Του Ζήση Μπούρτζου

Δεν είναι λίγες οι φορές κατά το παρελθόν που έχουμε έρθει αντιμέτωποι με τα στερεότυπα
περί του χαμηλού πολιτικού ήθος (που υποτίθεται πως) χαρακτηρίζει το Νεοέλληνα: ανάλωση σε καφενειακού επιπέδου συζητήσεις και αντιπαραθέσεις, εθισμό σε συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις των διαφόρων ζητημάτων, υπεραπλουστευμένη πρόσληψη και ανάλυση της συγκυρίας και τόσα μα τόσα άλλα , τα οποία και αναπαράγονται μέχρι σήμερα. Δεν είμαι όμως βέβαιος πως σε αυτά εδράζεται η αιτία της συλλογικής μας κακοδαιμονίας. Πρόκειται για φαινόμενα υπαρκτά βεβαίως ,συγχρόνως και διογκωμένες διαστάσεις τους αποδίδονται και δεν αποτελούν ,παρότι πολλοί θα ορκιζόταν για το αντίθετο, αποκλειστικό ελληνικό προνόμιο.

Έχω την αίσθηση αντιθέτως πως σε ότι αφορά την ποιότητα του δημοσίου διαλόγου – η
οποία και διαρκώς υποβαθμίζεται- οφείλουμε να επικεντρωθούμε σε ένα άλλο ‘’μελανό ́ ́ σημείο: την αδυναμία των πολιτικών κομμάτων όλου του ιδεολογικού φάσματος να εμπνεύσουν τους πολίτες. Μια εύκολη ανάγνωση της παθογένειας αυτής θα ήταν η έλλειψη των χαρισματικών ηγετών του παρελθόντος (Α.Παπανδρέου, Κ.Καραμανλής, για να θυμηθούμε τους τελευταίους ίσως εξ αυτών).

Νομίζω ωστόσο ότι το πρόβλημα εδράζεται βαθύτερα ,στην αδυναμία(?) ή συνειδητή έλλειψη βούλησης (?) των κομματικών σχηματισμών να παράξουν πολιτική ,να διατυπώσουν ένα πειστικό και επεξεργασμένο πολιτικό σχέδιο (στο οποίο σαφώς η ιδεολογική τοποθέτησή τους καθενός θα είναι ορατή, ας μην το αμελούμε αυτό) το οποίο θα δίνει επιτέλους όραμα σε μια κοινωνία η οποία βρίσκεται σε τέλμα , απότοκο μιας υπερδεκαετούς σφοδρής οικονομικής κρίσης. Προγραμματικές θέσεις συγκεκριμένες πάνω σε κάθε ζήτημα και πτυχή της ζωής, να τι απουσιάζει από το πολιτική κονίστρα . Εάν η αοριστολογία, και ο ξύλινος πολιτικός λόγος δώσουν τη θέση τους σε προτάσεις υλοποιήσιμες, κοστολογημένες μα κυρίως μακρόπνοες τότε η πολιτική ζωή θα ξεφύγει επιτέλους από τις ολισθηρές ατραπούς στις οποίες εδώ και χρόνια βαδίζει.

Να το πω διαφορετικά: δυστυχώς ζούμε στην εποχή όπου η εικόνα και ιδίως τα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης διαδραματίζουν ρόλο καθοριστικό στην άσκηση της πολιτικής, για να μην πω ότι συχνά καθορίζουν με σκανδαλώδη τρόπο και την ίδια την ατζέντα. Στείρες φιλονικίες των αντιπάλων πολιτικών γύρω από μεμονωμένα γεγονότα και δηλώσεις («ο Π. Πολάκης έσπασε την καραντίνα και προκαλέσε», «ναι αλλά το ίδιο δεν έκανε λίγες μέρες μετά και ο Κ. Μητσοτάκης»), η αποθέωση της άμεσης συγκυρίας και της επιδερμικής ανάγνωσής της δεσπόζουν στο πολιτικό σκηνικό (ειρήσθω εν παρόδω μπαίνω στον πειρασμό και να στηλιτεύσω την προφανώς ανισομερή προβολή των δύο καταδικαστέων συμβάντων, αυτό όμως αποτελεί μια άλλη συζήτηση).

Όλο αυτό αποβαίνει σε βάρος της κατ’ εμέ απολύτως αναγκαίας ανάδειξης των θέσεων των κομμάτων γύρω από τα νευραλγικά και ακανθώδη ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Και πόλο αυτό σε εποχές που ο παγκοσμιοποιημένος πλέον κόσμος αλλάζει με ρυθμούς φρενήρεις ,όπου είναι αδιανόητο να μην προετοιμάζεσαι για το μέλλον ,να μην προβλέπεις. Ποιος γνωρίζει ή ποιος ενδιαφέρεται να μάθει το πρόγραμμα της ΝΔ για την οικονομική ανάπτυξη; Του ΣΥΡΙΖΑ για την εξωτερική πολιτική; Του ΚΚΕ για τη Δημόσια Διοίκηση; Του ΜέΡΑ25 για την πολύπαθη Υγεία; Της Ελληνικής Λύσης για το Εθνική Άμυνα; Μήπως ήρθε η ώρα να … το πάρουμε αλλιώς;