Μπορεί μέσα στις φωτιές του Αυγούστου και στην ατέλειωτη παραλυτική ζέστη να έχουν περάσει σε δεύτερη και τρίτη μοίρα ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή και η απειλή μιας γενικότερης ανάφλεξης μετά και τη δολοφονία από τις ισραηλινές δυνάμεις του αρχηγού της Χαμάς μέσα στην Τεχεράνη, ωστόσο όσοι έχουν απομείνει στο υπουργείο Εξωτερικών προσεύχονται νυχθημερόν να ευδοκιμήσουν οι διαμεσολαβητικές προσπάθειες για εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς.

Πρωτίστως για να σταματήσει η ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα και για να φρενάρει η αποσταθεροποίηση στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Αλλά κι επειδή, εάν υπάρξει περαιτέρω κλιμάκωση και το Ισραήλ ζητήσει διευκολύνσεις από την Ελλάδα, θα είναι πολύ δύσκολο για την κυβέρνηση να αρνηθεί. Μέχρι στιγμής οι διευκολύνσεις που παρέχει η ελληνική κυβέρνηση -η οποία θεωρεί «στρατηγική» τη σχέση της χώρας με το Ισραήλ και προσέχει ως κόρην οφθαλμού τις τριμερείς συμφωνίες Αθήνας, Λευκωσίας, Τελ Αβίβ- περιορίζονται στο να επιτρέπει να περνάνε, να ελλιμενίζονται και να ανεφοδιάζονται τα πλοία που φροντίζουν για τον ανεφοδιασμό των ισραηλινών δυνάμεων με καύσιμα. Και τις παρέχει σιωπηρά, χωρίς να το καμαρώνει, καθώς ακόμη και οι πιο φιλοϊσραηλινοί στο υπουργείο Εξωτερικών και στο Υπουργικό Συμβούλιο θεωρούν πως η ακροδεξιά κυβέρνηση του Νετανιάχου το έχει… παρακάνει.

Η επιλογή της σιωπηρής διευκόλυνσης έχει κι ένα εσωτερικό πλεονέκτημα για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία δεν θέλει να ενισχύσει τα φιλοπαλαιστινιακά αντανακλαστικά που έχουν απομείνει στην ελληνική κοινωνία. Ούτε θέλει να δει να γίνονται ευρύτερες κινητοποιήσεις από τις παραστάσεις διαμαρτυρίας που έκαναν την περασμένη εβδομάδα στον Πειραιά μια σειρά από ναυτεργατικά σωματεία και συλλογικότητες με αίτημα να παρεμποδιστεί ο ελλιμενισμός των «πλοίων του θανάτου». Να μην επιτραπεί, δηλαδή, στα δύο πλοία μεταφοράς καυσίμων να εφοδιαστούν ώστε να συνεχίσουν το ταξίδι τους στο λιμάνι του Άσκελον για να ξεφορτώσουν κηροζίνη για την Πολεμική Αεροπορία του Ισραήλ, η οποία βομβαρδίζει ασταμάτητα τη Λωρίδα της Γάζας.

Αλλοι καιροί, άλλα ήθη

Κάποιοι θα θυμούνται τις τεράστιες κινητοποιήσεις το 1999 όταν το ΝΑΤΟ -στο οποίο ως γνωστόν ανήκει η χώρα μας- αποφάσισε να βομβαρδίσει τη Γιουγκοσλαβία για να επιβάλει την εγκατάσταση ειρηνευτικών δυνάμεων στο Κόσοβο. Τότε η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε μεν στείλει αεροσκάφη να βομβαρδίσουν το Βελιγράδι, αλλά είχε παράσχει κάθε δυνατή διευκόλυνση στους εταίρους και στη συνέχεια είχε συμμετάσχει στη στρατιωτική δύναμη KFOR υπό τα Ηνωμένα Έθνη, εν μέσω διαδηλώσεων και κινητοποιήσεων ειδικά στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το οποίο ήταν τότε η πύλη εισόδου των νατοϊκών δυνάμεων και των κυανοκράνων της KFOR.

Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα και μετά από πολλαπλές κρίσεις στο εσωτερικό της χώρας και δυο πολέμους στη γειτονιά της, οι αντιδράσεις της ελληνικής κοινωνίας μπροστά στο μακελειό στη Γάζα και τους 40.000 νεκρούς Παλαιστίνιους, στην πλειονότητά τους αμάχους, από τον Οκτώβριο είναι πολύ πιο υποτονικές.

Ασκήσεις ισορροπίας

Βοηθά ίσως και το γεγονός ότι ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης κατάφερε να πείσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη να κρατήσει μια πιο ισορροπημένη στάση και να πάψει να εκφράζει την αμέριστη υποστήριξή του στον «φίλο Μπίμπι» Νετανιάχου, όπως έκανε αρχικά. Σε αντίθεση με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Μητσοτάκης δεν μιλάει «για τη σωστή πλευρά της Ιστορίας», όταν -σπανίως- αναφέρεται στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Ο Γ. Γεραπετρίτης φροντίζει όταν συναντάται με τον Ισραηλινό ομόλογό του να επικοινωνεί και με την παλαιστινιακή ηγεσία στη Ραμάλα. Και οι Έλληνες διπλωμάτες υποστηρίζουν όπου σταθούν κι όπου βρεθούν «την ανάγκη αναβίωσης της πολιτικής διαδικασίας στην κατεύθυνση της δημιουργίας δύο κρατών, ως μόνης βιώσιμης και ειρηνικής λύσης στο Μεσανατολικό, σύμφωνα με τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ». Μόνο κάτι πρώην ακροδεξιοί που είναι σήμερα στη Ν.Δ. του Μητσοτάκη επιμένουν να στηρίζουν τα εγκλήματα πολέμου του Νετανιάχου στη Γάζα. Ίσως θεωρούν ότι έτσι θα ξεχαστεί ο αντισημιτισμός τους.

Αυξημένες ευθύνες

Καθώς από την Πρωτοχρονιά του 2025 η Ελλάδα γίνεται μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αυξάνονται και οι ευθύνες για την ελληνική διπλωματία. Η Αθήνα θα ήθελε να μπορεί να παίξει ρόλο στην ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, ωστόσο η επιρροή της είναι πεπερασμένη. Θα μπορούσε βέβαια να πρωταγωνιστήσει στην οργάνωση της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, αλλά κι αυτό απαιτεί σχέδιο και πολιτική βούληση, αγαθά εν ανεπαρκεία στην ελληνική κυβέρνηση. Γι’ αυτό και δεν της απομένουν παρά μόνο οι προσευχές να πετύχουν οι προσπάθειες των μεσολαβητών και να μην γενικευτεί η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Στην αντίθετη περίπτωση το Ισραήλ θα ζητήσει περαιτέρω διευκολύνσεις από την Ελλάδα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα τις δώσει. Στον αέρα, στη θάλασσα, στα λιμάνια.

Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι οι συμφωνίες που έχει υπογράψει η Αθήνα με το Τελ Αβίβ προβλέπουν συνεργασία στον αμυντικό τομέα, αλλά όχι και την υποχρέωση αμοιβαίας συνδρομής εάν μια χώρα δεχθεί επίθεση.

πηγή: https://www.avgi.gr/