H Καταστατική αναρμοδιότητα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α – Π.Σ. για πρόταση μομφής κατά του Προέδρου Στέφανου Κασσελάκη της 7ης Σεπτεμβρίου 2024 και η αρμοδιότητα της βάσης των μελών του
Οι εξελίξεις στο Κόμμα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτικής Συμμαχίας που σταθερά κατέχει τη θέση της μείζονος Αντιπολίτευσης στο ελληνικό Κοινοβούλιο μοιάζουν σαν μία καιγόμενη βάλτος αυτές τις ώρες που κάποιοι φουντώνουν με κάδρο «αλλότρια κίνητρα», όπως με νόημα ο νέος Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, Νίκος Παππάς, επισήμανε, ούτε λίγο ούτε πολύ, τηρώντας ισορροπίες, για τις κρίσιμες συνέπειες διάλυσης ή αναθέρμανσης.
Σύμφωνα με πολλά ρεπορτάζ και πλούσια αρθρογραφία που έχει δημοσιευτεί έως τώρα, 100 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος, που αυτή συνεδριάζει από το μεσημέρι, έχουν καταθέσει Επιστολή μομφής κατά του Προέδρου, Στέφανου Κασσελάκη, επικαλούμενα το άρθρο 20&4 του Καταστατικού του Κόμματος (2022) και παρατίθεται παρακάτω , όπως αναρτάται στον επίσημο Ιστότοπο του (www.syriza.gr).
«Ο/Η πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εκπροσωπεί δημόσια το κόμμα και είναι πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, εάν είναι βουλευτής. Σε περίπτωση που ο/η πρόεδρος του κόμματος δεν είναι βουλευτής, η Κοινοβουλευτική Ομάδα εκλέγει τον/την πρόεδρό της. Η απόφαση αυτή της Κ.Ο. χρειάζεται την επικύρωση της Κεντρικής Επιτροπής. Ο/Η πρόεδρος λειτουργεί στο πλαίσιο των αποφάσεων της Κεντρικής Επιτροπής. Σε περίπτωση άρσης της εμπιστοσύνης της Κεντρικής Επιτροπής από το 50% +1 των μελών της προς τον πρόεδρο συγκαλείται έκτακτο συνέδριο.»
Παρόλο αυτά, με προσεχτική ανάγνωση, εύκολα και αδιαμφισβήτητα, ο κάθε ένας/μία διαπιστώνει εδώ ότι το άρθρο ξεκάθαρα αναφέρεται μόνο στην περίπτωση άρσης εμπιστοσύνης στον/στην εκάστοτε Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ΠΣ είτε είναι βουλευτής είτε δεν είναι, και ουδόλως στον Πρόεδρο όλου του Κόμματος. (και στην περίπτωση του Στέφανου Κασσελάκη δεν συντρέχει ούτε και η βουλευτική ιδιότητα, για απόλυτη γραμματική ερμηνεία).
Επίσης, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει εκ των υστέρων επίκληση πρόθεσης αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 20&4 και για τον Πρόεδρο του Κόμματος, διότι οι ιδιότητες και οι «ποιότητες» δεν είναι καθόλου ανάλογες ως προς τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες ή τις ευθύνες ανάληψης έργου.
Επιπλέον, όποιος μελετήσει όλο το Καταστατικό, αυτός δεν θα βρει καμία περίπτωση αρμοδιότητας πρότασης μομφής κατά του/της εκάστοτε Προέδρου του ΣΥ.ΡΙΖ.Α – Π.Σ. από κάποιο Όργανο του ή επιμέρους ομάδας μελών του Κόμματος. Και αυτό είναι και πολύ λογικό και συνεπές με το τελευταίο Καταστατικό του 3ου Συνεδρίου του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Π.Σ., διότι όλο το πνεύμα και η βούληση της βάσης του, όπως εκφράστηκε τότε διά καθολικής ψηφοφορίας των μελών του, με καθολική αποδοχή και έγκριση της πρότασης του καινοτόμου Αλέξη Τσίπρα, ότι ο/η εκάστοτε Πρόεδρος του στο μέλλον θα εκλέγεται μόνο από τη βάση των μελών του, συνεπώς, δεν θα μπορούσε να παύεται διά μομφής ή να δρομολογείται η παύση του από ένα και εντός ενός στενού κομματικού Οργάνου ή μίας επιμέρους ομάδα μελών του.
Σε κάθε περίπτωση, όπως είναι διατυπωμένο και ό,τι είναι καταγεγραμμένο στο υπάρχον Καταστατικό, οποιαδήποτε μομφή μπορεί να προταθεί μόνο σε Συνέδριο (το οποίο μπορεί να συγκληθεί ή να διεξαχθεί, όπως ορίζεται στο Καταστατικό, αλλά όχι επειδή η Κ.Ε. αποφάσισε κατά 51% των μελών της περίκλειστα και αδιαφανώς την έγκριση πρότασης μομφής για να διεξαχθεί τέτοιο Συνέδριο) και μάλιστα η πρόταση μομφής πρέπει να εισάγεται μέσω των Αντιπροσώπων (Συνέδρων), που μεταφέρουν τις προηγούμενες συλλογικές αποφάσεις των τοπικών Ομάδων Μελών και εν όψει Συνεδρίων (Ολομέλεια μελών και μέσω και των Νομαρχιακών Συνδιασκέψεων). Συνεπώς αυτό είναι το μοντέλο λήψης απόφασης στο Κόμμα που ο τότε ρηξικέλευθος Αλέξης Τσίπρας μετέβαλε από το παλιακό αριστερό αρχηγοκεντρικό σε σύγχρονο πιο προοδευτικό, λαϊκό και πιο δίκαιο, δηλαδή, και από κάτω προς τα πάνω.
