τώρα.
Αναβάθμιση της αξίας της υγείας
Η αρκετά ομοιογενής αντίδραση των κοινωνιών στην επιδημία της Covid-19 συνάδει με την αναβάθμιση της αξίας της υγείας ως αποτέλεσμα της τεχνικοεπιστημονικής προόδου, αλλά και ως εμπόρευμα που δικαιούμαστε όλοι. Κι αυτό, όπως έλεγε ο Lacan ήδη το 1966, «από τη στιγμή που η σχέση της ιατρικής με την υγεία αλλάζει, στον βαθμό που αυτή η κατά κάποιον τρόπο γενικευμένη εξουσία, που είναι η εξουσία της επιστήμης, δίνει σε όλους την ευχέρεια να έρθουν να ζητήσουν από τον γιατρό την αγαθοεργία του μ’ έναν συγκεκριμένο και άμεσο στόχο».
Ταυτοχρόνως η σχέση με την υγεία οδηγείται προς μια προληπτική ιατρική, που θα ήταν ικανή να μας κάνει αρκετά αποδοτικούς, έτσι ώστε να προσαρμοζόμαστε, όπως λέει η Barbara Stiegler, ακόμα και σ’ ένα υποβαθμισμένο περιβάλλον. Η δυνατότητα αποφυγής του θανάτου, με την αποτελεσματικότητα των σύγχρονων μέσων πρόληψης και αντίδρασης της ιατρικής, έγινε μια επιταγή της πιο υψηλής προτεραιότητας, πράγμα που δεν ίσχυε μισό αιώνα πριν, για παράδειγμα, το 1957-1958 με την ασιατική γρίπη και το 1968-1969 με τη γρίπη του Χονγκ-Κονγκ.
Είναι με τον SΑRS-CoV-1 το 2003-2004, και τη γρίπη των χοίρων το 2009, που τα κράτη ξεκίνησαν να σημαίνουν συναγερμό όσον αφορά τον κίνδυνο των επιδημιών. Είναι η πρώτη φορά που η δημόσια υγεία, τουλάχιστον για τον μισό πλανήτη, περνάει μπροστά από την οικονομία, μέσω του ελέγχου των μετακινήσεων των πληθυσμών, κατ’ αυτήν τουλάχιστον την περίοδο της επιδημικής κορύφωσης της Covid-19. Αυτή η πολιτική απόφαση ήταν επείγουσα σε μακροπρόθεσμη βάση, ανεξαρτήτως των επιδημιολογικών δεδομένων πάνω στις συνέπειες της καραντίνας σε σχέση με τη συλλογική ανοσία.
Οι κυβερνήσεις των «ανεπτυγμένων» χωρών, σε μεγάλη πλειοψηφία, δεν θα μπορούσαν να σηκώσουν την ευθύνη μιας αδράνειας μπροστά στη συσσώρευση των πτωμάτων και ύστερα από μια περίοδο, για κάποιες χώρες τουλάχιστον, τους οικονομικούς περιορισμούς στη δημόσια υγεία. Η εγγύτητα του θανάτου θα είχε τραυματίσει τη μεγάλη πλειονότητα των πολιτών, για τους οποίους τις τελευταίες δεκαετίες είχε γίνει της τάξης του εικονικού (για παράδειγμα, του θεάματος αυτοψιών στις τηλεοπτικές οθόνες).
Επιλεκτικό δικαίωμα
Ωστόσο αυτή η απόφαση θα έχει άλλες πολιτικές επιπτώσεις. Το δικαίωμα στην υγεία θα γίνει αναγκαστικά επιλεκτικό, εξαιτίας της έλλειψης υγειονομικών μέσων μπροστά στην απρόσμενη έκταση της επιδημίας. Και αυτό θα φτάσει πέρα από τα ατομικά κριτήρια του προσδόκιμου επιβίωσης κάθε ασθενή. Η επίπτωση της ταξικής προέλευσης είναι ήδη παρούσα: στις φτωχές χώρες ή σε αυτές που έχουν σημαντικές κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, οι φτωχότεροι θα είναι σαφώς αυτοί που θα έχουν τη λιγότερο αποτελεσματική περίθαλψη.
