Βρίσκεται η Ουκρανία στην πρώτη γραμμή μιας παγκόσμιας μάχης για τη διατήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του σεβασμού του κράτους δικαίου τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό;

Μόλις τρεις ημέρες αφότου οι ρωσικοί πύραυλοι άρχισαν να πέφτουν βροχή στη χώρα του, ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι προειδοποίησε τον κόσμο ότι η εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν ήταν η «αρχή ενός πολέμου… κατά της Δημοκρατίας».

Το μήνυμα έγινε αμέσως αντιληπτό.

Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι ο πόλεμος έθεσε υπό αμφισβήτηση τη Δημοκρατία «μπροστά στα μάτια μας». Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έκανε έκτοτε λόγο για «νέα μάχη για την ελευθερία». Η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι δήλωσε, μάλιστα, ότι οι Ουκρανοί πολεμούν όχι μόνο για τη δική τους Δημοκρατία αλλά και για την αμερικανική.

Έχουν δίκιο; Βρίσκεται η Ουκρανία στην πρώτη γραμμή μιας παγκόσμιας μάχης για τη διατήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του σεβασμού του κράτους δικαίου τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό; 

Πόλεμος για το μέλλον της Δημοκρατίας;

Ο ιστότοπος GZERO παρουσιάζει επιχειρήματα υπέρ αλλά και κατά της εν λόγω άποψης.

Η Ουκρανία είναι μια Δημοκρατία που πλέον μάχεται για την ύπαρξή της αν και θα πρέπει να σημειωθεί πως προπολεμικά σίγουρα δεν ήταν μια ιδανική Δημοκρατία.

Ωστόσο, εάν η χώρα συντριβεί από τη Ρωσία, θα απωλέσει την κυριαρχία της και θα μετατραπεί σε ένα κράτος-μαριονέτα στα χέρια της «δικτατορίας» του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται πως η Ουκρανία ήθελε να ενταχθεί στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, σε δύο από τις ισχυρότερες ομάδες Δημοκρατιών στον κόσμο, και ο Πούτιν εισέβαλε στρατιωτικά στη χώρα για να την αποτρέψει από το να κάνει κάτι τέτοιο.

Όσο για τον εχθρό της Ουκρανίας στην τρέχουσα σύγκρουση, αυτός είναι μια χώρα όπως η Ρωσία του Πούτιν που εξάγει διεθνώς «ανελευθερία» («illiberalism»). Τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια, η Ρωσία έχει μάλιστα καταβάλει μεγάλες προσπάθειες με σκοπό να παροξύνει μια σειρά από προβλήματα που ήδη προϋπήρχαν στις δημοκρατικές χώρες της Δύσης.

Εάν όμως η Ρωσία τώρα υποστεί ήττες στο μέτωπο της Ουκρανίας, σε συνδυασμό παράλληλα και με το κόστος των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί, ίσως αναγκαστεί να σταματήσει να παίζει αυτό το παιχνίδι. 

Από την άλλη πλευρά, εάν η Ρωσία επικρατήσει τώρα, θα είναι σαν να στέλνει ένα μήνυμα ενθάρρυνσης προς όλους τους άλλους αυταρχικούς ηγέτες που ίσως να ήθελαν να συντρίψουν άλλες – «ενοχλητικές» για εκείνους – δημοκρατίες κοντά στα σύνορά τους. Η Ταϊβάν βρίσκεται, για παράδειγμα, ψηλά στη λίστα με τις περιοχές που θα μπορούσαν να δεχθούν επίθεση το προσεχές διάστημα από την Κίνα. Για το Πεκίνο άλλωστε, η Ταϊβάν αποτελεί «κινεζικό έδαφος».

Διόλου τυχαία, στην παρούσα φάση η Κίνα έχει πάρει το μέρος της Ρωσίας του Πούτιν με φόντο την Ουκρανία.

Πάντως, υπάρχουν και δημοκρατίες που έχουν αρνηθεί να καταδικάσουν την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία: για παράδειγμα εκείνες της Ινδίας, της Βραζιλίας και της Νότιας Αφρικής αλλά και χωρών όπως η Ουγγαρία, η οποία μάλιστα τυγχάνει μέλος τόσο της ΕΕ όσο και του ΝΑΤΟ.

Κατά τα λοιπά, υπάρχει και το επιχείρημα πως η Δύση δεν υπερασπίζεται πια με συνέπεια τη Δημοκρατία διεθνώς, καθώς υπάρχουν περιπτώσεις παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (βλ. πόλεμος στην Υεμένη) και του κράτους δικαίου για τις οποίες έχει δείξει να αδιαφορεί αλλά και απολύτως αυταρχικές χώρες (βλ. Σαουδική Αραβία) στον αυταρχισμό των οποίων όμως η ίδια προτιμά να μην ασκεί κριτική.

Σε κάθε περίπτωση, ο αγώνας της Ουκρανίας είναι ένα μικρό μέρος μιας πολύ μεγαλύτερης ιστορίας. Επί 16 συναπτά έτη τώρα, οι δημοκρατίες του κόσμου επιδεινώνονται, σύμφωνα με το Freedom House. Σε όλο τον κόσμο, η λαϊκή δυσαρέσκεια για τη λειτουργία των δημοκρατικών συστημάτων έχει ανοίξει το δρόμο σε αυταρχικούς ηγέτες να αναλάβουν την εξουσία, διαβρώνοντας τις δημοκρατίες εκ των έσω.

Πολύ περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες στις κορυφαίες δημοκρατίες του κόσμου δηλώνουν ότι δεν είναι ικανοποιημένοι με το πολιτικό τους σύστημα. Και μεταξύ 2019 και 2021, περισσότεροι από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι είδαν τις κοινωνίες τους να γίνονται λιγότερο ελεύθερες.

Θα μπορούσε, άραγε, μια ουκρανική νίκη να ανακόψει αυτήν την ευρύτερη αντιδημοκρατική τάση;