Σύμφωνα με την παραπάνω αρθρογραφία, έχουν τεθεί ζητήματα, εάν προχωρήσουν οι διαδικασίες εντός παρούσης Κεντρικής Επιτροπής με παρόντα τα 250 μέλη από τα 300 που αριθμεί, εάν μπορούν τηλεφωνικά να συμμετέχουν στην ψηφοφορία περί μομφής τα 50 απόντα μέλη και εάν προηγουμένως θα τεθούν ζητήματα εφαρμογής σχετικής ή απόλυτης πλειοψηφίας (επί των 250 παρόντων ή της Ολομέλειας των 300), για κάτι που το Καταστατικό δεν αναφέρεται σε διαφορετικές περιπτώσεις.
Εξάλλου, στο άρθρο 16 &7 και 8 του ίδιου Καταστατικού αναφέρεται ότι:
«7.Η Κεντρική Επιτροπή συνέρχεται τακτικά, δια ζώσης ή, όταν απαιτείται με υβριδικό ή ψηφιακό τρόπο, κάθε 3 μήνες με ευθύνη της Πολιτικής Γραμματείας και εντός 15 ημερών όταν το ζητήσει το 1/4 των μελών της.
8.Στις συνεδριάσεις της Κεντρικής Επιτροπής για σοβαρά πολιτικά ζητήματα παίρνουν μέρος με δικαίωμα λόγου οι Συντονιστές/τριες των ΝΕ και των ΠΣΕ.»
Εδώ δεν προβλέπεται υποκατάσταση ή αναπλήρωση (ούτε εκ των υστέρων στη σημερινή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής) των απόντων 50 μελών της Κ.Ε. τηλεφωνικά (και αδιαφανώς). Ο όρος «υβριδικά» δημιουργεί ερμηνευτικά ζητήματα και είναι άστοχος κανονιστικά και αντιεπιστημονικά. Σε κάθε περίπτωση δεν έχουν προσκληθεί και δεν συμμετέχουν οι αναφερόμενοι στην παραπάνω παράγραφο 8 για να είναι έγκυρη οποιαδήποτε σημερινή απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτική Συμμαχία, δεδομένου ότι το υποστατό, το παραδεκτό, το νομότυπο, το έγκυρο και το αληθές μίας πρότασης μομφής 100 μελών της Κ.Ε. του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Π.Σ. κατά του νέου Προέδρου Στέφανου Κασσελάκη, όπως εξελίσσεται κεκλεισμένων των θυρών από ένα κομματικό Όργανο, κι όχι από τη βάση (την Ολομέλεια των μελών του), εμπίπτει στα πολύ «σοβαρά πολιτικά ζητήματα» (που δεν προσδιορίζονται ειδικότερα) για την Ηγεσία και ενορχήστρωση ενός Κόμματος που ανήλθε στο Κοινοβούλιο ως Κυβέρνηση και διεκδικεί ξανά την επόμενη Κοινοβουλευτική Κυβερνητική θητεία.
Άλλωστε, η αυξανόμενη αποχή των πολιτών από τις κάλπες, η φτωχοποίηση των λαών και η κατασπατάληση των φυσικών πόρων και των υποδομών από ολίγους στην εξουσία οφείλεται στο αποτυχημένο και μεσαιωνικό μοντέλο Διαχείρισης/Διοίκησης των Κομμάτων και των εκάστοτε πολιτικών συλλογικοτήτων εδώ και 200 περίπου χρόνια της Ελληνικής Πολιτείας. Μήπως ήρθε ο πολιτικός καιρός για Αναθεώρηση του άρθρου 29 του ελληνικού Συντάγματος για να «ρυθμιστεί και να προσδιορισθεί» το πώς διαφανώς και ακριβοδίκαια (αυτό) πραγματώνεται και υλοποποιείται επί της «διαδικασίας» η «ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού Πολιτεύματος» μέσω δεσμευτικών (και σε πλαίσια ενδοτικού Δικαίου) γραπτών κανονιστικών «Καταστατικών» επί ποινή ακυρότητας ίδρυσης ή λειτουργίας και οργάνωσης των πολιτικών Κομμάτων στην ελληνική Επικράτεια; Ότι αυτά θα κατατίθενται είτε στη Βουλή είτε σε Ανώτατο Δικαστήριο τουλάχιστον, με γνώμονα τη λήψη αποφάσεων από την κοινωνία και τους πολίτες; (σε Διαβούλευση περιπτώσεις τυχόν με Αναγγελία, Γνωστοποίηση, Πρωτοκόλληση κοκ, αλλά οπωσδήποτε με καθολική erga omnes Δημοσίευση όλων των Καταστατικών των Κομμάτων, των τυχόν μεμονωμένων υποψηφίων (γραπτά κείμενα πολιτικών θέσεων και προγραμματικών στόχων τους, για παράδειγμα) ή εκάστοτε πολιτικών ομάδων κατά το Σύνταγμα.
Είναι αυτονόητο ότι το προγραμματισμένο Καταστατικό Συνέδριο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α – Προοδευτική Συμμαχία αποκτάει ύψιστη σημασία για ολόκληρο το πολιτικό μας σύστημα διακυβέρνησης, για το εάν προκύψει ένα νέο Καταστατικό επί της ουσίας τυχόν αδιαφανώς από μία τυχόν περίκλειστη Επιτροπή Καταστατικού του Κόμματος ή διαφανώς και συλλογικά από τη βάση των μελών του Κόμματος προς το συμφέρον μίας συμπεριληπτικής κοινωνίας.