«Το Υπουργείο Οικονομικών, στο πλαίσιο του δανειακού και διαχειριστικού προγράμματος του χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους για το 2021, έχει ξεκινήσει τη διαδικασία για μία νέα πρόωρη αποπληρωμή, το αμέσως προσεχές διάστημα, ποσού ύψους περίπου 3,6 δισ. ευρώ, από τα υφιστάμενα δάνεια που έχει λάβει η χώρα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Η αποπληρωμή θα πραγματοποιηθεί σε συνεννόηση και εφαρμόζοντας πλήρως τους όρους και τις συμβατικές υποχρεώσεις του Ελληνικού Δημοσίου έναντι των πιστωτών του, διατηρώντας σταθερό το πλαίσιο της περιόδου εποπτείας και ενεργή τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων μερών.
Η εν λόγω αποπληρωμή θα αφορά το μέρος των δανείων με λήξεις εντός των ετών 2021 και 2022. Είναι η δεύτερη που λαμβάνει χώρα από την παρούσα Κυβέρνηση, μέσα σε ένα χρόνο, αποπληρώνοντας έτσι 6,3 δισ. ευρώ από τα συνολικά περίπου 8 δισ. ευρώ του δανεισμού από το ΔΝΤ μέχρι το καλοκαίρι του 2019, ήτοι περίπου το 80% αυτού.
Με τη νέα αυτή προεξόφληση επιτυγχάνεται περαιτέρω και άμεσα η βέλτιστη αξιοποίηση των ταμειακών διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου, η μείωση του επιτοκιακού και συναλλαγματικού κινδύνου, η μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης για τα επόμενα δύο έτη, ενώ βελτιώνονται οι βασικοί δείκτες βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, όπως ο δείκτης ετήσιων μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών ως ποσοστό του ΑΕΠ, καθώς και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ.
Εξαιτίας αυτών των παραγόντων αναμένεται και η νέα αυτή πρόωρη αποπληρωμή να εκληφθεί ως ένα πολύ θετικό γεγονός αναφορικά με το αξιόχρεο του Ελληνικού Δημοσίου, τόσο από τους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όσο και από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Οικονομικών, με την πολύτιμη συμβολή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), παρά τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες που έχει επιφέρει η πανδημία, κάνοντας κάθε φορά, με ακρίβεια και σταθερότητα, βήματα που σταδιακά οδηγούν στην κανονικότητα, συνεχίζει με συνέπεια την υλοποίηση μίας ισόρροπης οικονομικής πολιτικής, η οποία αφενός παρέχει εγκαίρως την απαραίτητη βοήθεια σε όλους όσους έχουν πληγεί, επιδεικνύοντας κοινωνική αλληλεγγύη, και αφετέρου οδηγεί σε συνεχή αναβάθμιση του κύρους της χώρας».