«Ο χαρακτήρας και η ένταση των κρίσεων που βιώσαμε την τελευταία δεκαετία, επιβεβαιώνουν με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο την ανάγκη αλλαγής πορείας. Κάποιοι, έχουν μιλήσει για μια νέα Μεταπολίτευση. Δεν αρκεί. Δεν αρκεί γιατί, ούτε τα αίτια της πρόσφατης κρίσης προσδιορίζει, ούτε μια νέα πορεία οριοθετεί», επισημαίνει ο Γιώργος Παπανδρέου σε εκτενή παρέμβασή του με αφορμή την επέτειο της Διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη 1974.

Ο πρώην πρωθυπουργός και νυν βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής αναφέρεται στη κρίσιμη ένταση με την Τουρκία και υποστηρίζει πως «είναι ευνόητο ότι για να καταστεί η χώρα μας ισχυρή, δεν αρκεί η προμήθεια εξοπλιστικών συστημάτων. Η οικονομία, η δημοκρατική λειτουργία των θεσμών, η αποτελεσματική διακυβέρνηση, η μείωση των ανισοτήτων και η κοινωνική συνοχή, κάνουν τη διαφορά. Η ισχυρή Ελλάδα, δημοκρατικά και οικονομικά, ήταν εκείνη που συνομιλούσε με την Τουρκία χωρίς φόβο. Απαιτείται λοιπόν, υπέρβαση των αντιλήψεων και των πρακτικών που επικράτησαν και μετά τη Μεταπολίτευση».

Ο κ. Παπανδρέου σημειώνει πως η διακήρυξη της ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ το 1974, έθεσε το βασικό εσωτερικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας που ήταν οι πελατειακές σχέσεις των κομμάτων και η ανάγκη υπέρβασή τους. Παρεδέχεται πάντως πώς μπορεί το ΠΑΣΟΚ να βρέθηκε στην εξουσία και να ήταν αυτό που προώθησε όσο κανένας άλλος τις δεσμεύσεις που ανέλαβε για την υπέρβαση αυτών των παθογενειών, ωστόσο κάνει έμμεση αυτοκριτική για λάθη και παραλείψεις του.

«Και παρά τις ισχυρές αντιστάσεις, τις νοοτροπίες αλλά και πειρασμούς στους οποίους το ίδιο υπέπεσε κατά καιρούς στη διαχείριση της εξουσίας, ήταν η μόνη δύναμη που έκανε γιγαντιαία προσπάθεια να σπάσει την εξάρτηση του πολίτη από το πελατειακό σύστημα. Από το ΑΣΕΠ, τα ΚΕΠ, την αποκέντρωση, το δημόσιο σύστημα υγείας, τις υποδομές στην περιφερειακή Ελλάδα, τις ανεξάρτητες αρχές, τη διαφάνεια, τη διαύγεια, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, την αξιοκρατία στις επιλογές στελεχών από το κράτος, μέχρι τη δικαιοσύνη, οι Κυβερνήσεις του Ανδρέα, του Κώστα Σημίτη αλλά και του ΠΑΣΟΚ του 2009-11, άφησαν πίσω τους πληθώρα δημοκρατικών θεσμικών αλλαγών» αναφέρει.

Συμπληρώνει πως «το θηρίο που λέγεται εξάρτηση από το πελατειακό κράτος δεν το σκοτώσαμε. Φάνηκε με τη διαχείριση της οικονομίας μας το 2004-2009 επί Νέας Δημοκρατίας. Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ αφομοιώθηκε πολύ γρήγορα από τα γρανάζια του πελατειασμού. Ας αναρωτηθούμε λοιπόν, είμαστε, ως συλλογικό υποκείμενο, ως πολιτεία, σε άρνηση να αναμετρηθούμε με ό,τι μας κρατά δέσμιους; Δέσμιοι ενός πολιτικού περιβάλλοντος που περισσότερο κοιτάζει προς το παρελθόν παρά προς το μέλλον; Το ερώτημα παραμένει και σήμερα επίκαιρο».

