Ο δημόσιος έλεγχος των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης επιτακτική ανάγκη για την προστασία της ιδιωτικότητας και της δημοκρατίας

 

Ο Μιχάλης Μπλέτσας, Διευθυντής Πληροφορικής στο Media Lab του ΜΙΤ, παραχώρησε συνέντευξη στο Παρατηρητήριο των Κοινών του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ και επισήμανε την ανάγκη δημιουργίας υπερεθνικής ρυθμιστικής αρχής προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες παθογένειες που προκαλεί η μονοπωλιακή παντοδυναμία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Τονίζει ότι έχει έρθει η ώρα η διαφάνεια, το φορολογικό καθεστώς και ο έλεγχος των «κακόβουλων» αλγορίθμων να βρουν θέση στην πολιτική ατζέντα και να αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιου ελέγχου. Την ίδια στιγμή, όπως αναφέρει, η διαχείριση των συμπεριφορικών δεδομένων ως κοινού αγαθού έχει δυνητικά πολλά πλεονεκτήματα.

 

 

– Σε πρόσφατη συνέντευξή σας είχατε αναφέρει ότι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τους χρήστες οι ψηφιακές πλατφόρμες θυμίζει τη φεουδαρχία του μεσαίωνα. Θα θέλατε να μας εξηγήσετε την αναλογία;

 

Όπως στην φεουδαρχία οι υποτελείς του φεουδάρχη αντάλλαζαν τους καρπούς των κόπων τους με τα απαραίτητα για τη διαβίωση τους αγαθά -με τον φεουδάρχη ως μοναδικό προμηθευτή που έλεγχε απόλυτα τη διαδικασία- έτσι και στις πλατφόρμες, οι χρήστες ανταλλάσσουν τα συμπεριφορικά τους δεδομένα με επικοινωνία και διασκέδαση. Το τι τους προσφέρεται καθορίζεται από τους αλγορίθμους της πλατφόρμας, με κύριο κριτήριο την αύξηση της ενασχόλησης τους με αυτή.

 

– Ποιες πιστεύετε ότι πρέπει να είναι οι σχετικές απαραίτητες ρυθμίσεις σε θεσμικό και νομικό επίπεδο, προκειμένου να προστατευθεί το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και η δημοκρατία;

 

Βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να μπουν περιορισμοί στη συλλογή των συμπεριφορικών δεδομένων, καθώς και στη διάρκεια «ζωής» τους στην κάθε πλατφόρμα. Είναι επίσης αναγκαία περισσότερη διαφάνεια γύρω από τους τρόπους χρήσης τους από τις πλατφόρμες. Από οικονομική άποψη, το σημερινό καθεστώς ανταλλαγής συνιστά φοροδιαφυγή και θα πρέπει να αλλάξει η φορολόγηση των πλατφορμών έτσι ώστε να λαμβάνεται υπόψη και η παραγωγή της πρώτης τους ύλης, δηλαδή των συμπεριφορικών δεδομένων. Για παράδειγμα, φορολόγηση των κερδών ανάλογα και με τη γεωγραφική κατανομή των χρηστών τους. Υποχρέωσή τους να προσφέρουν και επί πληρωμή υπηρεσίες που δεν θα υποστηρίζονται από τη διαφήμιση. Δραστικός περιορισμός της στόχευσης και του όγκου των πολιτικών διαφημίσεων, έτσι ώστε αυτές να μπορούν να κρίνονται από το ευρύ κοινό. Μακροπρόθεσμα χρειάζονται μηχανισμοί προκειμένου τα δεδομένα να παραμένουν υπό τον έλεγχο (και) του παραγωγού τους.

 

– Θα μπορούσε η λειτουργία των αλγορίθμων αιχμαλώτισης της προσοχής και διαχείρισης των συμπεριφορικών μας δεδομένων -όπως για παράδειγμα παραμετροποιημένοι αλγόριθμοι που στοχεύουν στη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας των αναρτήσεων και παρέχουν πρόσθετη ορατότητα σε περιεχόμενα που προκαλούν θυμό ή συγκίνηση- να αποτελέσουν αντικείμενο ρύθμισης από κάποια εξωτερική θεσμική αρχή;

 

Από τη στιγμή που δεχόμαστε την ανταλλαγή συμπεριφορικών δεδομένων με επικοινωνία και ψυχαγωγικό περιεχόμενο, έχουμε άμεση ανάγκη από μια υπερεθνική ρυθμιστική αρχή. Οι πλατφόρμες είναι απολύτως υπεύθυνες για τους αλγορίθμους τους και τις κοινωνικές τους επιδράσεις για τις οποίες σήμερα ελάχιστα ενδιαφέρονται μιας και προτεραιότητα τους είναι η κερδοφορία τους. Από εκεί και πέρα είναι σημαντικό να διαχειριστούμε σωστά τις προσδοκίες μας. Πέρα από το επιχειρηματικό τους μοντέλο, οι αρνητικές επιδράσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι κύρια αποτέλεσμα έλλειψης παιδείας και ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να αντιμετωπιστεί είναι η εισαγωγή «της εγγραμματοσύνης μέσων» (media literacy) στο εκπαιδευτικό σύστημα όσο πιο νωρίς γίνεται. Επιπρόσθετα αυτό είναι κάτι που γίνεται σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο, οπότε και δεν υπάρχει κανένας λόγος για να μην αρχίσει να γίνεται άμεσα.

