Την παρέμβαση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών προκάλεσε η επιστολή 22 αθλητών και αθλητριών της ενόργανης γυμναστικής προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με την οποία καταγγέλουν σωματική, λεκτική και ψυχολογική βία καθώς και σεξουαλικές παρενοχλήσεις ακόμα και σε μικρά παιδιά από προπονητές.

Η προϊσταμένη της Εισαγγελίας έδωσε εντολή για τη διενέργεια προκαταρκτικής έρευνας στο πλαίσιο της οποίας θα διερευνηθεί αν έχουν τελεστεί αξιόποινες πράξεις όπως σεξουαλική κακοποίηση και σωματικές βλάβες. Την προκαταρκτική θα διενεργήσει ο εισαγγελέας Απόστολος Ανδρέου.

 

Ολόκληρη η επιστολή:

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΓΑΝΗ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ

Ως αθλητές και αθλήτριες της ενόργανης γυμναστικής απευθυνόμαστε σε εσάς με την ελπίδα της παρέμβασης σας στο πολύ σοβαρό πρόβλημα της κακοποίησης που ασκείται σε βάρος των ανήλικων αθλητών και αθλητριών μας. Η κακοποίηση αφορά στη χρήση σωματικής, λεκτικής, ψυχολογικής βίας, τη σεξουαλική παρενόχληση και την προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας στο πλαίσιο της προπονητικής διαδικασίας αλλά και πέρα από αυτή.

Είναι σκόπιμο να επισημάνουμε πως στην ενόργανη και ρυθμική γυμναστική τα παιδιά ξεκινούν την ενασχόλησή τους με το άθλημα από την πολύ μικρή ηλικία των 5 περίπου ετών ενώ από την ηλικία των 9 ετών αρχίζουν να συμμετέχουν σε αγώνες είτε σε συλλογικό επίπεδο είτε σε επίπεδο εθνικής ομάδας εκπροσωπώντας τη χώρα σε

διεθνείς διοργανώσεις. Πίσω όμως από την τιμή του να φοράει ένας αθλητής – τρια τη φόρμα με το Εθνόσημο και να πανηγυρίζει ένα μετάλλιο, τις περισσότερες φορές κρύβεται ένα κακοποιημένο παιδί. Ένας κακοποιημένος άνθρωπος.

Η χρονική περίοδος που θα αναφερθούμε είναι μεγάλη και περιλαμβάνει τα περισσότερα χρόνια ζωής της γυμναστικής στην Ελλάδα (1985 και έπειτα) αφού κάθε μία από εμάς ήταν αθλήτρια σε διαφορετική εποχή. Τα περιστατικά λοιπόν σε ένα τόσο ευρύ χρονικό διάστημα είναι πάρα πολλά καθώς ήταν πάντα ένα είδος κοινού μυστικού ότι οι προπονητές είχαν την απόλυτη δικαιοδοσία επάνω στους αθλητές τους χωρίς να υπάρχει κανένας ουσιαστικός έλεγχος επί της προπονητικής τους μεθόδου από τις διοικήσεις των συλλόγων ή της ομοσπονδίας. Φυσικά δεν μιλάμε για την αυτονόητη καθημερινή κόπωση και εξάντληση λόγω των αυξημένων απαιτήσεων για εξέλιξη και βελτίωση των επιδόσεων. Αναφερόμαστε στον τρόπο και τις μεθόδους που ακολούθησε μεγάλη μερίδα προπονητών ως προπονητικό μέσο και που όπως θα διαπιστώσετε έφτασαν στο όριο του βασανισμού και κάθε είδους εκβιασμού μέσω του φόβου που προκαλούσαν.

