αλβανικό μέτωπο

Ήταν 28 Οκτωβρίου 1940, όταν με ένα τελεσίγραφο, το οποίο παρέδωσε αυτοπροσώπως ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι, στον Έλληνα δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, απαιτώντας την ελεύθερη διέλευση του Ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Βασιλείου της Ελλάδος, (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του, στη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική. Αμέσως, ο Έλληνας δικτάτορας απάντησε στον Ιταλό: “Alors, c’est la guerre!” (Λοιπόν, πάμε σε πόλεμο). Το ΟΧΙ -αν ειπώθηκε ποτέ- ήταν η απάντηση στο ερώτημα «Δεν έχουμε άλλη λύση» του Γκρατσι. Κι αυτό, χωρίς ιστορικά ντοκουμέντα να το επιβεβαιώνουν. H απάντηση όμως του λαού της Ελλάδας ήταν όντως «ΌΧΙ».

Ο λαός της Ελλάδας ήταν προετοιμασμένος για τον πόλεμο και σίγουρα ήθελε να αποδείξει πως ο φασισμός στην χώρα μας δεν είναι καλοδεχούμενος. Από το ελληνοαλβανικό μέτωπο, τις γυναίκες της Ηπείρου, την αντίσταση, τον ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και τις τεράστιες αντιφασιστικές συγκεντρώσεις στις μεγάλες πόλεις της χώρας, το «ΌΧΙ» του λαού, ήταν η πραγματική απάντηση απέναντι στον φασισμό και αργότερα στον Ναζισμό. Ήδη, από τα προηγούμενα χρόνια άλλωστε και το κυνήγι των Ελλήνων Εβραίων της χώρας, οι Έλληνες έδειχναν την συμπαράστασή τους στους αλλόθρησκους συμπολίτες τους, είτε παρέχοντάς τους κρυψώνα, είτε βοηθώντας τους να διαφύγουν. «Θάνατος στον φασισμό», φώναζαν ρυθμικά οι διαδηλωτές μπροστά στα μάτια των αστυνομικών. Οι έφεδροι γέμιζαν τα κέντρα επιστράτευσης. Η ίδια εικόνα και σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας. Έτσι άρχισε μια απ’ τις πιο ένδοξες σελίδες της ελληνικής ιστορίας. Το έπος του ’40 είναι κάτι πολύ μεγάλο για την ιστορία μας και συμβολίζει μία περίοδο, που δεν πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ.

Το κεφάλαιο Εθνική Αντίσταση

Άνθρωποι από κάθε μεριά της χώρας, έδιναν τον δικό τους αγώνα για να αντισταθούν στον εχθρό, σχεδόν αμέσως μετά την πτώση και την συνθηκολόγηση της Ελλάδας, τον Απρίλιο του 1941. Μικρές ομάδες πολιτών είτε μεγαλύτερες, οργανώνονταν και πολεμούσαν με κάθε τρόπο: Από τους αντάρτες των βουνών, μέχρι και τους καλλιτέχνες που κρατούσαν ζωντανό το πάθος για την ελευθερία, πολεμούσαν καθημερινά τον εχθρό, τους δωσίλογους, τους μαυραγορίτες και την πείνα της κατοχής. Η Εθνική Αντίσταση για πρώτη φορά αναγνωρίστηκε το 1982 στην Ελλάδα στον πλαίσιο της Εθνικής Συμφιλίωσης που ήθελε να πετύχει ο τότε Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου. Συγκεκριμένα, με το νόμο του 1982, αφαιρέθηκαν οι παράγραφοι για αποκλεισμό οργανώσεων και αναγνωρίστηκαν ρητά οργανώσεις που δεν διαλύθηκαν και συνέχισαν ένοπλο αγώνα κατά τον Εμφύλιο πόλεμο, ενώ καθιερώθηκε ως ετήσιος πανελλαδικός εορτασμός της Εθνικής Αντίστασης η Επέτειος της Μάχης του Γοργοποτάμου.

