Μια ξεχωριστή συνέντευξη του Δημήτρη Παπαδημητρίου στον Κώστα Φασουλά και στο SpeedyNews.
Πολύτιμος. Και ως δημιουργός και ως άνθρωπος με κοινωνικό λόγο. Ο συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου, συμμαχεί με τη σιωπή και πιστεύει ότι το κέρδος του σιωπηρού, είναι κυρίως η συγκέντρωση και η πύκνωση της σκέψης. Ανησυχεί για την γλώσσα και τη συρρίκνωση της, γιατί οι άνθρωποι , όπως λέει, σιγά σιγά οδηγούνται στη απόλυτη
σιωπή και την απομόνωση και «βλέπει» στον Μομπυ Ντικ το σύνορο του ανθρώπινου με το θείο ..
Να ξεκινήσουμε τη κουβέντα μας με μια σκέψη που με γυροφέρνει το τελευταίο καιρό; Είναι τελικά τόσο πολύτιμος ο έπαινος για τους ανθρώπους, ο καλός λόγος που λέμε; Φοβάμαι πως όταν ένας άνθρωπος δεν έχει ακούσει έναν καλό λόγο για ό,τι αυτός κάνει, παραμονεύει νομίζω ο κίνδυνος, να αρχίσει να μιλάει ο ίδιος για τον εαυτό του.
Θα σε εκπλήξω ίσως. Δεν καταλαβαίνω την ανάγκη του εξωτερικού επαίνου καθόλου. Αυτό που κάνει τους τραγουδιστές, ηθοποιούς τσιρκολανους, αλλά και μαγείρους κομμωτές κλπ να έρπουν και να διαγκωνίζονται για ένα δράμι επαίνου από τον κόσμο, που κατά βάθος χειροκροτεί αδιακρίτως και ασυστόλως, με βάση κυρίως μη πνευματικά και αισθητικά κριτήρια: Δηλαδή συχνότατα με βάση την αναγνωσιμότητα, την εμπορικότητα, αν συμπαθεί μια περσόνα κλπ.
Αν βάλει κανείς στον νου του την μεγάλη τέχνη, τα καλά λόγια, ο έπαινος, είναι ένα ασήμαντο δέλεαρ μπροστά στον πόνο τον μόχθο και την θυσία.
Δεν μπορώ να φαντασθώ τον Αισχύλο να σκέφτεται τα καλά λόγια, όταν έγραψε την Ορέστεια. Κάποιοι σίγουρα θα τον έβρισαν κιόλας, ίσως!
Τα καλά λόγια του εαυτού μας είναι ανεκτίμητα, όταν έχουμε ψηλούς στόχους. Αλλά αυτά δεν πρέπει να τα ακούσει κανείς, γιατί χάνουν την σημασία τους. Γίνονται γελοίος αυτοθαυμασμός.
Ξέρω ότι πιστεύεις στην πολυτιμότητα της σιωπής. Μήπως τελικά είναι το σίγουρο μέσο, να περάσει κάποιος απέναντι, σε έναν καιρό θορυβώδη όπως αυτόν που ζούμε;
Ο σιωπηρός έχει μια πιθανότητα να τον ακούσουν οι φωνασκούντες, εάν απορήσουν γιατί αυτός δεν μιλάει. Αλλά μην υπερβάλλουμε : έχει την μοναδική μεν, ελάχιστη δε πιθανότητα να ακουστεί εάν οι φωνασκούντες βαρεθούν και απορήσουν.
Το κέρδος του σιωπηρού, είναι κυρίως η συγκέντρωση και η πύκνωση της σκέψης. Ώστε σε πέντε δεύτερα προλαβαίνει όσα ποτέ όλοι οι άλλοι μαζί. Και βέβαια, η αξιοπρέπεια.
Ποιο είναι αυτό που μας λείπει ως ανθρώπινη κοινωνία, και δεν καταφέραμε ακόμη να διαψεύσουμε τον γνωστό αφορισμό του Νίκου Γκάτσου, «Αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ»;
Η επιθυμία να αλλάξουμε τον κόσμο είναι διάχυτη και όλοι έχουμε ένα διαφορετικό όραμα για αυτόν. Η ταύτιση των προτεινόμενων αλλαγών δεν υφίσταται. Ούτε καν εντός ιδεολογιών. Συμβαίνει και εδώ όπως με τους φωνασκούντες, η ψευδοδημοκρατική χάβρα όπου επικρατεί η αιώνια ισοπαλία των δυνάμεων αλλαγής.
