Ένα πρωϊνό του Δεκεμβρίου, μια από τις αγορές τροφίμων στην κινεζική πόλη Γουχάν είναι γεμάτη από κόσμο που πήγε να αγοράσει λαχανικά αλλά και ζωντανά ψάρια, βατράχους και χελώνες. Σχεδόν ένα χρόνο αφού η πόλη ανακοίνωσε τα πρώτα κρούσματα κορωνοϊού σε μια από τις αγορές της και ενώ πολλές άλλες χώρες παραμένουν στον κλοιό του νέου κύματος της πανδημίας, η ζωή στην Γουχάν έχει επιστρέψει σε μεγάλο βαθμό στους κανονικούς της ρυθμούς.

«Δεν φοβάμαι. Τι υπάρχει για να φοβηθώ;», δήλωσε η Νίε Γκουανγκτζέν, που πουλά ψάρια και λαχανικά. Η Νίε και άλλοι καταστηματάρχες κατά μήκος ενός στενού δρόμου, που αποτελεί τμήμα της ευρύτερης αγοράς, ήταν απασχολημένοι με το να καθαρίζουν ψάρια για τους πολυάριθμους αγοραστές –κάποιοι εκ των οποίων δεν φορούσαν μάσκα– ενώ τα συνεργεία καθαρισμού της πόλης ψέκαζαν τα πεζοδρόμια.

Λίγα πράγματα έχουν μείνει να θυμίζουν τον ρόλο της Γουχάν στην αρχή της πανδημίας του κορωνοϊού, που έχει μολύνει έως τώρα πάνω από 67 εκατ. άτομα σε όλο τον κόσμο και έχει στοιχίσει τη ζωή σε σχεδόν 1,5 εκατ. ανθρώπους, σύμφωνα με το ethnos.gr.

Η Κίνα ειδοποίησε αρχικά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για 27 κρούσματα μιας «ιογενούς πνευμονίας» στην Γουχάν, στις 31 Δεκεμβρίου. Οι αρχές έκλεισαν την αγορά στην πόλη την επόμενη ημέρα, αφού ανακάλυψαν ότι κάποιοι από τους ασθενείς ήταν έμποροι ή εργάζονταν εκεί.

Αυτό σηματοδότησε την αρχή μιας σκοτεινής περιόδου για την αυτή την πόλη των 11 εκατ. κατοίκων στην κεντρική Κίνα. Οι μολύνσεις γρήγορα εκτοξεύθηκαν στα 50.000 κρούσματα, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν 4.000 θανάτων. Οι αξιωματούχοι αντέδρασαν επιβάλλοντας άμεσα ένα σκληρό lockdown 76 ημερών, τοποθετώντας κίτρινα προστατευτικά οδοφράγματα σε μήκος χιλιομέτρων στους ερημωμένους δρόμους της πόλης προκειμένου να κρατήσουν τον κόσμο στα σπίτια τους και τις επιχειρήσεις κλειστές.