Αλ. Αυλωνίτης: “Η Ελλάδα έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα για να κάνει θαύματα”
Όπως κάθε χρόνο η Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού είναι ημέρα αναστοχασμού της πορείας ενός ολόκληρου κλάδου που θεωρείται για τη χώρα μας βασικός παρανομαστής της ελληνικής οικονομίας, καταγραφής των όσων κερδήθηκαν αλλά και προβληματισμού για όσα θα μπορούσαν να είχαν κερδηθεί. Θα μπορούσε να ήταν και αφορμή για μία καθιερωμένη ετήσια αποτίμηση και αξιολόγηση, της οποίας τα συμπεράσματα είναι άκρως σημαντικά.
Σε έναν κόσμο με συνεχείς τεκτονικές αλλαγές εξαιτίας του μεγάλου ανταγωνισμού, με κρίσεις που ξεσπούν και δυσκολεύουν την ελεύθερη μετακίνηση των ανθρώπων όπως η παγκόσμια υγειονομική πανδημία του covid19, με εντάσεις και πολέμους στην περιοχή μας, με την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια ως απότοκα αυτών των δυσμενών εξελίξεων, το κρίσιμο σταυροδρόμι που βρισκόμαστε κάνει πιο επίκαιρη από ποτέ τη χάραξη της εθνικής τουριστικής μας στρατηγικής.
Μία στρατηγική κι ένας σχεδιασμός που θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συστηματικής δουλειάς προικισμένης με όλα τα αναγκαία εργαλεία για μια δημοκρατική συζήτηση και διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και παράγοντες πάνω σε μια σταθερή βάση. Τον άνθρωπο, τις υποδομές, την κλιματική κρίση και τον ανταγωνισμό των χωρών που προσφέρουν αντίστοιχες τουριστικές εμπειρίες με την Ελλάδα με γνώμονα τη διαφορετικότητα και την εναλλακτικότητα των δυνατοτήτων μας, αλλά και την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου.
Η φετινή τουριστική σεζόν επισκιάστηκε από τις συνθήκες εργασίας του κόσμου του Τουρισμού, δεχόμενη μία πολύ αρνητική απόρριψη από ανθρώπους με γνώση και εμπειρία να εργαστούν μέσα σε ιδιαίτερες δύσκολες συνθήκες και με χαμηλές ταυτόχρονα αμοιβές.
Είναι ελπιδοφόρο να επενδύουμε στην εκπαίδευση των εργαζομένων στη φιλοξενία, ωστόσο είναι ότι πιο απαισιόδοξο για τον κλάδο να μην μεταφράζεται αυτό σε υψηλές επαγγελματικές προοπτικές, σε ταχέως εξελισσόμενες εργασιακές συνθήκες και στην εργασιακή ομαλότητα, ασφάλεια και ειρήνη μέσω της τήρησης της εργασιακής νομοθεσίας.
Η Πολιτεία έχει υποχρέωση να οργανώσει και να εμβαθύνει το διάλογο για τον Τουρισμό μας. Η φέρουσα τουριστική μας ικανότητα, οι κρατικές υποδομές επ’ ωφελεία των μονίμων κατοίκων και των επισκπετών (οδικό δίκτυο, ύδρευση, ενέργεια, ψηφιακός εκσυγχρονισμός κ.λπ.), η διαχείριση των απορριμμάτων, οι συνδυασμένες μεταφορές, η εκπαίδευση και οι υπηρεσίες υγείας και ασφάλειας αποτελούν βασικά θέματα αυτής της συζήτησης με προσανατολισμό τη βιώσιμη ανάπτυξη με πράσινο αποτύπωμα, όπως έχει καθιερωθεί για όλο το σύγχρονο κόσμο.
Η Ελλάδα έχει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα κι ένα από αυτά πέραν του ήλιου και της θάλασσας είναι η παράδοση, ο τοπικός χαρακτήρας των κοινωνιών μας στην ηπειρωτική και νησιωτική επικράτεια αλλά και ο ιδιαίτερος τρόπος ζωής και διατροφής που έλκει και μπορεί με την αποτελεσματική προβολή και προώθηση να κάνει θαύματα.
Έχουμε χρέος να κρατήσουμε ζωντανό το όραμα του Τουρισμού για όλες τις αγορές και για κάθε είδους επισκέπτη. Μπορούμε να τα καταφέρουμε, αρκεί να αναγνωρίσουμε τα λάθη του παρελθόντος, να φανούμε σοβαροί και υπεύθυνοι και να αφιερώσουμε κονδύλια και δυνάμεις που θα απορροφηθούν με δικαιοσύνη από όλους.