Το «ΌΧΙ» του ’40 – Οι αγώνες του σήμερα

Σήμερα δεν βρισκόμαστε υπό καθεστώς κατοχής, ούτε σε εμπόλεμη ζώνη. Ο 21ος αιώνας έχει φέρει συμφορές άλλου χαρακτήρα, τις οποίες αναγκαζόμαστε να αντιμετωπίσουμε σύσσωμη η παγκόσμια κοινότητα, ήδη από τις αρχές του. Το τέρας του φασισμού βρήκε την ευκαιρία να διεισδύσει ξανά στις κοινωνίες μας καθώς επήλθε μια ραγδαία άνοδος επικίνδυνων ακροδεξιών μορφωμάτων σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες, με αφορμή την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Αλλά η συγκεκριμένη άνοδος δεν είναι τυχαία. Η ιστορία επαναλαμβάνεται και η πολιτική επιστήμη επιβεβαιώνεται. «Οι περίοδοι κρίσεων επιτρέπουν ολοκληρωτικά μορφώματα και καθεστώτα να ανθίσουν». Κι άλλωστε ας μην ξεχνάμε πως το φασιστικό κόμμα του Μουσολίνι αλλά και το ναζιστικό του Χίτλερ άρχισαν να ανεβαίνουν λίγα χρόνια μετά από το περιβόητο κραχ του 1929 και την μεγάλη Παγκόσμια Οικονομική Ύφεση.

Έτσι λοιπόν, εν έτει 2020, με την πανδημία του κορωνοϊού να μας επιφυλάσσει μια νέα οικονομική και ανθρωπιστική κρίση σε παγκόσμιο επίπεδο, το μόνο που δεν πρέπει να κάνουμε είναι να ξεχάσουμε το παρελθόν μας. Στην χώρα μας, μπορεί η Χ.Α να φυλακίστηκε ως μία εγκληματική οργάνωση, παρόλα αυτά το «φίδι» του φασισμού, του μισανθρωπισμού και του φανατισμού μπορεί να κρύβεται παντού και ο μόνος τρόπος για να το θρέψουμε είναι να του δίνουμε εμείς οι ίδιοι δύναμη. Και η δύναμη αυτή δεν είναι άλλη από τη λήθη…

ΟΚΤΩΒΡΗΣ 1940, Γ. Ρίτσος

Ανοίγουν τα παράθυρα
κι όσοι μένουν χαιρετούν αυτούς που φεύγουν
και φεύγουν όλοι.
Γέμισαν οι πόλεις με τύμπανα και σημαίες.
Ορθή η αυγή σημαιοστολίζει τα όνειρα μας.
Κι η Ελλάδα λάμπει μεσ’ στα φώτα των ονείρων μας.
Ο ήλιος πλυμένος
με το καθαρό πρόσωπο στραμμένο στον άνθρωπο
χαιρετάει τους δρόμους που κρατούν στη μάχη.
Αυτοκίνητα περνούν γεμάτα πλήθος.
Αποχαιρετιούνται στις πόρτες και γελάνε
κι ύστερα ακούγονται τ’ άρβυλα στην άσφαλτο
το μεγάλο τραγούδι των αντρίκειων βημάτων
που μακραίνει και σβήνει στο μάκρος του δρόμου
ως το βραδινό σταθμό με τα χαμηλωμένα φώτα.
Εκεί τρένα περιμένουν
σφυρίζουν λίγο έξω απ’ την πόλη
ακούγονται αποχαιρετιστήριοι πυροβολισμοί
κι ύστερα όλα σωπαίνουν και περιμένουν.
Διαβάζουμε τα τελευταία παραρτήματα:
Νικούμε. Νικούμε.
Πάντα νικάει το δίκιο.
Μια μέρα θα νικήσει ο άνθρωπος.
Μια μέρα η λευτεριά θα νικήσει τον πόλεμο.

Αδέρφια μου. Αδέρφια μου, μια μέρα θα νικήσουμε για πάντα.

Άννα Σαϊνίδου