 

– Σε ποιο βαθμό πρόκειται για ένα πολιτικό ή και γεωπολιτικό θέμα και πώς βλέπετε τις πολιτικές δυνάμεις να τοποθετούνται σχετικά;

 

Προφανώς και πρόκειται για μέγα πολιτικό θέμα, το οποίο όμως δεν ευθυγραμμίζεται με τον παραδοσιακό άξονα Αριστεράς-Δεξιάς. Είναι και γεωπολιτικό θέμα λόγω του παγκόσμιου χαρακτήρα που έχουν οι πλατφόρμες. Το επιχειρηματικό μοντέλο των πλατφορμών («δωρεάν» υπηρεσίες στους χρήστες) έχει βραχυκυκλώσει τις παραδοσιακές αντιμονοπωλιακές προσεγγίσεις και το μέγεθος τους τις αφήνει εκτός ακτίνας ελέγχου από τις περισσότερες κυβερνήσεις. Η στάση των πολιτικών δυνάμεων απέναντί τους δεν φαίνεται να διαφέρει πολύ και προς το παρόν χαρακτηρίζεται αφενός από αμηχανία, αφετέρου από τάση εκμετάλλευσης τους με προπαγανδιστικούς στόχους.

 

– Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα στην Ευρώπη υπήρξαν δημόσιες πρωτοβουλίες στα οπτικοακουστικά μέσα, όπως η δημιουργία του BBC, ως αντίβαρο στην κυριαρχία των ιδιωτικών συμφερόντων και της διαφημιστικής αγοράς. Πιστεύετε ότι δημόσια κοινωνικά δίκτυα και ψηφιακές πλατφόρμες θα μπορούσαν να παρέχουν υπηρεσίες με τρόπο εναλλακτικό του σημερινού; Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να οδηγήσει σε επενδύσεις σε ψηφιακές πλατφόρμες και τεχνολογικά μέσα που θα λαμβάνουν υπόψη την κοινωνική ωφελιμότητα;

 

Το PBS στις ΗΠΑ νομίζω είναι καλύτερο παράδειγμα από το BBC στη συγκεκριμένη περίπτωση, μιας και στην Ευρώπη τα κρατικά μέσα προηγήθηκαν των ιδιωτικών. Όχι όμως, δεν πιστεύω ότι χρειάζονται δημόσια μέσα. Εκείνο που χρειάζεται είναι ουσιαστικός δημόσιος έλεγχος. Σωστά οι πλατφόρμες δεν είναι υπεύθυνες για το περιεχόμενο που ανεβάζουν οι χρήστες τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί το σύστημα να λειτουργήσει χωρίς έλεγχο -τα πρόσφατα γεγονότα στις ΗΠΑ έδειξαν ξεκάθαρα το τεράστιο κενό που υπάρχει στο συγκεκριμένο θέμα. Και σαφώς οι πλατφόρμες είναι υπεύθυνες για τους αλγορίθμους τους και τη μεγαλύτερη ταχύτητα διάδοσης των ψευδών ειδήσεων που αυτοί προκαλούν σήμερα. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χρειάζονται το δικό τους εξειδικευμένο υπερεθνικό ρυθμιστικό φορέα.

 

-Υπάρχουν προγράμματα του ΜΙΤ ή άλλων πανεπιστημίων στις ΗΠΑ που να μεριμνούν για το πρόβλημα και να ενισχύουν τη δημιουργία εναλλακτικών στη λειτουργία των ψηφιακών πλατφορμών; Σε ποια έκταση η ακαδημαϊκή έρευνα συνδέεται με τους τεχνολογικούς κολοσσούς και κατά πόσο το αντικείμενο της έρευνας διαμορφώνεται από τις δικές τους προτεραιότητες;

 

Καταρχήν δεν νομίζω ότι η λύση στο πρόβλημα θα έρθει από εναλλακτικές πλατφόρμες. Είναι ξεκάθαρα θέμα μεγέθους. Αυτή η γιγάντωση που τις προστατεύει από τον ανταγωνισμό, δίνει στις πλατφόρμες τη δυνατότητα να είναι σημαντικοί χρηματοδότες ακαδημαϊκής έρευνας, βασικής και εφαρμοσμένης. Στην περίπτωση του ΜΙΤ, η δική μου εμπειρία είναι ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες χρηματοδοτούν έρευνα περισσότερο για λόγους εταιρικής ευθύνης και για να καλλιεργήσουν σχέσεις με πιθανούς μελλοντικούς τους υπαλλήλους και λιγότερο γιατί προσβλέπουν σε άμεσα αξιοποιήσιμα αποτελέσματα. Η δική μου κριτική στις πλατφόρμες βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην έρευνα που γίνεται γύρω μου στο ΜΙΤ. Το άρθρο στο Science που αποδεικνύει τη μεγαλύτερη ταχύτητα μετάδοσης των ψεύτικων ειδήσεων στο Twitter υπογράφεται από καθηγητή του Media Lab ο οποίος λαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης του από το ίδιο το Twitter! Στην έρευνα που γινόταν τη δεκαετία του ‘90 στο Media Lab γύρω από τους συνδεδεμένους αισθητήρες και τις έξυπνες συσκευές (αυτό που σήμερα συλλογικά αποκαλούμε το διαδίκτυο των πραγμάτων), η πληροφορία παρέμενε πάντα υπό τον έλεγχο του χρήστη. Η σημερινή συγκέντρωση της στο υπολογιστικό σύννεφο ήταν ένα δυστοπικό σενάριο.