Η μόνη δύναμη που ασκείται πλήρως και αλώβητη είναι η συντήρηση.
Θα ήθελα τη δική σου προσέγγιση, για μια πικρή αλήθεια του καιρού μας, στην ταχύτητα του καιρού αναφέρομαι. Αυτή την ταχύτητα που ακυρώνει στις μέρες μας θέματα και γεγονότα. Θα έλεγε κανείς ότι με ταχύτατους διασκελισμούς, χωρίς ποτέ να κόβει το νήμα, υπονομεύει με τρόπο έντονο τη μνήμη..;
Στο κέντρο της διαπίστωσης σου κυριαρχεί ο θάνατος του Βιώματος και η ολική νίκη της πληροφορίας. Η πληροφορία δεν γράφει στην μνήμη. Η επόμενη πληροφορία σβήνει την προηγούμενη. Υπάρχει τεχνική στο εμπόριο της πληροφορίας. Γιατί πωλείται μόνο η νέα πληροφορία.
Το βίωμα καταλαμβάνει χώρο στην μνήμη και πρέπει γρήγορα να μετατραπεί σε έναν τίτλο λάιφ στάιλ κενό λοιπών δεδομένων.
Υπάρχουν λέξεις που έχουν αδικηθεί μέσα στο χρόνο; Λέξεις σημαντικές που έχασαν την βαθύτερη αξία τους;
Πολιτισμός είναι η πρώτη που μου έρχεται. Δεν είναι πλέον πολιτισμός, ούτε η πνευματικότητα ούτε η αισθητική.
Γιατί προτιμάται η λέξη «πολιτισμός» από αυτές τις δυο; Γιατί ο «πολιτισμός» περιέχει και τον ευνουχισμό τους. Ούτε οι επιστήμες, ούτε ο κοινωνικός κώδικας συμπεριφοράς δεν αρκεί. Τι είναι άραγε αυτή η μεταλλαγμένη λέξη σήμερα;
Νομίζω «πολιτισμός» πλέον είναι το αποσμητικό χώρου των κυβερνήσεων και τελικά των κοινωνιών μας. Τα αποσμητικά όμως ήδη και αυτά χωρίζονται σε (πειστικά) ακριβά και φθηνά ( της απελπισίας) .Είναι και αυτή η απόφαση μεταξύ φθηνού και ακριβού θέμα αισθητικής και πάλι.
Πιστεύεις ότι ο τρόπος που χρησιμοποιείται η γλώσσα σήμερα κυρίως στα social media, είναι στοιχείο που απειλή τη ζωντάνια της; Φοβάσαι τη συρρίκνωση της;
Όχι αντίθετα, εμπλουτίζεται και εκσυγχρονίζεσαι, πράγμα πολύ σημαντικό. Στο διαδίκτυο υπάρχουν και σημαντικά κείμενα. Όμως ποιος προστρέχει σε αυτά; Δεν είναι αλήθεια αισθητικά τόπος για το υψηλόν. Το διαδίκτυο είναι ένα σουπερμάρκετ. Η γλώσσα συρρικνώνεται γιατί οι άνθρωποι σιγά σιγά οδηγούνται στη απόλυτη σιωπή και την απομόνωση.
Πιστεύεις στην έμπνευση; Ο Ιάκωβος Καμπανέλης έχει πει, ότι τη λέξη έμπνευση την βρίσκει να πάσχει από αφέλεια, και ότι αυτά που μας παρακινούν να γράψουμε, είναι η παρατήρηση αυτών που συμβαίνουν γύρω μας, ο τρόπος που μας ευαισθητοποιούν..
Διαφωνώ. Αν λείπει η έμπνευση αυτό είναι εφαρμοσμένη τεχνη-ντοκιμαντέρ.
Φυσικά και υπάρχει η στιγμή, που ο άνθρωπος θέτει όλες του τις δυνάμεις σε αρμονική συνεργασία και συλλαμβάνει και πραγματοποιεί υπερβάσεις.
Και όχι μόνο οι καλλιτέχνες. Οι μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις γίνονται διαισθητικά πρώτα και κατόπιν ο επιστήμονας τις αποδεικνύει. Η θεωρία λχ του Αϊνστάιν απεδείχθη, αφού ο επιστήμονας υπέθεσε την ύπαρξη της. Αλλά και η ίδια η απόδειξη απαίτησε πολλές επι μέρους υπερβάσεις και πρωτογενείς νέες σκέψεις. Οι αθλητές δεν κάνουν το ρεκόρ τους ανά πάσα στιγμή, αλλά τη στιγμή που όλοι οι επιμέρους παράγοντες συνεργάζονται τέλεια. Μια προσπάθεια ανάμεσα στις τόσες είναι το ρεκόρ.
