“Ελλαδικοί – Αρμάνοι – Βλάχοι απόγονοι των Πελασγών” Μια Βιβλιοκριτική του Πάνου Νοτόπουλου
Γώργης Έξαρχος, Ελλαδικοί – Αρμάνοι – Βλάχοι Απόγονοι των Πελασγών. Ιστορικές, Αρχαιολογικές, Γλωσσολογικές Μαρτυρίες από το 1931 π.Χ. έως σήμερα. / Hellenics – Armanians – Vlachs Descendants of thw Pelasgians. Historical – Archaeological – Linguic Testemonialas from 1931 BC until today. Εκδοτικός Οίκος Κ. & Μ. Σταμούλη Θεσσαλονίκη 2021. Σχήμα 20 x 30, σελ. 2.478.
Μελετώντας τα θέματα της «τεχνητής νοημοσύνης», στο πλαίσιο των ακαδημαϊκών μου υποχρεώσεων, ακουσίως ή εκουσίως οδοιπορώ στις «δαιδαλώδεις οδούς» του Gottlob Frege και του θεμελιωτή της σύγχρονης σημειωτικής Ronald Barthes, και των μεγάλων δασκάλων της γλωσσολογίας Ferdinant de Saussure, Noam Chomsky και άλλων, χωρίς ωστόσο να λησμονώ το γιατί ο Πλάτων λέει ότι ο λόγος είναι ένα ανακάτεμα ρημάτων και ονομάτων, αν και ο Όμηρος σε έναν στίχο του περικλείει σχεδόν όλα τα μέρη του λόγου: αντωνυμία, μετοχή, ουσιαστικό, ρήμα, πρόθεση, άρθρο, σύνδεσμο και επίρρημα! «…εγώ δέ κ’ άγω Βρισηΐδα καλλιπάρηον / αυτός ιών κλισίην δέ τό σόν γέρας όφρ’ εΰ ειδής» – «…και το δώρο σου, την όμορφη Βρισηΐδα εις τη σκηνή μου θα ’λθω εγώ (να πάρω) για να μάθεις» (Ιλ. Α 185). Το επεσήμανε αυτό ο Πλούταρχος, όμως την ευταξία των μερών του λόγου την καθιέρωσε ο Διονύσιος ο Θραξ, με την πρώτη στην ανθρωπότητα Γραμματική του.
Όλα τούτα ήρθαν στον νου μου μελετώντας το ως άνω έργο του Γιώργη Έξαρχου, στο οποίο καταχωρίζονται πάνω από 15 Πίνακες με κοινές λέξεις της αρμάνικης-βλάχικης γλώσσας με τις γλώσσες: αρχαιοελληνική, λατινική, ιταλική, γαλλική, ισπανική, πορτογαλική, γαλικιακή, καταλανική, αλβανική, ρουμάνικη, (τις αρχαίες) ετεοκρητική, κυπριακή, λακωνική, μακεδονική, ετρουσκική, φρυγική, λουβική, χεττιτική, θρακοδακική, γετική, σκυθική, τσακώνικη, γραμμική Β, πελασγική… Με βάση τα λεξιλόγια των Πινάκων, συνάγει ο συγγραφέας ότι οι Αρμάνοι-Βλάχοι έχουν λέξεις πριν το 1.500 π.Χ., από την εποχή των Πελασγών, οπότε αναμφίβολα είναι λείψανα των Πρωτοελλήνων ή των Αιολέων, καθότι τα αρμάνικα είναι πολύ συγγενικά με την αιολική διάλεκτο των Ελλήνων.
Τα παραδείγματα που δίνει προς απόδειξη των ισχυρισμών είναι πολλά και πειστικά. Σταχυολογώ κάποια:
•Η αρμάνικη λ. άπâ (νερό), σανσκριτικά: âpâ, κελτικά *apa, λατινικά aqua, γοτθικά ahva, παλαιογερμανικά aha, και σε αρχαιότατα ελληνικά «άα: σύστημα ύδατος».
•Τα ονόματα με καταλήξεις –οβα, –οβον, θεωρούνται σλάβικα ενώ δεν είναι, όπως π.χ. τα τοπωνύμια Padova, Genova, Cordova;… μα και το Μέτσοβον ή Μέσσοβον, όταν ο Εκαταίος (560/550-480 π.Χ.) λέει «Μέσσαβα, πόλις Καρών• το εθνικόν Μεσσαβεύς τω τύπω των Καρικών πόλεων», και όταν δεν υπήρχε σλαβολαγνεία, οι μελετητές έγραφαν «το Μεσόβουνον ήτοι Μέτζοβον»!
•Η λ. Ζαγορά προϋπάρχει της εμφάνισης των Σλάβων, ως τοπωνύμιο, με δεδομένο ότι ελληνιστί ζα = λίαν, και γώρος, ίωρος (γώρος) = ορεινόν χωρίον και πόρος, όπως έχει γράψει ο Ησύχιος. Βλαχιστί δε λâγουρίε = αντικείμενο, ζâγουρίε = κρυμμένο αντικείμενο· αλβανιστί: «ζαγορί-α (Ελβασ.) πληθ. ζαγορί-τε = αγέλη αγριοχοίρων, λύκων, κυνών κ.λπ. (μεταφορ. επί ανθρώπων)».
•Η λ. Βοδενά που θεωρείται σλάβικη, δεν είναι· «Βέδυ μεν γαρ τους Φρύγας το ύδωρ φυσί καλείν• καθό και Ορφεύς.» – «Και Βέδυ Νυμφάων καταλείβεται αγλαόν ύδωρ.» – «[Ηλείοι] αυτό το χωρίον Βαδύ ονομάζουσι, και ποταμόν τον ρέοντα ενταύθα ύδωρ Βαδύ φωνή.»