 

– Σε ποιο βαθμό θα μπορούσαν τα συμπεριφορικά και άλλα δεδομένα να αποτελέσουν αντικείμενο διαχείρισης με όρους κοινού αγαθού όπως για παράδειγμα προτείνεται για αγαθά σαν το DNA ή οι τους σπόρους; Ποια είναι η γνώμη σας για σχετικές προσπάθειες που συγκροτούνται όπως τα Data Unions (σ.σ. Ενώσεις/Συνδικάτα Δεδομένων);

 

Νομίζω ότι αρχικά χρειάζονται περιορισμοί ως προς τι είδους συμπεριφορικά δεδομένα μπορούν να συλλεχθούν. Υπό αυτή την προϋπόθεση, η διαχείριση τους με όρους κοινού αγαθού έχει δυνητικά πολλά πλεονεκτήματα, ειδικά στις εφαρμογές υγείας, αλλά και στη δημιουργία προϋποθέσεων για πιο υγιή ανταγωνισμό. Γενικά βλέπω θετικά όλες τις προσπάθειες που κατευθύνονται προς την απόδοση μεγαλύτερου ελέγχου των δεδομένων από το αντικείμενο/παραγωγό τους.

 

 

– Ποια είναι η γνώμη σας για το αίτημα που ακούγεται και συγκροτείται όλο και περισσότερο -ιδιαίτερα με την αφορμή των εμβολίων για την Covid19- «δημόσια χρηματοδότηση, δημόσια ιδιοκτησία»;

 

Ένας από τους βασικούς λόγους που είχαμε τόσο γρήγορα αποτελέσματα στην ανάπτυξη των εμβολίων για τον Covid-19 ήταν η μεταφορά μεγάλου μέρους του επιχειρηματικού ρίσκου των φαρμακευτικών εταιρειών στο δημόσιο τομέα. Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όμως: υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της βασικής έρευνας (η οποία συνήθως χρηματοδοτείται από τον δημόσιο τομέα) και της πρακτικής εφαρμογής της και εκεί η δημόσια ιδιοκτησία συχνά είναι αντικίνητρο για τις απαραίτητες επενδύσεις. Στην περίπτωση των εμβολίων και στο στάδιο που βρισκόμαστε σήμερα στην Ευρώπη, με μεγάλες δυσκολίες στην παραγωγή, στη διανομή και στον εμβολιασμό, το ποιος έχει την πατέντα ενός συγκεκριμένου εμβολίου έχει ελάχιστη σημασία. Όμως στο επόμενο στάδιο αυτό θα αλλάξει δραστικά και θα παίξει σημαντικό ρόλο ως προς το πόσο γρήγορα θα μπορέσει το εμβόλιο να πάει στις αναπτυσσόμενες χώρες. Κάτι που πιστεύω ότι είναι η επόμενη πιο σημαντική πρόκληση για την ανθρωπότητα.

 

– Θα μπορούσατε να μας δώσετε μία εικόνα της δουλειάς του Media Lab του MIT και πώς συνδέεται με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει συνολικότερα η ανθρωπότητα στην παρούσα φάση; Τι μπορούμε να περιμένουμε;

 

Το MIT Media Lab δραστηριοποιείται στη διεπαφή ανθρώπου και τεχνολογίας προσπαθώντας κυρίως να επιμορφώσει μέσω της δημιουργίας και επίδειξης τεχνολογίας και τεχνολογικών σεναρίων για το άμεσο και όχι μόνο μέλλον. Σήμερα οι δραστηριότητες του εργαστηρίου επεκτείνονται από την έρευνα στην ηθική γενετική τροποποίηση ζωντανών οργανισμών και τη δημιουργία βιολογικών αισθητήρων, στις προκλήσεις της ζωής στο διάστημα και στην ανάπτυξη μηχανισμών διαχείρισης προσωπικών δεδομένων. Πρόσφατα μάλιστα ανακοίνωσε τη δημιουργία του Κέντρου για την Εποικοδομητική Επικοινωνία το οποίο μέσω της ανάλυσης δεδομένων προσπαθεί να κατανοήσει τη σημερινή δυναμική των μέσων επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης και να σχεδιάσει νέα εργαλεία που θα βοηθήσουν στη γεφύρωση κοινωνικών, πολιτισμικών και πολιτικών ρηγμάτων.

 

 

 

* Τη συνέντευξη πήρε η Συντονίστρια του Παρατηρητηρίου των Κοινών του ΕΝΑ Δώρα Κοτσακά