Κρίσιμες μέρες που θα δείξουν την τάση που θα ακολουθήσει ο τούρκος πρόεδρος χαρακτηρίζονται αυτές της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 28-30 Ιουνίου στη Μαδρίτη

Ένα επικίνδυνο παιχνίδι εκβιασμών και «διπλωματικών εντυπώσεων» παίζει η Τουρκία με το ΝΑΤΟ, επιχειρώντας να εργαλειοποιήσει την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η Άγκυρα βάζει όλα τα θέματα στο τραπέζι, αναδεικνύοντας την υποψηφιότητα της Φινλανδίας και της Σουηδίας για το ΝΑΤΟ στο όχημα προώθησης των διεκδικήσεων της.

Ο τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δεν διστάζει να «χτίσει» μέρα με τη μέρα πάνω στις απαιτήσεις του, χρησιμοποιώντας ακόμα και την απειλή εξόδου της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ.

Σε συμμάχους του αναδεικνύονται οι πρόθυμοι της αντιπολίτευσης, που επιχειρούν να εμφανιστούν πιο «εθνικιστές» από τον τούρκο πρόεδρο, όσο και ο κυβερνητικός του εταίρος, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ο οποίος κατά καιρούς έχει παίξει πρόθυμα το ρόλο του «λαγού», προκειμένου να μετρηθούν οι αντιδράσεις απέναντι στις εξελίξεις.

Το παιχνίδι του Ερντογάν

Ο Ερντογάν ξεκίνησε να δένει την υποψηφιότητα της Φινλανδίας και της Σουηδίας στη Συμμαχία με τα ελληνοτουρκικά και τη λάθος απόφαση της Άγκυρας να αποδεχθεί επανεισδοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ. Τη συνέδεσε και με την τρομοκρατία απαιτώντας από Ελσίνκι και Στοκχόλμη να προχωρήσουν στην έκδοση συγκεκριμένων πολιτών που χαρακτηρίζονται ως «τρομοκράτες του ΡΚΚ», ξεκαθαρίζοντας ότι θα επιμείνει στην άρνηση του μέχρι να γίνουν αποδεκτές οι απαιτήσεις του. Στο τραπέζι σαφώς και η άρση του εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, τόσο από Φινλανδία και Σουηδία, αλλά κυρίως η άρση των κυρώσεων, που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ, μετά την απόκτηση από την Άγκυρα των S-400.

Στο τραπέζι ανοίγει παράλληλα και την ατζεντα του σε σχέση με την Ανατολική Μεσόγειο, επιδιώκοντας διαρκή αύξηση της έντασης με την Αθήνα, με αιχμή τόσο την αποστρατικοποίηση των νησιών, το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας, υπό το πρίσμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», όσο και την τρομοκρατία, με την ελληνοαμερικανική συνεργασία και την «αλλαγή των ισορροπιών» στην περιοχή ανάμεσα σε Ουάσιγκτον – Άγκυρα – Αθήνα – Λευκωσία να είναι αυτό που ενοχλεί περισσότερο την Τουρκία.

Οι απειλές για έξοδο από το ΝΑΤΟ ξεκίνησαν από τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί με τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης τη Τουρκίας, του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου να σηκώνει το γάντι και να τονίζει τη σημασία του ΝΑΤΟ για την Τουρκία, τονίζοντας ωστόσο ότι οι θέσεις Ερντογάν για την ένταξη Φινλανδίας και Σουηδίας είναι σωστές. 

Ως κρίσιμες μέρες που θα δείξουν την τάση που θα ακολουθήσει ο τούρκος πρόεδρος χαρακτηρίζονται αυτές της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 28-30 Ιουνίου στη Μαδρίτη. Για πολλούς ο Ερντογάν θα υποχρεωθεί να κάνει πίσω, ωστόσο κάποιοι άλλοι κοιτάζοντας στις εκλογές στην Τουρκία το 2023 δεν αποκλείουν να επιχειρήσει να συνεχίσει τον εκβιασμό του με αιχμή την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας, επιπλέον μοχλό πίεσης τα ελληνοτουρκικά και το βλέμμα στις ΗΠΑ.

Ακόμα και αν ορισμένοι διπλωμάτες της Δύσης όπως η Elizabeth Shackelford, που ανήκε στο διπλωματικό Σώμα των ΗΠΑ έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται δημόσια εάν η Τουρκία είναι αυτή που το ΝΑΤΟ προσέλκυσε ως εταίρο πριν 70 χρόνια, η Δύση δεν είναι έτοιμη να χάσει την Άγκυρα από το χάρτη των συμμαχιών της.

Διπλωμάτες τόσο στην Ουάσιγκτον όσο και στην Αθήνα σημειώνουν ότι οι ΗΠΑ δεν είναι έτοιμες για ένα «διαζύγιο» στο ΝΑΤΟ με την Τουρκία, ενώ δεν είναι σαφές και αν κάτι τέτοιο θα συνέφερε τελικά και την Ελλάδα. Ακόμα και αν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει αρχίσει να αφήνει αποχρώσεις – ενδείξεις κατά των τουρκικών προκλήσεων απέναντι στην Ελλάδα, μην τηρώντας ακριβώς την πολιτική των ίσων αποστάσεων του παρελθόντος, η Άγκυρα παραμένει ένας σημαντικός έστω και δύσκολος σύμμαχος για την περιοχή.

Ρήξη;

Ο εκνευρισμός των «συμμάχων» στο ΝΑΤΟ για τους εκβιασμούς του Ερντογάν έχει αρχίσει να αποτυπώνεται, αλλά οι αποφάσεις για ρήξη με την Άγκυρα δεν μοιάζουν να είναι κοντά. Καθώς αυτά που εκτιμά η Δύση ότι θα χάσει δεν βαρύνουν ακόμα στη ζυγαριά υπέρ τέτοιων κινήσεων.

Ακόμα και για την Αθήνα μία ενδεχόμενη εκδίωξη της Άγκυρας από το ΝΑΤΟ, δεν θα μπορουσε να αποτελέσει εγγύηση ότι δεν θα οδηγούσε σε όξυνση της έντασης.

Αναλυτές και διπλωμάτες στην πλειοψηφία τους θεωρούν ότι ο τούρκος πρόεδρος, βάζοντας όλα τα θέματα στο τραπέζι επιδιώκει τα μέγιστα, ωστόσο μπορεί να εμφανιστεί και ως «κερδισμένος» ακόμα και με τα ελάχιστα. Η υποχώρηση Ερντογάν δεν πρέπει να θεωρείται όμως ούτε εύκολη ούτε δεδομένη, σε ένα παζάρι, που όπως φαίνεται να συνεχιστεί μέχρι τέλους.