Του Γιάννη Μπράχου•
Η τρέχουσα κρίση στην Ουκρανία με πρωταγωνιστές ΗΠΑ-Ρωσία, με ταυτόχρονη στρατηγική στροφή των ΗΠΑ προς την Ασία (AUKUS), εν μέσω έντασης της κρίσης πανδημίας και αύξησης των τιμών ενέργειας, αυξάνει την αποσταθεροποίηση στην περιοχή των Βαλκανίων.
Η Ελλάδα προχώρησε σε συμφωνία νέων και αναβάθμισης υπαρχόντων στρατιωτικών βάσεων με τις ΗΠΑ, για αόριστο χρόνο. Η επιλογή αυτή κρίνεται ως προς τον αντίκτυπο της γεωπολιτικά τη δεδομένη στιγμή. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον η νέα συμφωνία συμβάλει στην σταθερότητα και διασφαλίζει τη χώρα μας από περιπέτειες.
Η σταθερότητα των Βαλκανίων επηρεάζεται σημαντικά από τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Η Ρωσία εκλαμβάνει την επέκταση του ΝΑΤΟ και την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων εγγύτερα στα σύνορα της ως επιθετική κίνηση της Δύσης. Με την γεωστρατηγική έμφαση των ΗΠΑ στην περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού, οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας παρά τη δοκιμασία τους, είναι προς το αμοιβαίο συμφέρον να εξομαλυνθούν. Πίσω από τις σκληρές δηλώσεις αξιωματούχων ΗΠΑ-Ρωσίας για την Ουκρανία, διεξάγεται «διάλογος» αποκλιμάκωσης της έντασης, καθώς κάθε πλευρά επιχειρεί η πολιτική διευθέτηση να είναι εγγύτερα στις επιδιώξεις της.
Η ΕΕ το Νοέμβριο του 2013 στη Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους, αποφάσισε με μισόλογα να προσφέρει στην Ουκρανία ευρωπαϊκή προοπτική. Η Ουκρανία χώρα με οικονομική δυσπραγία και εξαρτημένη από τη ρωσική ενέργεια, αντιμετωπίσθηκε ως πεδίο επέκτασης της οικονομικής επιρροής της ΕΕ.
Η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία υποτίμησε την στρατηγική σημασία για την Ρωσία μιας φιλικής ή, στη χειρότερη εκδοχή, ουδέτερης Ουκρανίας. Η Ρωσία αντιμετώπιζε την Ουκρανία ως τουλάχιστον ουδέτερη περιοχή και ως χώρα όπου δεν διακυβεύονταν ζωτικά ευρωπαϊκά ή αμερικανικά συμφέροντα. Οι κινήσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ εκλήφθησαν ως ανατροπή της ισορροπίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Η αγνόηση του γεγονότος ότι η Ρωσία είχε ισχυρό κίνητρο, τα μέσα και την ευκαιρία να αντιδράσει σθεναρά στις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες προς την Ουκρανία κατατάσσεται μάλλον στα στρατηγικά λάθη. Πέραν των λανθασμένων υπολογισμών, το αποτέλεσμα της επιλογής αυτής ήταν η προσάρτηση της Κριμαίας και η ενίσχυση της ανασφάλειας στα γειτονικά κράτη όπως της Βαλτικής, τα οποία είχαν ιστορικά αμφιλεγόμενη σχέση με τη Ρωσία.
Ο πειρασμός της γραφειοκρατίας του ΝΑΤΟ να ενισχύσει τον ρόλο της, έδωσε έμφαση στην πεπατημένη αντι-ρωσική προσέγγιση την οποία γνωρίζει να διαχειριστεί, ενώ η ΕΕ ακολούθησε με διστακτικά βήματα. Στις Βρυξέλλες αναλυτές αμφισβητούν κατά πόσον η επιλογή αυτή εξυπηρετεί τις προκλήσεις ασφαλείας της ΕΕ τον 21ο αιώνα. Το ΝΑΤΟ παραμένει ο βασικός θεσμός για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ασφάλεια, αλλά δεν θα πρέπει να αναλώνει τους «περιορισμένους» πόρους του σε ψυχροπολεμική ένταση με τη Ρωσία πριν εξαντλήσει κάθε άλλη εναλλακτική.
Η πολιτική έντασης της Δύσης με την Ρωσία για την Ουκρανία διατάραξε τις εμπορικές ροές μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας, με υψηλότερο κόστος κυρίως στις νότιες χώρες της ΕΕ. Ταυτόχρονα, οι ευρωπαϊκές κυρώσεις ενίσχυσαν την εγχώρια παραγωγή της Ρωσίας, ενώ οι εξαγωγές της ΕΕ υποκαταστάθηκαν με αυτές τρίτων χωρών.