Η έμπνευση είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς και έντονης διαλογιστικής προσπάθειας, που επιτρέπει την μεγάλη υπέρβαση.
Η στιγμή που αυτή η υπέρβαση, συμβαίνει είναι σπάνια και πολύτιμη.
Εξαρτάται από τόσες παραμέτρους, που απαιτεί ιδιαίτερες προσωπικότητες και μάλιστα σε φόρμα. Όμως, η πραγματοποίηση κι ανάλογη εκμετάλλευση της θείας επιφοίτησης χρειάζεται εκατοντάδες ανάλογες «λύσεις» μόχθο και ίσως και άλλες επιφοιτήσεις. Ο μέγας Τσαϊκόφσκι είχε πει: «βεβαίως υπάρχει έμπνευση, αλλά ποτέ δεν έρχεται στους τεμπέληδες». Εγώ θα συμπλήρωνα επαυξάνοντας όμως: όσο και να δουλέψεις δεν θα έρθει, αν δεν έχεις την φυσική και ψυχική προδιάθεση.
Συμμαχείς με την άποψη ότι η τέχνη είναι λυτρωτική για έναν δημιουργό;
Το ταλέντο είναι το τεράστιο βάρος που σε κάνει να δυστυχείς, εάν δεν δημιουργήσεις. Σαν μια εγκυμοσύνη που δεν οδηγεί σε γέννα. Η δημιουργία είναι η λύτρωση από αυτό το βάρος, η γέννα σε μια δύσκολη εγκυμοσύνη. Μέχρι την επόμενη σύλληψη όμως… Τέχνη είναι και τα δυο. Και η Σταύρωση και Ανάσταση.
«Ο Θεός του Καλού έχει πέσει θύμα της αφελούς προπαγάνδας του, ότι είναι ανίκητος» Δική σου σκέψη είναι αυτή. Είναι μέγα ψεύδος λες.
Χρειαζόταν αυτό να λέγεται στα εκατομμύρια των αθλίων αυτού του κόσμου, στους οποίους κανείς δεν αναλάμβανε να δώσει την παραμικρή ελπίδα.
Ο Χριστιανισμός ανέλαβε το δύσκολο έργο να τονώσει το ηθικό των σκλάβων, δουλοπαροίκων, αρρώστων και πάμπτωχων -χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο- μόνο την μεταφυσική ελπίδα. Έπραξε λυτρωτικά, έσωσε την ανθρωπότητα. Αλλά με κόστος την απραξία των πιστών που πιστεύουν στην παντοδυναμία του καλού.
Το «συν Αθηνά και χείρα κινει» χαλούσε λίγο την πειστικότητα της μεταφυσικής ελπίδας. Πολλοί πατέρες της εκκλησίας το υπογραμμίζουν ωστόσο και αυτοί. Πιστεύω ακραδάντως ότι το καλό οφείλει να στρατολογεί αρχαγγέλους με πύρινες ρομφαίες. Τι χρειάζονται αυτά τα υπερόπλα εάν το καλό από μόνο του υπερισχύει;
Χωρίς εμάς ταγμένους στο καλό το κακό νικά.
Ο πατέρας μου μάλιστα διέδιδε και συμφωνώ με αυτό, πως δεν εκτιμά τόσο τους μοναχούς, όσο τους Σταυροφόρους του καλού.
Τελικά τι είναι ο Μομπυ Ντικ; Το ανίκητο εμπόδιο του καθένα μας;
Όχι το εμπόδιο. Αλλά το όριο. Το σύνορο του ανθρώπινου με το θείο. Τα δικά μας «μαρμαρένια αλώνια» όπου καλεί ο Αχααβ τον Χάροντα σε μονομαχία. Η πιο δοξασμένη μάχη είναι η από πριν χαμένη.
«Κάποιοι στη φυρονεριά αφήνουν την πνοή τους
Κι ειν’ κάποιοι που θα ξεψυχούν την ώρα της ρηχίας.
Στην πλήμμη κάποιοι χάνονται
Εγώ, πάνω στο κύμα
Το κύμα το πιο δυνατό
Και το πιο αφρισμένο».
(ο Αχαάβ πριν την τελική του φαλαινοθηρία απέναντι στον Μομπυ Ντικ)