Κάνοντας αναφορά στην ατομική ευθύνη καθενός και γενικότερα της κοινωνίας και κριτική στο τρόπο που η κυβέρνηση διαχειρίστηκε τη δεύτερη φάση της πανδημίας, ο πρώην πρωθυπουργός τονίζει πώς «ήρθε η ώρα να συζητήσουμε σοβαρά, με ευθύνη – και με αφορμή ότι το 2021 συμπληρώνονται 200 χρόνια από τον Εθνικοαπελευθερωτικό μας Αγώνα, για μια νέα αυτοδιάθεση, για έναν νέο Πατριωτισμό.

Έναν Πατριωτισμό, δυναμικό, εξωστρεφή και κάθε άλλο παρά φοβικό, που αντιμετωπίζει κάθε πρόκληση με αξιοπρέπεια, με τις δικές μας δυνάμεις, που στέκεται παντού στον κόσμο ισότιμα, που επιζητά συνεχώς την αναμέτρηση με το νέο.

Έναν Πατριωτισμό, που αναδεικνύει ότι, για να μεγαλουργήσουμε απαιτείται όραμα, σχέδιο και συλλογική δράση, με γνώμονα την υπεράσπιση της αυτονομίας του μοναδικού παράγοντα που μπορεί να συλλειτουργείται και να ελέγχεται από τους πολίτες, της πολιτικής.

Η επανάσταση του αυτονόητου, είναι η μεγάλη απαίτηση των καιρών για την Ελλάδα, για τους Έλληνες, που για να οικοδομήσουν μια βιώσιμη πορεία στους δύσβατους δρόμους ενός πολυπολικού κόσμου, μια επιλογή έχουν:

Να απαντήσουν με περισσότερη δημοκρατία, στη θεσμική κρίση που χαρακτηρίζει αυτό που ονομάζουμε «Ελληνικό πρόβλημα».

Η Ελλάδα που μπορεί και πρέπει να οικοδομηθεί με πρόσημο δημοκρατικό και προοδευτικό, δεν μπορεί παρά να αποτελεί και τη στρατηγική στόχευση και επιδίωξη των προοδευτικών δυνάμεων του τόπου.

Η μεγάλη προοδευτική αλλαγή, αποτελεί την ιστορική πρόκληση και συνάμα αποστολή των προοδευτικών πολιτών, των προοδευτικών δυνάμεων.

Δυναμώνω την Ελλάδα, για εμάς τους δημοκράτες σοσιαλιστές, σημαίνει απελευθερώνω τους Έλληνες για να μεγαλουργήσουν.

Αυτή είναι η ιδεολογική μας διαφορά από τη δεξιά, που θέλει να ελέγχει τη μοίρα των Ελλήνων καθιστώντας τους όμηρους σε συμφέροντα και κατεστημένα. Αυτή είναι η ιδεολογική μας διαφορά και από την άλλη αριστερά, που θέλει να ελέγχει την μοίρα των Ελλήνων, μια κομματική νομενκλατούρα, για να αναπαράγει την εξουσία της, δήθεν, στο όνομα του λαού.

Η Προοδευτική Παράταξη άλλαξε την Ελλάδα, γιατί πάλεψε για να απελευθερώσει τις υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου, έδωσε φωνή στους Έλληνες.

Αυτό είναι και σήμερα το μεγάλο στοίχημα που πρέπει να κερδίσουν οι προοδευτικές δυνάμεις».

Ας θυμηθούμε, λοιπόν, αυτές τις μέρες, μια ακόμα ρήση του Ανδρέα: “Ένας λαός που πιστεύει στον εαυτό του, στις δυνάμεις του, μπορεί τα πάντα να υπερβαίνει”.

Ας απελευθερώσουμε τη σκέψη μας από τη μιζέρια των τελευταίων ετών και ας πιστέψουμε ξανά στις δυνάμεις μας».