Οι καταχρήσεις του κράτους εξαίρεσης, που έφτασαν ακόμη και στην αναγκαστική παρακολούθηση των μετακινήσεων μέσω των κινητών τηλεφώνων σε κάποιες χώρες όπως η Κίνα, ενδέχεται να γίνουν ένα ολοκληρωτικό ιδεώδες, ακόμα και για τις δημοκρατίες, και παράλληλα να καταξιώσουν τις δυνατότητες των big data.
Η δημόσια υγεία θα μπορούσε, έτσι, να γίνει μια πρόφαση για να ποδοπατηθεί η πολιτική ζωή, μέσω π.χ. ενός εθνικισμού που υποτιθέμενα θα μπορούσε να περιορίσει τις επιδημίες ή μιας άλλης μορφής αυτοσχέδιου ολοκληρωτισμού, για παράδειγμα, ενός ψηφιακού καπιταλισμού. Last but not least, οι καταστροφικές συνέπειες της επιδημίας στις οικονομίες, παρ’ όλα τα δραστικά και γενναία αντίμετρα που πάρθηκαν σε πολλές χώρες, μας προειδοποιούν πως έχουν μόλις αρχίσει…
Σε πιο ατομικό επίπεδο, ο φόβος μετάδοσης θα μπορούσε να δώσει μια επιπλέον πρόφαση για να κλειδωθεί ο ατομικισμός (ή ο κοινοτισμός) σε ένα γενικευμένο παραλήρημα αμφιβολίας με την τρέλα της αφής (délire du doute avec folie du toucher ).
Αν το ΑΙDS συνεισέφερε στον νεοηθικισμό και σε μια σεξουαλική ασηψία των κοινωνικών χώρων, ο εγκλεισμός σε ατομικά ή, το πολύ, σε οικογενειακά ή εικονικά πλαίσια μέσω του διαδικτύου δεν είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την έξοδο από την κορύφωση της επιδημίας; Μετά την παράνοια σε εποχή πολέμου, η καταναγκαστική νεύρωση, εν καιρώ επιδημίας, δίνει το ψυχοπαθολογικό παράδειγμα ενός δαρβινικού πλεονεκτήματος.
Η φύση παραμένει κυρίαρχη
Οι θανατηφόρες επιδημίες είναι μια συνέπεια (της απόλαυσης) της ζωής, εξίσου δαρβινική: εδώ, ενός ιού ή ενός βακτηρίου που είχαν, από πάντα, την τάση να αλλάζουν ξενιστή, περνώντας από ένα ζώο (ζωονόσος) ή από έναν φυτικό οργανισμό στον άνθρωπο, μέσω της προσαρμογής τους από μεταλλάξεις εις βάρος του.
Δεν χρειάζονται βιολογικά όπλα ή η κακεντρέχεια κάποιου, διότι η φύση, παρ’ όλες τις κατακτήσεις της ιατρικής, μπορεί εύκολα να πάρει το πάνω χέρι. Και εν μέρει παραμένει κυρίαρχη, αφού η αναμονή του καλού καιρού ή της ανοσίας της αγέλης για να σταματήσει η επιδημία αντιστοιχούν σε μια εναπόθεση στη «Φύση» προκειμένου να βρει από μόνη της το φάρμακον. Μπορούμε να ευελπιστούμε πως αυτή η εμπειρία είναι ένα έναυσμα για να τη σεβόμαστε περισσότερο;
Επιπλέον, σύμφωνα με πολλούς ερευνητές, οι αρνητικές επιπτώσεις της δράσης του ανθρώπου πάνω στη φύση (η αποψίλωση των δασών, η αστικοποίηση, η εξαφάνιση ειδών, η βιομηχανική κτηνοτροφία και η κατανάλωση άγριων ζώων στοιβαγμένων στις αγορές) αυξάνει τον κίνδυνο των επιμολύνσεων από ζωονόσους. Ο άνθρωπος – φορέας κυκλοφορεί όλο και ταχύτερα σε αυτόν που θεωρεί αλαζονικά «πλανήτη του». Αν αυτές οι συνέπειες τώρα είναι αποδεδειγμένες, η μνήμη μας μακροπρόθεσμα δεν θα υποκύψει στην άρνηση, όταν πια οι άμεσες επιπτώσεις της επιδημίας θα έχουν περάσει;
Με έναν ρυθμό που ολοένα επιταχύνεται, οι φυσικές καταστροφές είναι, εν μέρει, αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, δεδομένης της παγκοσμιοποίησης και του καλπάζοντος νεοφιλελευθερισμού. Η πυρηνική απειλή, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, ήδη αρκετά αισθητό, και το κύμα της τρομοκρατίας είναι επίσης φαινόμενα στενά συνδεδεμένα με την ανθρώπινη δραστηριότητα, σε ατομικό και κυρίως συλλογικό επίπεδο.
