Ο διάλογος στο ανώτατο επίπεδο και η αποκατάσταση της ανοιχτής γραμμής Μητσοτάκη – Ερντογάν, που εκτιμάται ότι αποκαταστάθηκε μετά την συνάντηση των δύο, στις Βρυξέλλες, δίνει έναν διαφορετικό και πιο αισιόδοξο τόνο για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Δεκαοκτώ μήνες μετά την τελευταία συνάντησή τους, και τις σχέσεις των δύο χωρών να βρίσκονται σε τεντωμένο σχοινί, με τους διαύλους επικοινωνίας για ένα διάστημα να είναι εντελώς κομμένες, όλα δείχνουν ότι περνάμε σε μια πιο ήρεμη φάση στις σχέσεις των δύο χωρών.

Αυτό που ήταν ζητούμενο για την ελληνική πλευρά, πριν το τετ α τετ Μητσοτάκη – Ερντογάν, επετεύχθη χθες στις Βρυξέλλες και σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές «έγινε ένα βήμα προς ένα πιο ήσυχο καλοκαίρι». Είναι δεδομένο πως αυτό δεν αρκεί. Χρειάζονται πολλά ακόμα να συμβούν και κυρίως η Τουρκία να αποκτήσει αξιοπιστία και η αποκλιμάκωση να έχει συνέχεια και συνέπεια λόγων και έργων. «Αν και οι διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες μας παραμένουν, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι γείτονες και η συνεργασία σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος είναι προς όφελος όλων. Ο διάλογος, συνεπώς, είναι πάντοτε σημαντικός», έγραψε στο Twitter ο πρωθυπουργός, λίγες ώρες μετά το τέλος της συνάντησης.

Κι αν το αποτέλεσμα των συζητήσεων που προηγήθηκε ζέστανε την ατμόσφαιρα μεταξύ των δύο χωρών, η συνάντηση των δύο ηγετών ξεκίνησε αμήχανα. Στάθηκαν ο ένας δίπλα στον άλλο, με το πάγο στις σχέσεις των δύο χωρών να αποτυπώνεται ανάγλυφα στη γλώσσα του σώματος. Δεν αντάλλαξαν χειραψία –έκαναν το χτύπημα του αγκώνα, στα χρόνια του κορωνοϊού- και οι κάμερες επιτράπηκε να παραμείνουν μόνο 43 δευτερόλεπτα για να απαθανατίσουν την στιγμή. Η συζήτηση που ακολούθησε, όμως, βοήθησε να σπάσει ο πάγος.

Κλίμα αμοιβαίας κατανόησης στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η συνάντηση, διάρκειας 50 λεπτών, πραγματοποιήθηκε «σε καλό κλίμα και υπήρξε μία συμφωνία αμοιβαίας κατανόησης ότι η ένταση του 2020 δεν μπορεί να επαναληφθεί, ως εκ τούτου, θα πρέπει να γίνει μία προσπάθεια να αποφευχθούν οι προκλήσεις, που ενδέχεται να οδηγήσουν σε δύσκολα διαχειρίσιμες καταστάσεις».

Είναι σαφές ότι η αποκλιμάκωση των σχέσεων θα γίνει βήμα βήμα. Η χθεσινή συνάντηση δεν αρκεί για να λυθούν οι διαφορές που υπάρχουν και απαιτείται η Άγκυρα να αφήσει πίσω πρακτικές που το περασμένο καλοκαίρι οδήγησαν τις δύο χώρες στα πρόθυρα ενός θερμού επεισοδίου. Συνεργάτες του πρωθυπουργού διευκρίνιζαν ότι «εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ μεγάλες διαφορές σε μία σειρά ζητημάτων με κυριότερο αυτό της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όμως αυτές θα πρέπει να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και στο πλαίσιο συζητήσεων, όπως οι διερευνητικές επαφές, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και οι πολιτικές διαβουλεύσεις, ως το πλαίσιο συνεννόησης, που μπορεί να οδηγήσει στην εκτόνωση της έντασης».

Ο Ταγίπ Ερντογάν άφησε να διαφανεί η διάθεση της τουρκικής πλευράς να πέσουν οι τόνοι της αντιπαράθεσης και να κάνει ένα βήμα πίσω στην στρατηγική της πόλωσης, λίγες ώρες νωρίτερα, όταν μίλησε σε εκδήλωση του Γερμανικού Ταμείου Μάρσαλ. Ο πρόεδρος της Τουρκίας χαρακτήρισε «σύμμαχο χώρα» την Ελλάδα, τονίζοντας μάλιστα πόσο θετικό είναι για «την σταθερότητα και την ευημερία στην περιοχή», η επανέναρξη των συνομιλιών Τουρκίας – Ελλάδας, για την επίλυση των διμερών διαφορών. Μεγάλο ζητούμενο είναι αυτή η αλλαγή στάσης να μην είναι συγκυριακή, εξαιτίας της ασφυκτικής πίεσης που δέχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την ΕΕ, αλλά να χτιστεί σε πιο γερές βάσεις. Η προώθηση της θετικής ατζέντας, που περιλαμβάνει 25 σημεία οικονομικού και εμπορικού κυρίως ενδιαφέροντος και έχει αποτυπωθεί στις συναντήσεις των υφυπουργών Εξωτερικών Φραγκογιάννη και Ονάλ, τόσο στην Άγκυρα όσο και στην Καβάλα, εκτιμάται ότι μπορεί να αποτελέσει οδηγό για ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.

Για το προσφυγικό – μεταναστευτικό

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, η συζήτηση των δύο ηγετών περιεστράφη και γύρω από το προσφυγικό – μεταναστευτικό. «Σταθερή θέση μας είναι πως μπορούμε να συνεργαστούμε με την Τουρκία στο συγκεκριμένο θέμα, αρκεί να αποφεύγονται οι προκλήσεις, όπως αυτές, που βιώσαμε τον Μάρτιο του 2020», σημείωσαν, χαρακτηριστικά, λίγη ώρα μετά την συνάντηση. Μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατέστησε σαφές, όπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές, ότι θα ήταν μία κίνηση καλής θέλησης, να δεχθεί η Τουρκία να πάρει πίσω τους 1450, των οποίων η αίτηση ασύλου έχει απορριφθεί τελεσίδικα.

Βέβαια, από την συνάντηση με τον Τούρκο πρόεδρο δεν μπορούσε να λείπει και μια έκπληξη. Στη συνάντηση ήταν προγραμματισμένο να βρίσκονται οι δύο ηγέτες και δύο μεταφραστές. Λίγο πριν ξεκινήσει το ραντεβού και οι δύο μπουν στην αίθουσα, υπήρξε από την πλευρά Ερντογάν αίτημα να αναλάβει χρέη διερμηνέα ο προεδρικός σύμβουλος, Ιμπραήμ Καλίν. Το αίτημα έγινε δεκτό και από ελληνικής πλευράς συνόδευσε τον κ. Μητσοτάκη η επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, Ελένη Σουρανή, χωρίς βεβαίως να συμμετάσχουν στη συζήτηση.

Πηγή: iefimerida.gr