•Η λ. Νεζερός ή Εζερός που θεωρείται σλάβικη, έχει τη διαδρομή της: «Ε3epo, Ρωσ. O3epo [λίμνη• εκ του Ε3, και της καταλήξεως epo. (Δοβρόβισκ. 296) εξ = χ (χ = ζ) = αχ – άχα, άκα, aqua, βλ. Oka] οίον, έζερος, εζερός = εχερός = αχερός. [Εκ του άχα, και της καταλήξεως, ερος, ηρος (ως πνιγηρός, τακερός) εσχηματίσθη το αχερός, ου το μεγεθυντικόν σώζεται εν τω Αχέρων, ποταμός Θεσπρωτίας (όθεν Αχερουσία λίμνη, παρά του άχα και ο Αχελώος, κτλ. βλ. ΒοΔa). Εκ δε του Ε3epo, ο της συνηθ. Νιζερός (η Νεσωνίς, λίμνη Θεσσαλίας) κατά πρόσθεσιν του ν (εζερός, Νεζερός, ως νουρά = ουρά• νεμπότης, ο εμπότης) η δε παραγωγή του Νεζερός εκ του Νεσωνίς, βεβιασμένη και απίθανος. Εκ του αχέρων, γίνεται και αχερωΐς, η λεύκη, ως δένδρον υδροχαρές και υδατοτραφές, τούτο δε τινες ανέγνωσαν αχελωΐς, ως εκ του αχελώος. Η δε παραγωγή του Αχέρων, παρά του άχεα ρέειν, φαίνεται μάλλον πεποιημένη, ως εκ του ποιητικού Αχέροντος, ποταμού του άδου]. Εκ του Ε3epo, Esepiakb (έθνος Σλαβόνων, παρά λίμνας κατοικούν) οίον αχεριακοί, ως αχερούσιοι (λιμναίοι, παραποτάμιοι, κατά το Πάραλοι, κτλ.). Άτοπον δ’ αν είη, ει τις παραβάλλοι το Ε3epo προς το ζωρός, ζώω = ζέω, κατά το Γρ, See (der See, λίμνη, die See, θάλασσα) Ολλ. Zee, συγγ. ζέω, ζέσις• ή σίζω (σίδω) Γρ. siede, sause (ονοματοποιΐαι, εκ του ήχου του ύδατος και των ανέμων)• ο δε Σουΐδ. έχει και αζείρει = ζέει, αλλ’ ήτε γραφή πάνυ αμφίβολος, και ουδέν κοινόν τούτω, και τω Ε3epo. βλ. και ΗΛbMeHb.» «ΕΖΕΡΟΣ. π. της Θεσσαλ. Βοίβη» «Πλησίον τούτης [της πόλεως των Φερών] κείται η Βοιβηΐς Λίμνη, Εζερός λεγομένη κοινώς, εις την οποίαν ήτον και Πόλις ποτέ του αυτού ονόματος, ήτις και Βοίβη ελέγετο, κληθείσα από Βοίβου του Υιού του Γλαφυρού, είναι και ετέρα Λίμνη της αυτής Επαρχίας, Νεσσωνίς λεγομένη και Νεσώνιον, ου πολύ σμακράν της Λαρίσης, Κάρλα κοινώς καλουμένη. πλησίον της Βοιβηΐδος Λίμνης, εις την Υπώρειαν της Όσσης, ήτον Μελίβοια Πόλις, επαινετή με την καλλίστην πορφύραν οπού εύγαζεν, η Πατρίς Φιλοκτήτου του Συντρόφου του Ηρακλέους.»
Με τα λίγα αυτά παραδείγματα τίθεται το ζήτημα: Ποιος έχει πει πρώτος μια λέξη, και τι περιεχόμενο έχει αυτή η λέξη σε μια γλώσσα; Τι είναι π.χ. σλάβικο και τι βλάχικο; Οι λέξεις τις οποίες ο Math. Petro Katancsich Pannonio (1750-1825) αναφέρει ότι είναι βλάχικες και τις έχουν «πάρει» οι Σλάβοι, οι σύγχρονοι, μετά το 1865 με την έκδοση του Λεξικού του Fr Miklosich τις θεωρούν… σλάβικες και ότι τις έχουν πάρει οι Βλάχοι από τους Σλάβους!
Τι είναι αλβανικό και τι βλάχικο; Ο αλβανολόγος Gustav Meyer (1850-1900) γράφει στο λεξικό που έχει εκπονήσει της αλβανικής ότι «η σημερινή Αλβανική γλώσσα μεταξύ των 5110 ευχρήστων λέξεών της έχει 1420 βλαχικάς λέξεις», δηλ. σχεδόν το ένα τρίτον! Οι σύγχρονοι έχουν αντιστρέψει τη λογική του επισήμανση και γράφουν ότι οι Βλάχοι έχουν «πάρει» αυτές τις λέξεις από του Αλβανούς! Τι είναι λατινικό, τι αρχαιολελληνικό και τι βλάχικο;
Ο Γ. Έξαρχος, με πλήθος παραδειγμάτων οδηγείται στο ίδιο συμπέρασμα που έχουν εκφράσει εδώ και αιώνες μελετητές των γλωσσών και συμπυκνώνονται σε αυτό που διαπίστωσε ο Γερμανός λατινιστής Θεόδωρος Μόμσεν (1817-1903), ότι υπήρξε ένα «Ελληνοϊταλικό έθνος», ήτοι το Πελασγικόν, το οποίο μετοίκησε στην Ιταλία και σε άλλες γωνιές του τότε κόσμου και μετέδωσε στους εκεί λαούς τη γλώσσα του, την πελασγική, της οποίας λείψανο είναι η σύγχρονη βλάχικη-αρμάνικη των Ελληνοβλάχων.
