Ο Guardian αναλύει τη στενή διαπλοκή μεταξύ οικονομικής και πολιτικής εξουσίας στην Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ, αναφέροντας ότι οι «αριστοκράτες είναι τα πιο δύσκολα ζώα στη διαχείριση». Ο Τζον Άνταμς είχε προειδοποιήσει για την αντίσταση των πλουσίων στην κυβερνητική εξουσία, κάτι που παραμένει επίκαιρο.

Η επιρροή του πλούτου στην πολιτική δεν περιορίζεται μόνο στην ικανότητα εξαγοράς πολιτικών χάρων, αλλά επηρεάζει και τη σκέψη των ανθρώπων. Η ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών είναι γεμάτη από φόβους για την υπερβολική επιρροή των πλουσίων, με τον Τζο Μπάιντεν να αναφέρεται στη Χρυσή Εποχή και τους ληστές βαρόνους ως παραδείγματα αυτής της επικίνδυνης σχέσης.

Στην αποχαιρετιστήρια ομιλία του, ο Μπάιντεν τόνισε την ανάγκη προστασίας της δημοκρατίας από την «επικίνδυνη συγκέντρωση εξουσίας στα χέρια λίγων υπερπλούσιων ανθρώπων», προειδοποιώντας ότι αυτό απειλεί τα βασικά δικαιώματα και ελευθερίες των πολιτών.

Η ανισότητα έχει φτάσει σε ανησυχητικά επίπεδα, με το 0,1% του πληθυσμού να κατέχει σχεδόν έξι φορές περισσότερα από το κατώτερο 50%. Και οι δύο πολιτικές παρατάξεις, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι, έχουν επωφεληθεί από τους υπερπλούσιους, οι οποίοι συχνά δεν δρουν από ανιδιοτελή κίνητρα.

Η διαπλοκή αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής στην περίπτωση του Τραμπ, ο οποίος έχει συγκεντρώσει ένα υπουργικό συμβούλιο με 13 δισεκατομμυριούχους. Ο Έλον Μασκ, για παράδειγμα, δηλώνει ότι οι πολίτες θα πρέπει να υπομείνουν «προσωρινές δυσκολίες» λόγω των περικοπών στις δημόσιες δαπάνες.

Η ιστορία δείχνει ότι οι αλλαγές συμβαίνουν όταν η οργή του λαού φτάνει σε κρίσιμο σημείο. Ο Θίοντορ Ρούσβελτ είχε αναλάβει δράση κατά των πλουσίων εκμεταλλευτών, αλλά σήμερα η κατάσταση φαίνεται πιο περίπλοκη με τη νέα τεχνολογική και οικονομική ελίτ να επηρεάζει τη δημόσια αντίληψη.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν η εξουσία θα παραμείνει στα χέρια του λαού ή θα περάσει στους νέους αριστοκράτες της Αμερικής. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα καθορίσει το μέλλον της δημοκρατίας στη χώρα.