Ο υποψήφιος καγκελάριος των Χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU), Φρίντριχ Μερτς, χαρακτήρισε τη Δευτέρα (24/2) τον διπλασιασμό των ποσοστών της Ακροδεξιάς στις γερμανικές εκλογές ως «τελευταία προειδοποίηση». Η δήλωσή του έρχεται μετά από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου, όπου η συμμαχία του CDU/CSU ήρθε πρώτη με 28,5%.

Ο Μερτς προειδοποίησε τα κεντρώα κόμματα να αναγνωρίσουν το κύμα υποστήριξης προς το αντιμεταναστευτικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), τονίζοντας ότι είναι κρίσιμο να βρουν κοινές λύσεις. Το AfD απέσπασε πάνω από 20% των ψήφων, σχεδόν διπλάσιο ποσοστό από τις προηγούμενες εκλογές, αλλά δεν θα συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης λόγω του ιστορικού «τείχους προστασίας» στη Γερμανία.

Η συμπρόεδρος του AfD, Άλις Βάιντελ, αντέτεινε ότι η επιτυχία του κόμματος της είναι «ιστορική» και κατήγγειλε τον Μερτς για την άρνησή του να συνεργαστεί μαζί τους, ισχυριζόμενη ότι εκατομμύρια ψηφοφόροι στερούνται τα δικαιώματά τους.

Αντίθετα, ο Μερτς προγραμματίζει να ξεκινήσει συνομιλίες με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) για τον σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης, γνωστή ως «Μεγάλος Συνασπισμός». Τα κόμματα αυτά έχουν την πλειοψηφία στο γερμανικό κοινοβούλιο, τη Μπούντεσταγκ, ενώ τα μικρότερα κόμματα απέτυχαν να περάσουν το όριο του 5%.

«Είμαι αποφασισμένος να έχω εποικοδομητικές και γρήγορες συνομιλίες με τους Σοσιαλδημοκράτες», δήλωσε ο Μερτς, προσθέτοντας ότι επιθυμεί να σχηματίσει νέα κυβέρνηση μέχρι το Πάσχα. Εξέφρασε επίσης ανησυχία για τις πρόσφατες δηλώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης σχετικά με τη Ρωσία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, τονίζοντας την ανάγκη για γρήγορη ευρωπαϊκή αντίδραση.

Επιπλέον, ο Μερτς υπογράμμισε την ανάγκη για αλλαγές στη μετανάστευση, ζητώντας να ανακτηθεί ο έλεγχος για το ποιος εισέρχεται στη χώρα. Υποστήριξε ότι οι προσωρινές απορρίψεις στα σύνορα είναι αναγκαίες για νομικούς λόγους.

Τέλος, ο υποψήφιος καγκελάριος ανέφερε την ανάγκη για αλλαγές στον εκλογικό νόμο, επισημαίνοντας ότι η εκλογή εκπροσώπων που δεν μπαίνουν στη Μπούντεσταγκ είναι επιζήμια για τη δημοκρατία.