Η ανάγνωση της πελασγικής γραφής της επιτύμβιας στήλης των Καμινίων Λήμνου, του 510 π.Χ., με βάση την αρμάνικη-βλάχικη, πιστοποιεί και αποδεικνύει το γιατί η αρμάνικη είναι λείψανο της πελασγικής, με πρόκειται για δύο πράγματι συνταρακτικά μοιρολόγια-θρήνους μάνας προς νεκρό γιο της, και είναι καταγεγραμμένα στην στήλη.
Έτσι, και με αρχαιολογικά τεκμήρια ο συγγραφέας πιστοποιεί την «παλαιότητα» της αρμάνικης, το γηγενές της στον ελληνικό χώρο, και δη στη Θεσσαλία. Με το «Χρονόγιον» εξάπλωσης των Πελασγών και των πρωτο-Ελλήνων από το 1931 π.Χ. έως και στα λεγόμενα «βυζαντινά χρόνια», με όλες τις πηγές που μαρτυρούν τις μεταναστεύσεις, τους αποικισμούς, τους εποικισμούς και τις μετακινήσεις, καθώς και με το γλωσσικό υλικό που έχουν «αφήσει» και σώζεται μέχρι σήμερα, ο Γ. Έξαρχος αποδεικνύει ότι δεν ανήκει σε αυτούς που κάνουν «ιδεολογική και πολιτική διαχείριση του ιστορικού και γλωσσολογικού υλικού», αλλά σε εκείνους που έχουν το χάρισμα του ερευνητή να αποκαλύπτει κρυμμένες αλήθειες του κοντινού ή του απώτερου παρελθόντος.
Συνάγεται από τη μελέτη-έρευνα ότι οι Αρμάνοι δεν είναι λατινογενείς στη «ράτσα» και στη «γλώσσα» τους, και ούτε λατινοφωνούν. Αν ίσχυαν τα όσα γράφονται και λέγονται για την καταγωγή και τη γλώσσα των Αρμάνων Βλάχων, τότε θα έπρεπε να έχουν στο λεξιλόγιό τους λέξεις της λατινικής διοικητικού και στρατιωτικού «χαρακτήρα», αλλά η αρμάνικη-βλάχικη δεν διασώζει ούτε έναν στρατιωτικό ή διοικητικό όρο της λατινικής! Πώς υπήρξαν «στρατευμένοι» στις ρωμαϊκές λεγεώνες επί 25ετία, χωρίς οι φερόμενοι σαν απόγονοί τους να μην έχουν στη γλώσσα τους στρατιωτικούς και διοικητικούς όρους, και πώς βρέθηκαν οι εκτός Εγνατίας συμπαγείς «βλαχόφωνοι» πληθυσμοί, και ποιοι ίδρυσαν την Βλαχία της Αφρικής, την οποία ο συγγραφέας παρουσιάζει μαζί με τη Νεαρά του Ιουστινιανού που της παρέχεται Εκκλησιαστική αυτονομία;
Οι ιστορικές μαρτυρίες περί Βλάχων δεν είναι «καμιά 20ριά» που σχεδόν όλοι οι ιστορικοί και βλαχολόγοι επικαλούνται, μα πολλές δεκάδες, τις οποίες ο συγγραφέας για πρώτη φορά δημοσιοποιεί σε τούτο το έργο του. Και τι λένε αυτές; Σταχυολογώ και πάλι:
•Το 280 π.Χ. στη μετάφραση των Εβδομήκοντα της Βίβλου, στα Εβραϊκά υπάρχει όνομα βασιλιά Βαλάκ (Balac/Balacus), «Βαλάκ υιός Σεπφώρ»• Βαλάκ σημαίνει «αυτός που ενεργεί λεηλασίες», αλλά και βασιλιά Βλαχ.
•Ο Λατίνος ιστορικός Velleius Paterculus (19 π.Χ-31 μ.Χ.) λέει ότι όταν κατέλαβαν οι Ρωμαίοι την Παιονία, το 10 π.Χ., «σε 30 χρόνια οι Παίονες μιλούσαν ένα είδος λατινικής και είχαν ίδια έθιμα με αυτά των Ρωμαίων»! Η λατινογλωσσία των Παιόνων πιστοποιείται και από τον Ιωάννη Ζωναρά (1074-1130), ο οποίος γράφει «Παίονες: γένος Λατίνον ή έθνος Θρακικόν• οι δε Μακεδόνας• τινές δε τους νυν καλουμένους Πανονίους• Πανόνιοι δε οι Βούλγαροι», δηλ. οι Παίονες στον καιρό του ήταν οι λεγόμενοι Μακεδόνες και μιλούσαν λατινικά.
•Ο Δίων Χρυσόστομος (40-120 μ.Χ.) μαρτυρεί ότι ο Όμηρος χρησιμοποίησε στα έπη του –δανειζόμενος– πολλές βαρβαρικές λέξεις, που σημαίνει ότι οι «κοινές λέξεις της Αρμάνικης και της Ομηρικής γλώσσας», οφείλονται στο ότι ο Όμηρος δανείστηκε από την… Αρμάνικη (Πελασγική) «βαρβαρική» γλώσσα και όχι το αντίστροφο.