Ο ρόλος των επιστημόνων
Η ηθική της ψυχανάλυσης έχει να κάνει με το Πραγματικό, που καθορίζει αφενός τις αυτοκαταστροφικές μας τάσεις ‒ ίδιον της ανθρώπινης φύσης – και αφετέρου την αδυναμία του Συμβολικού να απορροφήσει αυτό το Πραγματικό. Αυτή είναι δομική, αλλά γίνεται όλο και πιο αισθητή από το γεγονός ότι ο πληθωρισμός της τεχνικοεπιστημονικής προόδου αιφνιδιάζει τα άτομα και τις κοινωνίες, που δεν καταφέρνουν να τον διαχειριστούν, δεδομένης επίσης της επισφάλειας των σύγχρονων συμβολικών δομών.
Κάποιοι προσβλέπουν σε μια υπανάπτυξη, αλλά η φωνή τους δεν ακούγεται μπροστά στην εθιστική δύναμη της κατανάλωσης η οποία συνεργεί με την τεχνικοεπιστημονική ικανότητα παραγωγής των λεγόμενων «αγαθών».
Σε μια παγκοσμιοποιημένη υφήλιο, η απάντηση στις καταστροφές σε παγκόσμια κλίμακα ενδιαφέρει την ανθρωπότητα στο σύνολό της: η παλίρροια της επιδημίας, αν και μετακινείται με προορισμό μια άλλη ήπειρο, μπορεί να επιστρέψει στο σημείο εκκίνησης, αφού ο SARS-CoV-2 δεν γνωρίζει ούτε σύνορα ούτε φυλές. Αυτό το ενδεχόμενο ίσως διαψευστεί χάρη σε κάποιο φάρμακο, ορό ή εμβόλιο, ή ακόμη χάρη στον καλό καιρό… αλλά δεν έχει σημασία, όλα αυτά είναι αβέβαια.
(…) Οι καταστροφές εγκαλούν την επιστημονική κοινότητα στο πλαίσιο τόσο των λεγόμενων θετικών όσο και των ανθρωπιστικών επιστημών, όχι μόνο για να δοθεί ένα πρόσχημα ερευνών – ας ελπίσουμε τουλάχιστον. Η γνώμη της θα έπρεπε να παίζει ουσιαστικό ρόλο στον καθορισμό της χάραξης των πολιτικών γραμμών για την πρόληψη των καταστροφών που επέρχονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και τον περιορισμό των συνεπειών των ψυχικών τραυματισμών. Και οι δυο περιπτώσεις αφορούν την ψυχανάλυση και την ιατρική, αλλά και τον διάλογό τους.
* Το κείμενο αυτό είναι το επίμετρο στο βιβλίο «Το σώμα σε κρίση στον ψυχαναλυτικό και τον ιατρικό λόγο», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κουκκίδα και αποτελεί τη μεταγραφή ενός μέρους των παρεμβάσεων στο διεθνές διεπιστημονικό συνέδριο που έγινε στην Αθήνα στις 7, 8 και 10 Νοεμβρίου 2014, στο πλαίσιο της συνεργασίας του τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών με τη Μονάδα Εκπαίδευσης και Έρευνας του Πανεπιστημίου Παρίσι 7 Denis – Diderot
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 2140 στις 27-08-2020