Καθώς η ΕΕ επιχειρεί να εξέλθει από την κρίση της πανδημίας και η ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ συνεχίζεται από την Ρωσία, το οικονομικό κόστος νέων κυρώσεων με την επαναφορά συνθηκών Ψυχρού Πολέμου θα επιβαρύνει την ΕΕ. Μεταξύ των χωρών της ΕΕ η επιβάρυνση θα είναι δυσανάλογη στις νότιες υπερχρεωμένες χώρες της ΕΕ.
Σε περίπτωση κρίσης στην ευρύτερη περιοχή γειτνίασης της χώρας μας και χωρίς την ύπαρξη αντισταθμιστικών οικονομικών μηχανισμών, οι εκτιμήσεις μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας θα τεθούν σε αμφιβολία λόγω της γεωπολιτικής έντασης, καθυστερώντας την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας πέραν του 2023.
Σε αυτή την οικονομική συγκυρία η γεωπολιτική επιλογή της ελληνο-αμερικανικής συμφωνίας, χωρίς σαφείς δεσμεύσεις υπέρ της χώρας μας, ενισχύει την ανασφάλεια στην Βαλκανική, σε περίπτωση απευκταίας έντασης στην Ουκρανία.
Η ελληνο-αμερικανική συμφωνία με ουδέτερες συμμαχικές διατυπώσεις, παρά τις θερμές προφορικές δηλώσεις της Αμερικανικής διοίκησης, αφήνει περιθώριο στο μέλλον επαναπροσδιορισμού της στάσης της Δύσης έναντι της Τουρκίας, εφόσον οι συγκυρίες το απαιτήσουν.
Στην περίπτωση θερμών εξελίξεων στην Ουκρανία, η Τουρκία ενισχύεται, καθώς η συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας με την Ουκρανία και τα σημαντικά προγράμματα συμπαραγωγής drones και στρατιωτικού εξοπλισμού, αποτελούν ισχυρά διαπραγματευτικά όπλα. Η Τουρκία βέβαια δεν θα στραφεί ευθέως κατά της Ρωσίας, αλλά θα προωθήσει τα συμφέροντα της στα Βαλκάνια. Η αναβάθμιση της Τουρκίας θα εκφρασθεί στα Βαλκάνια ως περιφερειακή δύναμη υποβαθμίζοντας τον ρόλο της χώρας μας.
Εφόσον, η Δύση δεν εκτονώσει την κρίση με διπλωματική διευθέτηση, ώστε όλες οι πλευρές να διασώσουν την εικόνα τους, η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί εν μέσω αναταραχής στα Βαλκάνια, ως αποτέλεσμα κλιμάκωσης της αστάθειας με υψηλό οικονομικό κόστος.
Σε κάθε σύγκρουση οι συμμετέχοντες αποδυναμώνονται, η Ελλάδα όμως θα καταβάλει συγκριτικά υψηλότερο κόστος σε περίπτωση ευρύτερης γεωπολιτικής κρίσης, έχοντας υποστεί διαδοχικά κρίση χρέους και κρίση πανδημίας. Η Ελλάδα από την μεταπολίτευση ακολουθεί σε γεωπολιτικές κρίσεις τον ρόλο της γέφυρας, αποφεύγοντας τις αντιπαραθέσεις. Ορισμένες πρόσφατες κυβερνητικές δηλώσεις, προερχόμενες από το Πεντάγωνο, φαίνεται να ανατρέπουν την ακολουθητέα πολιτική, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη σταθερά της εξωτερικής πολιτικής της χώρας.
Η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον από την σταθεροποίηση των Βαλκανίων, την ειρηνική συμβίωση όλων των εθνοτήτων και την προοπτική οικονομικής ανάπτυξης της περιοχής. Το συμφέρον αυτό δεν συμβαδίζει με τον ανταγωνισμό των δυνάμεων στην περιοχή ή με συγκρούσεις δια αντιπροσώπων. Η ελληνο-αμερικανική συμφωνία είναι θετική για τη χώρα, μόνο στο βαθμό που εμπεδώνει την σταθερότητα των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Η πράξη θα δείξει κατά πόσον η χρονική στιγμή που επελέγη η ολοκλήρωση της συμφωνίας και οι πρόνοιες της συμβάλουν στις επιδιώξεις της χώρας. Επί του παρόντος οι επιφυλάξεις είναι σεβαστές.
*Ο Γιάννης Μπράχος είναι Οικονομολόγος (Msc, PhD Econ)-πρώην Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Υπουργείου Εξωτερικών.