•Ο Δίων Κάσσιος (156-235 μ.Χ.) γράφει ότι όταν οι Ρωμαίοι και Λατίνοι κατέλαβαν (101-106 μ.Χ.) με τον Τραϊανό (53-117 μ.Χ.) την άνωθεν του Ίστρου Δακία, βρήκαν εκεί ανθρώπους ομόγλωσσους! Δεν χρειάζονταν διερμηνείς για συνεννόηση μεταξύ τους.
•Ο Θεόφιλος Αντιοχείας (;-182/183 μ.Χ.) γράφει πως ο Εβραίος «Βαλάχ [Balach] βασιλεύς Σηγώρ», ενώ η Βίβλος στη Γένεση γράφει ότι «…καὶ βασιλεὺς Βαλάκ (αὕτη ἐστὶ Σηγώρ)…» ή «…και βασιλέως Βαλάκ• αύτη εστί Σεγώρ…». – Η λ. Βαλάχ [Balach] ήταν γνωστή από το 3.500 π.Χ., και στους Έλληνες από το 280 π.Χ., όταν οι ΟΒ’ (72), μετέφρασαν στην Ελληνική την Παλαιά Διαθήκη.
•Ο Διονύσιος Βυζάντιος (2ος μ.Χ. αι.) γράφει ότι στο Βυζάντιον/Βυζαντίδα υπήρχε η Βλαχέρνα [Blachernarum], πριν ιδρύσει ο (Μέγας) Κωνσταντίνος Α’ (272-337, βασ. 306-337) την Κωνσταντινούπολη, το 330 μ.Χ. Το Βλαχέρνα οφείλεται σε Σκύθη πολεμιστή, ονόματι Βλαχ/Βλάχος, που σκοτώθηκε σε μάχη και θάφτηκε εκεί. Άρα, το όνομα Βλάχος ήταν και προ του 200 μ.Χ. γνωστό στους Έλληνες.
•Το 202 μ.Χ., ο Καρακάλλας (188-217, βασ. 198-217), λέει ότι οι φρουροί ονομάζονταν «βουργάριοι», σε Θράκη και Μακεδονία, «βουργαρίων και / φρουρών»• και δεν είχαν σχέση με τους Βούλγαρους του Ασπαρούχ. Σε αυτούς οφειλόταν το όνομα Βουλγαρία της Θεσσαλίας, στα έτη του Ι. Μαλάλα και του Ιουστινιανού.
•Στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, το 325 μ.Χ., στη Νίκαια της Βιθυνίας, μεταξύ των Πατέρων που έλαβαν μέρος, κάποιοι ονομάζονταν Βλάχος, στις διάφορες γλωσσικές εκδοχές αυτού του ονόματος: Φλάκκος Συνάδων, Φλάκκος Ιεραπόλεως, Φλάκκος Σαναού, Βάλλα-χος Πέλης, Flaccus Sanai / Flaccus Sanao, Flaccus Sanai / Flaccus Sanao, Flaccus Hierapolitanus / Flaccus Hierapoli, Φλάκος Ιεραπόλεως Φρυ-γίας, Flaccus Sanaon, Flaccus Hieras-poleos, Flaccus in Synantis, Flaccus Sanaon, Ballachus Pelchuis, Phlakos i Sane / Phalacus e Sane, Philakos / Flaccus, Pl’kws, Philakos, Phlakkos, Phlakos, Pl’kws, Pl’ks, Placcos Gerasotanus• και στη Σύνοδο της Σαρδικής (νυν Σόφια), το 347 μ.Χ.: Athenodorus a Dacia, de Blacena• μα και στη Σύνοδο της Χαλκηδόνας, το 451 μ.Χ.: Placcos Gerasotanus. – Άρα το όνομα Βλάχος υπάρχει και το 325 μ.Χ., και το γνώριζαν πολύ καλά οι Έλληνες, κατά τα έτη 325, 347 και 451 μ.Χ!…
•Ο Λουκιανός ο Σαμοσατεύς (125-180 μ.Χ.) λέει ότι ο γενάρχης των Ελλήνων Δευκαλίων ήταν Σκύθης, και τον αναφέρει ως «Δευκαλίωνα τον Σκύθεα». Αυτό σημαίνει ότι οι Θεσσαλοί –και κατόπιν όλοι οι Έλληνες – είναι Σκύθες στην καταγωγή, ή ότι οι Σκύθες προέρχονται από τον Θεσσαλό Δευκαλίωνα! Ο δε Λέων ο Διάκονος (~950), λέει ότι ο Αχιλλέας ήταν Σκύθης…
•Ο Αίλιος Ηρωδιανός (180-250 μ.Χ.) γράφει ότι προ του 250 μ.Χ. υπάρχουν Βούλγαροι και Βογόμιλοι, δηλ. αιώνες πριν την ιστορική εμφάνιση των Βουλγάρων του Ασπαρούχ, το 680 μ.Χ., και πολύ πριν την εμφάνιση της θρησκευτικής αίρεσης των Βογομίλων, τον 10ο μ.Χ. αιώνα.
•Ο Άγιος Καισάριος (330-368) λέει ότι κατά την εποχή του –δηλ. αιώνες πριν την ιστορική εμφάνιση των Σλάβων– υπάρχουν οι Σκλαυηνοί και Φυσωνίται που ονομάζονται Δανούβιοι!
•Ο Πρίσκος (~410-~476), λέει ότι στον καιρό του ελληνικά μιλούσαν μόνο στις παράλιες περιοχές της Χερσονήσου του Αίμου.
•Ο Πέτρος Πατρίκιος (~500-565) λέει ότι τότε που ο Τραϊανός κατέλαβε τη Δακία, φαίνεται ότι οι Ρωμαίοι και οι Δάκες στρατιώτες συνεννοούνταν μεταξύ τους χωρίς διερμηνείς και μεταφρα-στές, που σημαίνει ότι μιλούσαν συγγενικές ή παρεμφερείς γλώσσες.
