Οι «κανόνες ζωής» της γηραιότερης καταγεγραμμένης γυναίκας στην ιστορία είναι μερικά και απλά πράγματα: «Το καλό κρασί, τα μωρά, η θετική ενέργεια» και φυσικά «το γέλιο μέχρι δακρύων».
Η Ζαν Καλμάν έζησε 122 χρόνια και 164 μέρες. Γεννήθηκε στη Γαλλία, στην πόλη Αρλ, στις 21 Φεβρουαρίου 1875. Όταν κατασκευάστηκε ο Πύργος του Άιφελ, ήταν 14 ετών. Την ίδια περίοδο γνώρισε και τον Βίνσεντ βαν Γκογκ. Η εντύπωση που της έδωσε ο θρυλικός ζωγράφος, σύμφωνα με συνέντευξη που έδωσε η υπεραιωνόβια Γαλλίδα το 1988, ήταν η εξής: «Ήταν βρόμικος, κακοντυμένος και δυσάρεστος».
Μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής της παρέμεινε ενεργή. Στα 85 χρόνια της άρχισε να ασχολείται με την ξιφασκία. Έκανε ποδήλατο μέχρι τα 100 της. Στα 114 πρωταγωνίστησε σε μια ταινία για τη ζωή της. Στα 115 υποβλήθηκε σε μια επέμβαση στο ισχίο. Στα 117 της σταμάτησε το κάπνισμα, που είχε αρχίσει το 1896, σε ηλικία 21 ετών. Όχι για λόγους υγείας, αλλά επειδή, καθώς είχε σχεδόν χάσει την όρασή της, δεν ήθελε να ζητάει διαρκώς από άλλους να της ανάψουν το τσιγάρο.
Έκοψε το κάπνισμα γιατί δεν ήθελε να ζητάει από άλλους να της ανάψουν το τσιγάρο
Στα 117 της σταμάτησε το κάπνισμα, που είχε αρχίσει το 1896, σε ηλικία 21 ετών. Όχι για λόγους υγείας, αλλά επειδή, καθώς είχε σχεδόν χάσει την όρασή της, δεν ήθελε να ζητάει διαρκώς από άλλους να της ανάψουν το τσιγάρο.
Το 1965, όταν ήταν 90 ετών, καθώς δεν είχε απογόνους (η μοναχοκόρη της, Ιβόν, είχε πεθάνει από το 1934 και το εγγόνι της σε δυστύχημα το 1963), πούλησε το διαμέρισμά της σε έναν 47χρονο δικηγόρο ο οποίος, βάσει της συμφωνίας τους, θα της κατέβαλλε 2.500 φράγκα τον μήνα. Η ειρωνεία είναι ότι ο δικηγόρος πέθανε πριν προλάβει να την ξεχρεώσει και το χρέος πέρασε στη χήρα του, που συνέχισε να πληρώνει τις δόσεις στην Μαντάμ Καλμάν.
Η ακούραστη Γαλλίδα δεν έχασε ποτέ την οξυδέρκειά της. Όταν τη ρώτησαν, στα 120α γενέθλιά της, πώς φανταζόταν το μέλλον της, απάντησε, λακωνικά: «Πολύ σύντομο».
Μερικοί από τους «κανόνες ζωής» της μάς δίνουν μια γεύση από το απολαυστικό πνεύμα της:
«Είμαι ερωτευμένη με το κρασί».
«Όλα τα μωρά είναι όμορφα».
«Νομίζω ότι θα πεθάνω από το γέλιο».
«Ο καλός Θεούλης μου με ξέχασε».
«Έχω μόνο μία ρυτίδα, και κάθομαι πάνω σε αυτήν».
«Ποτέ δεν φοράω μάσκαρα γιατί συχνά γελάω μέχρι δακρύων».
«Αν κάτι δεν μπορείς να το αλλάξεις, μην ανησυχείς γι’ αυτό».
«Αν κάτι δεν μπορείς να το αλλάξεις, μην ανησυχείς γι’ αυτό».
«Ποτέ μη χάνεις το χαμόγελό σου. Έτσι εξηγείται η μακροβιότητά μου».
«Δεν βλέπω καλά, δεν ακούω καλά, δεν νιώθω καλά, αλλά όλα είναι μια χαρά».
«Έχω τεράστια επιθυμία να ζήσω και μεγάλη όρεξη, ειδικά για γλυκά».
«Τα πόδια μου είναι σιδερένια, αλλά για να είμαι ειλικρινής, έχουν αρχίσει να σκουριάζουν και να τρίζουν κάπως».
«Έπαιρνα ευχαρίστηση όποτε μπορούσα. Ενεργούσα με μυαλό ξεκάθαρο και ηθικά και χωρίς να μετανιώνω. Είμαι πολύ τυχερή».
«Η νιότη είναι μια κατάσταση του μυαλού, δεν εξαρτάται από το σώμα σου. Στην πραγματικότητα είμαι ακόμα νέα, μόνο που τα τελευταία 70 χρόνια δεν δείχνω στις ομορφιές μου».
Όταν, τέλος, κάποτε σε μια συνέντευξη ένας δημοσιογράφος της είπε: «Μαντάμ, ελπίζω να τα ξαναπούμε την επόμενη χρονιά», εκείνη του απάντησε: «Γιατί όχι; Δεν είσαι τόσο ηλικιωμένος, ακόμα εδώ θα είσαι!».