Η Ελλάδα και όλος ο κόσμος είναι μπροστά σε μια βαθιά αλλαγή στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων λόγω των πολλαπλών κρίσεων – οικονομική, υγειονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική, ενεργειακή και πολιτική – που ολοένα και περισσότερο αλληλοενισχύονται.

Μπροστά στις μεγάλες προσκλήσεις, οι ευάλωτοι πολίτες γίνονται ακόμα πιο ευάλωτοι, οι φτωχοί – φτωχότεροι, ενώ η μεσαία τάξη συρρικνώνεται δραματικά.

Σε αυτή την ζοφερή πραγματικότητα, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αδυνατεί να υιοθετήσει πολιτικές που να αντιμετωπίσουν την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης και να μειώσουν την ανασφάλεια και επισφάλεια που διακρίνουν σήμερα τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους συνταξιούχους της χώρας.

Φαίνεται να αδιαφορεί για τα επιζήμια αποτελέσματα της άρνησής της να εφαρμόσει πολιτικές που να συνδέουν τους μισθούς με την εξέλιξη του πληθωρισμού και τις συντάξεις με έναν μηχανισμό στήριξης των χαμηλοσυνταξούχων.

Την μικρή αύξηση στους μισθούς που προέκυψε από την μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3% και από την αναπροσαρμογή κατά 2% των κατώτατων αποδοχών, τα έχουν «καταπιεί» οι αυξήσεις του ενεργειακού κόστους, των τιμών σε σχεδόν όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ενώ οι άνεργοι λαμβάνουν πενιχρά βοηθήματα ανεργίας αντί ουσιαστικών ευκαιριών απασχόλησης.

Την ίδια στιγμή, οι συνταξιούχοι παραμένουν αδικημένοι, καθώς εδώ και 12 χρόνια σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής, χάνοντας τη 13η και 14η σύνταξη, υπέστησαν περικοπές ακόμη και στο ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξης, ορισμένες εκ των οποίων κρίθηκαν αντισυνταγματικές.

Οι δε υποψήφιοι συνταξιούχοι, βρίσκονται σε απόγνωση καθώς εδώ και χρόνια, παραμένουν χωρίς σύνταξη λόγω προφανούς ανεπάρκειας των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και ΝΔ να διαχειριστούν τις εκκρεμείς συντάξεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρόλο που έχουν περάσει 31 μήνες μετά την ανάληψη της εξουσίας από τη Νέα Δημοκρατία και σχεδόν δύο χρόνια μετά από τα «εγκαίνια» της απονομής ψηφιακής σύνταξης με «ένα κλικ» από τον Πρωθυπουργό, κ. Μητσοτάκη – στον ΕΦΚΑ εκκρεμούν 150.000 αιτήσεις για κύριες συντάξεις και 127.000 για επικουρικές.

Η υποβάθμιση της εργασίας, του βιοτικού επιπέδου και της προστασίας της απασχόλησης, η συρρίκνωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων οι μισθολογικές ανισότητες και η φτωχοποίηση των συνταξιούχων, οδηγούν στην ανάγκη δομικών παρεμβάσεων ενίσχυσης της συνοχής της αγοράς εργασίας, της αξιοπρεπούς εργασίας και της κοινωνικής ευημερίας.

Γι’ αυτό, επιβάλλεται η άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας μέσα από Συλλογικές Διαπραγματεύσεις, η θέσπιση κινήτρων για πλήρη και καλά αμειβόμενη εργασία και η επέκταση των επιδομάτων ανεργίας σε περισσότερους δικαιούχος και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Γι’ αυτό είναι επιτακτική ανάγκη η θεσμοθέτηση ενός Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος Συνταξιούχων, δυναμικά αναπροσαρμοζόμενου με βάση το ημερομίσθιο ανειδίκευτου εργάτη (ΗΑΕ), όπως ισχύει κάθε φορά.

Όπως αναγκαία κρίνεται και η άμεση ολοκλήρωση των ενιαίων Κανονισμών Ασφάλισης και Παροχών και η ολοκλήρωση της πλήρους μηχανογράφησης του Φορέα και της ψηφιοποίησης του ασφαλιστικού ιστορικού κάθε ασφαλισμένου.

Οι πολίτες θέλουν, αλλά και τους αξίζουν, να δουν αλλαγές προς το καλύτερο στην καθημερινότητά τους, όπως θέλουν και ένα ευοίωνο όραμα για το μέλλον τους και για το μέλλον των παιδιών τους.

Θέλουν να υπάρξουν στοχευμένες παρεμβάσεις αντί των εμβαλωματικών μέτρων για την ανεργία, για την αντιμετώπιση των εισοδηματικών ανισοτήτων, της επισιτιστικής ανασφάλειας, της στεγαστικής ανεπάρκειας και της ενεργειακής φτώχειας.

Γι’ αυτό και σε αυτή την ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία της πολιτικής ιστορίας μας, η ανάγκη της σοσιαλδημοκρατίας και των πολιτικών της για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους ως ασπίδα προστασίας των πολιτών, είναι περισσότερο  επίκαιρη από ποτέ.

*Άρθρο Γιώργου Μουλκιώτη στην εφημερίδα «Το Παρόν της Κυριακής».