•Ο Ιωάννης Μαλάλας (~491-578), λέει ότι οι Σικυώνιοι –στην Πελοπόννησο– ονομάζονταν στον καιρό του Ελλαδικοί, ότι ο Αχιλλέας πήγε με τους Μυρμιδόνες στην Τροία, «νυνί δε λεγομένων Βουλγάρων»• ότι «Της δε Ιταλίας εβασίλευσεν ο υιός Ηρακλέος ο από της Αύγης, ο Τήλεφος. Και μετ’ αυτόν εβασίλευσεν ομοίως ο υιός αυτού, όντινα Λατίνον εκάλεσεν• εβασίλευσε δε εν τη χώρα εκείνη αυτός Λατίνος έτη ιη΄, και εκ του ιδίου ονόματος τους Κιτιαίους καλουμένους επωνόμασε Λατίνους»•
•Ο Ανώνυμος συγγραφέας στα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου (680 – 690): γράφει ότι οι Σκλαβίνοι ήταν έθνος απαρτιζόμενο από πλήθος «δρογουβιτών, σαγουδατών, βελεγεζητών, βαϊουνητών, βερζητών, και λοιπών εθνών», οι οποίοι «πάσαν την Θετταλίαν και τας περί αυτήν νήσους και της Ελλάδος, έτι µην και τας Κυκλάδας νήσους, και την Αχαΐαν πάσαν, την τε Ηπειρον και το πλείστον του Ιλλυρικού και µέρος της Ασίας εκπορθήσαι, και αοικήτους … πλείστας πόλεις και επαρχίας ποιήσαι»•
•Ο Θεοφύλακτος Σιμοκάττης (6ος – 7ος αι., άκμασε στα έτη 610 – 640), γράφει ότι επί ημερών Μαυρικίου Άβαροι και Ούννοι «ούτοι, προσοικούντες τω Ίστρω, απιστότατον έθνος και απληστότατον των νομάδην βιούντων», κατέρχονταν στα εδάφη της Ρωμανίας• ότι εκτός από τους Άβαρους και «το των Σκλαβηνών έθνος πλείστα των Ρωμαίων γης αποκείρεται»• ότι ο Κομεντίολος, άνδρας «των σωματοφυλάκων του βασιλέως» και «κατά δε την Θράκην επιών απελαύνει των Σκλαβηνών πλήθη […] και καρτερώς επιτίθεται, και θάνατον πολύν τοις βαρβάροις απεσχεδίασε»• ότι σε νυχτερινή πολεμική σύγκρουση του «βυζαντινού» στρατού του Κομεντίολου με Αβάρους και Μυσούς του Χαγάνου «επιχωρίω τε γλώττη εις τουπίσω τραπέσθαι άλλος άλλω προσέταττε, “ρετόρνα” μετά μεγίστου ταραχού φθεγγόμενοι»• ότι το έτος 584 Γέτες και Σκλαβήνοι, που είναι ίδιοι, ελυμαίνοντο τη Θράκη, «Το δε Γετικόν, ταυτόν δ’ ειπείν αι των Σκλαβηνών αγέλαι, το περί την Θράκην ες το καρτερόν ελυμαίνετο», οι δε Λογγοβάρδοι έκαναν εφόδους κατά της Ρωμανίας• ότι οι Άβαροι βρίσκονταν ανά την Ευρώπη (νυν Βαλκάνια) και την Παννονία (νυν Ουγγαρία) και «λέγεται γαρ εν τοις έθνεσι τοις Σκυθικοίς το των Αβάρων υπείναι εντρεχέστατον φύλον»• και άλλα από τα οποία συνάγεται: 1) ότι οι Σκλαβήνοι είναι Γέτες, και ας συνεχίζουν αναπόδεικτα οι σύγχρονοι ιστορικοί να τους… βαπτίζουν πρώιμους Σλάβους!
2) ότι η λέξη/φράση «επιχωρίω τε γλώττη εις τουπίσω τραπέσθαι άλλος άλλω προσέταττε, “ρετόρνα” μετά μεγίστου ταράχου φθεγγόμενοι», του 589, σε νεότερες εκδόσεις του Σιμοκάττη δίνεται ως «επιχωρίω τε γλώττη εις τουπίσω τραπέσθαι άλλος άλλω προσέταττε, “τόρνα τόρνα” μετά μεγίστου ταράχου φθεγγόμενοι»• η λ./φρ. «ρετόρνα»/«τόρνα τόρνα» θεωρείται ως η πρώτη καταγραφή βλάχικου λόγου, το 589 μ.Χ., που ειπώθηκε από αγωγιάτη «επιχωρίω τε γλώττη», και που ο Θεοφάνης δίνει με μεγαλύτερη σαφήνεια: «Ενός γαρ ζώου τον φόρτον διαστρέψαντος, εταίρος του δεσπότου του ζώου προσφωνεί τον φόρτον ανορθώσας τη πατρώα φωνή: τόρνα, τόρνα, φράτρε. Και ο μεν κύριος του ημιόνου την φωνήν ουκ ήσθετο. Οι δε λαοί ακούσαντες, και τους πολεμίους επιστήναι αυτοίς υπονοήσαντες εις φυγήν ετράπησαν τόρνα, όρνα μεγίσταις φωναίς ανακράζοντες». Τίθεται το ζήτημα: ποια διατύπωση του Σιμοκάττη είναι η ορθή; γιατί η λ./φρ. «ρετόρνα», «τόρνα τόρνα», «τόρνα, τόρνα, φράτρε» θεωρείται η πρώτη καταγραφή βλάχικου λόγου –οι νυν Ρουμάνοι τη θεωρούν ως την πρώτη καταγραφή ρουμάνικου λόγου!– όταν σε αυτήν ακριβώς τη διατύπωση ούτε η αρμάνικη ούτε η ρουμάνικη έχει αυτή τη λέξη/φράση! Δίνω εκτενώς τον συλλογισμό και τα επιχειρήματά μου.
