Όταν η Κύπρος ήταν κομμάτι της καρδίας μας …
γράφει ο Πάνος Νοτόπουλος
Να πιάσουμε το ‘κουβάρι’ από τον καιρό του Τεύκρου, του Ομηρικού ήρωα (Ζ 31), νόθου γιου του βασιλιά της Σαλαμίνας Τελαμώνα και της Ησιόνης, αδελφής του Πρίαμου, την οποία είχε πάρει ως γέρας από τον Ηρακλή. Ήταν ετεροθαλής αδελφός του Αίαντα του Μεγάλου ή Τελαμώνιου, εξαίρετος τοξότης, δηλ. ο καλύτερος στον Τρωικό πόλεμο, και ο οποίος κατά την επιστροφή του δεν έγινε δεκτός από τον πατέρα του διότι δεν εκδικήθηκε τον θάνατο του αδερφού του Αίαντα, οπότε εξαναγκάστηκε να φύγει και να εγκατασταθεί στην Κύπρο, όπου και ίδρυσε την πόλη Σαλαμίνα.
Από τότε υπάρχει η ελληνική μαγιά στο νησί της Αφροδίτης και από τότε η γλώσσα και η καρδιά των Κυπρίων χτυπάει ελληνικά, σαν τρόπος σκέψης και δράσης, σαν τρόπος ζωής. Ακόμα και εκείνων που μπορεί στο πέρασμα του χρόνου να αλλαξοπίστησαν.
Δεν θα επεκταθούμε σε άλλες λεπτομέρειες των ιστορικών περιόδων της πορείας της Κύπρου και των Κυπρίων, αλλά θα αρκεστούμε μόνον στα χρόνια που ο Ελληνισμός διεκδικεί την ανεξαρτησία του και την ελευθερία του από την Οθωμανική Πύλη, χρόνια στα οποία υπάρχει ένα ζωντανό ελληνικό-κυπριακό «παρών», ζηλευτό και απαράμιλλο στο μεγαλείο του:
Παρατηρήθηκε, σε κάποια φάση, το φαινόμενο εξισλαμισμού πολλών χριστιανών του νησιού, αν και αρχικά πολλοί παρέμειναν ‘κρυπτοχριστιανοί’ (λινοβάμβακοι).
Ακολούθησαν διάφορες εξεγέρσεις κατά καιρούς, κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα, ιδίως επί ημερών του μεγάλου δραγουμάνου Χατζηγεωργάκη Κορνέσιου, του αρχιεπίσκοπου Κύπρου Κυπριανού (1810- 1821).
Άξια αναφοράς είναι τα γεγονότα που σχετίζονται με την Ίδρυση της Ελληνικής Σχολής στην Λευκωσία (1812), την εκτέλεση του αρχιεπισκόπου Κυπριανού και πολλών άλλων Ελλήνων (Ιούλης 1821), την συμμετοχή πολλών Ελλήνων Κυπρίων στην Ελληνική Επανάσταση, τα εκδηλωθέντα επαναστατικά κινήματα στην Κύπρο των Ν. Θησέως, Ιωαννικίου και Γκιαούρ Ιμάμη (1833) που καταπνίγηκαν, τις βλέψεις για το νησί των Γάλλων, Γερμανών, Άγγλων και Αιγυπτίων, την γέννηση του ενωτικού κινήματος στην Κύπρο, αμέσως μετά την απελευθέρωση τμήματος της Ελλάδα, επί ημερών Ιωάννη Καποδίστρια, τις μεταρρυθμίσεις Χαττισερίφ (1839) και Χάττιχουμαγιούν (1856), και την παραχώρηση του νησιού από τον σουλτάνο στην Αγγλία (1878).
Τα επόμενα χρόνια και μέχρι το 1960 (εγκαθίδρυση της Ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας, 16.8.1960), υπήρξαν χρόνια αγώνων για ενσωμάτωση των Κυπρίων στον ελληνικό εθνικό κορμό και Ενωσης του νησιού με την Ελλάδα.
Οι αγώνες δεν ευοδώθηκαν, και πρωταγωνιστές τους υπήρξαν οι νέοι, και δη οι φοιτητές στην Ελλάδα και οι μαθητές στην Κύπρο, δίχως να παραγνωρίζονται συνολικότερα οι αγώνες του κυπριακού λαού.
Να θυμίσουμε όμως εδώ και έναν Κύπριο συναγωνιστή του Ρήγα Βελεστινλή, για να καταδείξουμε τους «εθνικούς αγώνες» του Κυπριακού Ελληνισμού. Αντιγράφουμε από παλαιά πηγή:
«Ιωάννης Καραντζάς. Εγεννήθη το 1766 εν Λευκωσία της Κύπρου επί τινα έτη εχρημάτισε νεωκόρος της εν Πέστη ελληνικής Εκκλησίας. Ούτος το 1792 εξέδωκεν εν Βιέννη τον Πίνακα Κέβητος του Θηβαίου και την Λογικήν Γεωργίου Σουγδουρή του εξ Ιωαννίνων (Κ. Σάθα, Νεοελ. Φιλ., σ. 559).
Ο Καραντζάς προσαχθείς εκ Πέστης εις Βιέννην ως συνωμότης του Ρήγα εφυλακίσθη, επροφασίσθη μεν εν ταις ανακρίσεσιν αυτού ν’ αποδείξη εαυτόν όλως αμέτοχον της προσαφθείσης αυτώ κατηγορίας ως συνενόχω της συνωμοσίας του Ρήγα, αλλά δεν ηδυνήθη, διότι οι ανακριταί έσχον ευθύς εξ αρχής κακήν ιδέαν περί αυτού, καλούσι δε αυτόν εν τη σωζωμένη των ανακρίσεων περιλήψει “κακεντρεχέστατον”, μομφήν μεγάλην περιποιούσαν αυτώ τιμήν παρά τοις Έλλησιν, οίτινες καλούνται εκείσε “Το πανουργότατον και απιστότατον των εθνών” (σ. 47).
Εις τούτον είχε δοθή ως εκ του επαγγέλματος αυτού το παρωνύμιον κανδηλανάπτης, υφ’ ο και μόνον αναφέρουσιν αυτόν ο Περραιβός και ο Σάθας, ο Κυριακός Μελίρρυτος όμως εγνώριζεν ακριβώς αυτόν και καλεί εν τη Ιστορική αυτού Χρονολογία “Ιωάννην Καρατζάν Κύπριον“.