Δεκάδες τέτοιες μαρτυρίες, του συγγραφέα που ανατρέπουν στην κυριολεξία τις «επιβληθείσες κυρίαρχες απόψεις» μέσω των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και την συστηματική αναπαραγωγή και υιοθέτηση ατεκμηρίωτων ισχυρισμών και υποθέσεων των ερμηνευτών των πηγών, που άκριτα εκλαμβάνονται ως ορθές.
Οι πηγές που χρησιμοποιεί ο Γ. Έξαρχος είναι στην πρώτη τους έκδοση, και πολλές από αυτές έχουν μελετηθεί σε συνεχείς εκδόσεις τους (αρχαίες και βυζαντινές) από την πρώτη έως και την όγδοη (!), και επισημαίνει σοβαρές-ουσιώδεις «μεταλλάξεις» τους στη διατύπωση (με παραλείψεις ή συμπληρώσεις, αλλαγή στίξης κ.λπ.), χωρίς να εξηγούνται αυτές οι παρεμβάσεις από τους εκδότες ή τους επιμελητές. Έτσι η «Αλεξιάδα» της Άννας Κομνηνής έχει υποστεί ποικίλους «γλωσσικούς» βιασμούς σε διάσημα χωρία της, το ίδιο και το έργο του Σιμοκάττη, όπως και άλλων.
Ο συγγραφέας καταθέτει το ορθό νόημα της λ. Αρμάν παρατηρώντας ότι η λ. Αρμάνος/Αρμάνοι (Αρμấνου/ Αρμấνjι) είναι σαφής: «ΑΡΜΑΝ (Αρμάν) σημαίνει τον πόλεμον τη των Φρύγων διαλέκτω, ως φησί Παλαμήδης ιστορικός ο την κωμικήν λέξιν συναγαγών• Μεθόδιος, ή τον ιππόθορον, ην άδουσι Φρύγες εποχούμενοι ίπποις».
Το ίδιο και για τη λ. Βλάχος, η οποία κατά τους Αιολείς προκύπτει με τροπή του Δ σε Β και η λ. εξελίσσεται: Δράκος / Δράκοι Βράκος / Βράκοι ή Βλάκος / Βλάκοι από όπου προκύπτουν Βλάχος / Βλάχοι. Επιβεβαιώνεται από την Άννα Κομνηνή, τον Μανουήλ Φιλή, και τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη. Επιβεβαιώνεται και από το Partitio Terrarum imperii Romaniae (= Διανομή Εδαφών της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας), κατά σύντμηση Partitio Romaniae, ή και Regni Graeci, όπου αναφέρεται η ιστορική συνθήκη (συμφωνία) που συνομολογήθηκε και υπογράφηκε στην ΚΠολη, μεταξύ των ηγετών της Δ΄ Σταυροφορίας, αμέσως μετά την Άλωση της Πόλης, το 1204. Σε κάποιο σημείο γράφει: «Partinentia Macrae et Trajanopolis, cum casali Brachon.» – «Η επίσκεψις Μάκρας και Τραϊανουπόλεως, συν τω χωρίω του Βράχων.»
Άνωθεν του Δουνάβεως οι όροι Βλάχος και Βλαχία εμφανίζονται μετά το 1222 μ.Χ., και αυτό οφείλεται σε μετοίκιση Βλάχων-Αρμανων των Ελληνικών χωρών, που προϋπάρχουν ως τέτοιοι γηγενείς και Ελλαδικοί (όπως τους αναφέρουν οι πρωτογενείς πηγές), και αυτό πιστοποιείται, από επιστολή του πάπα Γρηγορίου Θ’ που γράφει στον βασιλιά της Ουγγαρίας Bela IV (1206-1270, βασ. 1234-1270) ότι:
«Όπως ανακάλυψα, στην επισκοπή των Κουμάνων υπάρχουν διάφοροι λαοί με το όνομα Βλάχοι (Walati/ Walathi), οι οποίοι και αυτοί συμπεριλαμβάνονται στους Χριστιανούς, αλλ’ ακολουθούν διαφορετικά τυπικά και ήθη στην πίστη τους, και κάνουν πράγματα που είναι αντίθετα προς τη θρησκεία μας. Επειδή αυτοί περιφρονούν την Εκκλησία της Ρώμης, εκτελούν όλα τα εκκλησιαστικά μυστήρια, όχι στον αξιοσέβαστο αδελφό μας… ο επίσκοπος των Κουμάνων, που είναι ο υπεύθυνος εκείνης της επαρχίας, η οποία όμως ελέγχεται από κάποιους ψευδοεπισκόπους, που ακολουθούν το τυπικό των Γραικών [είναι Ορθόδοξοι], ενώ μερικοί, τόσο Ούγγροι όσο και Τεύτονες [γερμανικό φύλο], μαζί και άλλοι, ευθέως πιστοί του Βασιλείου της Ουγγαρίας, πηγαίνουν στο μέρος αυτών [δηλ. των Βλάχων] να εγκατασταθούν, και έτσι θα συγκροτήσουν έναν και μόνο λαό με Βλάχικη συνείδηση, και περιφρονώντας τούτον [τον επίσκοπο των Κουμάνων], λαμβάνουν αυτοί τα προαναφερθέντα Μυστήρια [από τους επισκόπους του γραικικού τυπικού], προς μεγάλη αγανάκτηση των άμεσων πιστών και για παρέκ-κλιση/παρεκτροπή από τη χριστιανική πίστη.»
Τούτο το ντοκουμέντο του 1234, σαφώς και οδηγεί στα εξής ασφαλή συμπεράσματα:
i) Οι Βλάχοι αυτοί ήταν μέτοικοι – άποικοι στην Τρανσυλβανία (περιοχή Μπρασόβ – Σιμπίου) προερχόμενοι από τους Βλάχους των ελληνικών χωρών της «εν Ελλάδι Βλαχίας.»
ii) Οι τότε κάτοικοι της συγκεκριμένης περιοχής (της νυν λεγόμενης Ρουμανίας) ονομάζονταν συνολικά Κουμάνοι και διέφεραν από αυτούς τους Βλάχους.
iii) Αυτοί οι Βλάχοι έφερναν στην πίστη τους και στη θρησκεία τους όχι μόνο Κουμάνους, μα και Ούγγρους και Γερμανούς.
Oι Βλάχοι (Walati/Walathi) που αναφέρονται στο ντοκουμέντο της 14ης Νοεμβρίου 1234, σαφώς και έχουν εγκατασταθεί εκεί πολλά χρόνια ή και αιώνες πιο νωρίς σε αυτές τις άνωθεν του Δουνάβεως χώρες, ίσως από τον 4ο αιώνα, τότε που οι πάνω και κατω από τον Δούναβη «Γότθοι, Γέτες, Δάκες, Μυσοί, Παίονες κ.ά.» είχαν εκχριστιανιστεί και συμμετείχαν με επισκόπους τους στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας, το 325 μ.Χ.
Ίσως από τότε οι Βλάχοι ή Ελλαδικοί των ελληνικών χωρών έδωσαν το όνομά τους στους άνωθεν του Δουνάβεως πληθυσμούς Δακών, Γετών, Κουμάνων!
Η ύπαρξη στο Μπρασόβ και στο Σιμπίου χωριών που οι κάτοικοί τους μιλούν γλώσσα όμοια με αυτή των Βλάχων των ελληνικών χωρών, οι «mocani» των χωριών «Săcele» (Baciu, Turcheş, Cernatu, Satulung), και των οποίων η τοπική παράδοσή τους λέει ότι προέρχονται από ελληνικές χώρες, πιστοποιεί περίτρανα ότι τέτοιοι Βλάχοι «εξ Ελλάδος» έδωσαν το «εθνωνύμιό» τους στους Δουναβίτες Δάκες, Γέτες και Κουμάνους.
Οι κοιτίδες και οι ανά χρονολογία μετακινήσεις – μεταναστεύσεις των Ελλαδικών Βλάχων προς την Τρανσυλβανία, και από εκεί και προς τις περιοχές οι οποίες εμφαίνονται στον Χάρτη, πάντα στις αναφερόμενες χρονολογίες, και που είναι δημοσιευμένες στο G. I. Brătianu, «L’Histoire roumaine ecrite par les historiens hongrois», Revue Historique du Sud-Est Europeen XX, Bucarest 1943. [Fondee par N. Iorga, Directeur: G. I. Brătianu], pp. 80-165, στον Χάρτη μεταξύ σελίδων 126-127. – Herbert Van Leisen, Le problème Transylvain, Ed. Buchdruckerei a. Kundig, Geneve, 1943, pp. 192.
Ο συγγραφέας δάμασε πάνω από 1200 πηγές 500 συγγραφέων, δίνοντας πειστικά τεκμήρια, γλωσσολογικά, αρχαιολογικά και ιστορικά ότι οι Αρμάνοι-Βλάχοι, οι Ελληνόβλαχοι, είν’ «ανθρωπολογικό» και «γλωσσολογικό» λείψανο των Πελασγών ή πρωτοελλήνων. Και πέραν τούτων, κατά τη διαδικασία της μελέτης του πρόεκυψαν συναφή και παράλληλα «θέματα», στα οποία πήρε θέση, και τα αναφέρει με ουσιώδη και περιεκτικό τρόπο στο οπισθόφυλλο.
Ο πρόλογός του είναι δοκίμιο πάνω στον τρόπο συγγραφής της ιστορίας, και οι πρώτες 350 σελίδες αποτελούν συνοπτική παρουσίαση όλων των πηγών και το τι συνάγεται από τη μελέτη τους. Χρήσιμοι είναι οι Λεξιλογικοί και Χρονολογικοί πίνακες, και οι εργοβιογραφικές πληροφορίες που δίνει για τον κάθε συγγραφέα, με υπενθύμιση δε και έργων σύγχρονων συγγραφέων που –κατά περίπτωση– έχουν ασχοληθεί με κάποιο από τα θιγόμενα θέματα ή πρόσωπα-συγγραφείς.
Καιρός, λοιπόν, να αρθρωθεί επιστημονικός λόγος και σε αυτό το θέμα, καθότι οι Βλάχοι ούτε λατινογενείς είναι ούτε λατινόφωνοι, και σαφώς είναι οι αρχαιότεροι γηγενείς στην Ελληνική Χερσόνησο. Όποιος έχει τεκμήρια που αποδεικνύουν το αντίθετο ή που ανατρέπουν το αποδεικτικό υλικό του συγγραφέα, ας το καταθέσουν σε δημόσιο επιστημονικό διάλογο. Ιδού η Ρόδος…
Μια φιλική παρατήρηση στον ευπατρίδη εκδότη Αντώνη Σταμούλη: Είναι άξιος συγχαρητηρίων που σε χαλεπούς καιρούς και εν μέσω πανδημίας κορωνοϊού τόλμησε την έκδοση τέτοιας πρωτοποριακής ανατρεπτικής ογκώδους μελέτης, που σίγουρα –στην αλλοδαπή, ίσως και στη χώρα μας– θα προβληματίσει τον κόσμο της επιστήμης, ο οποίος οφείλει να αναθεωρήσει τις παγιωμένες λαθεμένες εξ «υιοθεσίας» θέσεις στο θέμα Βλάχοι.
Δεν γίνεται να μηρυκάζονται «κοινοτοπίες» που εξυπηρετούν επί ενάμισι αιώνα μόνον πολιτικές σκοπιμότητες και εθνικιστικές ιδεολογίες. Σε επανέκδοση του έργου, ας διευκολύνει τους φιλίστορες αναγνώστες ο εκδότης, κάνοντάς το δίτομο.
Δρ Πάνος Κ. Νοτόπουλος.
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ
Για να πάρει σάρκα κι οστά το ανά χείρας έχω μελετήσει περισσότερους από 500 συγγραφείς, και πάνω από 1500 έργα. Μόνο 33 συγγραφείς εξ αυτών –και τα έργα τους– έχουν εκδοθεί απ’ το 1861 έως το 1977. Θεωρώ ως έγκυρη και έγκριτη μόνο την πριν το 1860 βιβλιογραφία, διότι μετά το 1860 που δημιουργείται το κράτος της (νυν) Ρουμανίας και τα άλλα Βαλκανικά κράτη, οι ιστορίες αυτών των κρατών αποσκοπούν στο να ικανοποιήσουν μόνο τις εθνικές και εθνικιστικές ιδεολογίες τους. Όσες ιστορίες γράφτηκαν για τους Βλάχους από συγγραφείς των νεοπαγών βαλκανικών κρατών αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση των εθνικών μύθων τους, γι’ αυτό και δεν έχουν καμιά επιστημονική αξιοπιστία.
Εξεπλάγην διαβάζοντας ότι τον 12ο αιώνα οι Βλάχοι ονομάζονταν στις ελληνικές χώρες Ελλαδικοί ή Σικυώνιοι, ότι τον 9ο και 10ο αιώνα οι κάτοικοι της Ελλάδας ονόμαζαν τη χώρα τους Αρμανία, ότι υπήρξε ένας Βλάχος Τούρκος βασιλιάς των Σελτζούκων, ότι η πόλη Καρχηδόνα ονομαζόταν κι ήταν η Βλαχία της Αφρικής, με εκκλησιαστική αυτονομία συγκεκριμένης Νεαράς του Ιουστινιανού, ότι Βλάχοι από την Ελλάδα έδωσαν το όνομά τους σε πληθυσμούς της Τρανσυλβανίας όταν βρέθηκαν εκεί ως μετανάστες, το 1220, και άλλα και άλλα. Στις σημαντικές εκπλήξεις είναι ότι Σλάβοι δεν κατήλθαν πρώιμα στην Ελλάδα, μα μόνο Σκλάβοι και Σκλαβίνοι που οι σύγχρονοι μας ιστορικοί τους… μεταλλάσσουν σε Σλάβους, γιατί οι πηγές λένε ξεκάθαρα ότι οι Σκλάβοι και οι Σκλαβίνοι ήταν Γέτες. Και ότι οι Γέτες ήταν Έλληνες! Έκπληξη αποτελεί και το ότι οι Κύριλλος και Μεθόδιος δεν ήταν Σλάβοι, ούτε Θεσσαλονικείς, μα Σκλαβηνοί της Τρανσυλβανίας. Δεκάδες άλλες εκπλήξεις που παρουσιάζονται στην εισαγωγή συνοπτικά και –σαφώς– πιο αναλυτικά ανά σχετικό κεφάλαιο.
«ΑΡΜΑΝ (Αρμάν) σημαίνει τον πόλεμον τη των Φρύγων διαλέκτω, ως φησί Παλαμήδης ιστορικός ο την κωμικήν λέξιν συναγαγών· Μεθόδιος, ή τον ιππόθορον, ην άδουσι Φρύγες εποχούμενοι ίπποις.»
Οι Αιολείς τρέπουν το δ σε β, όπως «Δελφοί» à «Βελφοί», «δράκος» à «βράκος»· πληθ. Δράκοι à Βράκοι à Βλάκοι à Βλάχοι· τούτη η γλωσσολογική τροπή κι εξέλιξη δικαιώνει πλήρως τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη (1423 – 1490), όταν γράφει για Βλάχους: «Από Δακίας επί Πίνδον το ες Θετταλίαν καθήκον ενοικήσαν έθνος. Βράκοι δε αμφότεροι ονομάζονται» και «Το τε Πίνδον όρος (Βλάκοι δ’ ενοικούσιν αυτό, των Δακών ομόγλωσσοι, τοις παρά Ίστρον Δαξίν ομοίωντο).»
Κατά τον Θ. Μόμσεν υπήρξε «Ελληνοϊταλικό έθνος», το οποίο δεν είναι άλλο παρά το Πελασγικό, καθότι οι Πελασγοί αποίκισαν την Ιταλία και μετέδωσαν στους εκεί λαούς, μα και σε άλλους λαούς –στις χώρες όπου εξαπλώθηκαν ή ίδρυσαν αποικίες– τη γλώσσα τους, της οποίας ύστατο λείψανο είναι η νυν αρμάνικη-βλάχικη.
Γιώργης Έξαρχος
(Αποσπάσματα από την Εισαγωγή)