Ο τρόπος της υποτιθέμενης διόρθωσης των ασκήσεων συχνά ήταν η σωματική κακοποίηση – ξυλοδαρμός των παιδιών. Διαδραματίζονταν καθημερινά 2 περιστατικά στα οποία οι προπονητές για να συνετίσουν τους αθλητές-τριες τους χτυπούσαν με σφαλιάρες στο πρόσωπο και στο σώμα καθώς επίσης και με κλωτσιές, σπρωξίματα και κάθε είδους άλλα χτυπήματα. Άρπαζαν από τα μαλλιά τα κοριτσάκια και τα έσερναν από το σημείο προσγείωσης της άσκησης μέχρι το σημείο εκκίνησης για να επαναλάβουν το πρόγραμμα τους ενώ αυτά έκλαιγαν ασταμάτητα. Πετούσαν αντικείμενα στους αθλητές (καρέκλες, παπούτσια κ.α.) την ώρα που εκτελούσαν τις ασκήσεις τους με αποτέλεσμα να τους χτυπούν στον αέρα και να κινδυνεύουν με πολύ σοβαρούς τραυματισμούς. Τσιμπούσαν τα παιδιά κατά τη διάρκεια των ασκήσεων ενώ αυτά βρίσκονταν σε στάσεις εξαιρετικά επικίνδυνες (κατακόρυφο σε δοκό ή δίζυγο). Αφαιρούσαν τα προστατευτικά στρώματα κατά τη διάρκεια της άσκησης έτσι ώστε ο αθλητής χτυπήσει όταν προσγειωθεί. Κάποιοι προπονητές μάλιστα ανάγκαζαν τους αθλητές να χτυπούν τους συναθλητές τους αντί να το κάνουν οι ίδιοι. Επίσης για σκληρότερες μορφές βίας οδηγούσαν τους «ανυπάκουους αθλητές-τριες» σε χώρους όπου δεν τους έβλεπαν άλλοι για να τους χτυπήσουν και να τους απειλήσουν χωρίς να υπάρχουν μάρτυρες. Πολλές φορές ένας αθλητής που τραυματιζόταν είχε να

αντιμετωπίσει την οργή του προπονητή ο οποίος δεν τον άφηνε να πάει σε γιατρό και τον ανάγκαζε να συνεχίζει την προπόνηση ή τον αγώνα. Πολλοί από εμάς φτάσαμε στο σημείο να εκτελούμε ασκήσεις ακόμα και με σπασμένα πόδια και χέρια γεγονός που μας οδήγησε σε μεγαλύτερους τραυματισμούς και πολύ σοβαρά προβλήματα.

* Ένα ακόμη ζήτημα είναι ο τρόπος που γινόταν ο έλεγχος του σωματικού βάρους των αθλητών και ιδιαίτερα των αθλητριών. Φυσικά η διαδικασία δεν περ καμία επιστημονική παρακολούθηση και συμβουλευτική ιατρού ή διαιτολόγου. Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου υπήρχε η δυνατότητα παρακολούθησης από ειδικό, δεν γινόταν χρήση αυτής. Οι προπονητές ως άλλοι Θεοί αποφάσιζαν ποσά κιλά έπρεπε να ζυγίζει η κάθε αθλήτρια σύμφωνα με το γούστο και τις όποιες γνώσεις διέθεταν και όχι εννοείται σύμφωνα με τις βιολογικές ανάγκες ή τις απαιτήσεις της προπόνησης. Ο τρόπος ήταν το καθημερινό ζύγισμα και η ανακοίνωση από τον προπονητή του βάρους που επιθυμεί να έχει ο αθλητής την επομένη ημέρα, για παράδειγμα αύριο θα είσαι δυο κιλά λιγότερο. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν τα παιδιά να βιώνουν τεράστιο άγχος και πίεση 3 σχετικά με τη διατροφή τους και να καταφεύγουν σε επικίνδυνες μεθόδους απώλειας βάρους (πρόκληση εμετού, διουρητικά χάπια, πολύωρη σάουνα κ.α.). Οι τιμωρίες που τους περίμεναν αν δεν τα κατάφερναν ήταν πολύ σκληρές ενώ απειλούνταν και με αποκλεισμό από την ομάδα. Κάποιοι προπονητές επέβαλαν στις αθλήτριες που δεν είχαν το επιθυμητό βάρος κατά το καθημερινό ζύγισμα ακόμα και χρηματική ποινή (η αθλήτρια έπρεπε να βάζει ένα ποσό που όριζε ο προπονητής σε ένα κουμπαρά που κρατούσε ο ίδιος). Επίσης όταν οι αθλητές διέμεναν σε προπονητικά κέντρα ή ήταν σε περιόδους αγώνων, οι προπονητές έλεγχαν πλήρως τη διατροφή τους με αποτέλεσμα να υποσιτίζονται. Τα παιδιά έφταναν στα όρια της λιποθυμίας από την αφαγία , την εξάντληση και την καταπόνηση του οργανισμού τους. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι αθλήτριες έχουν φτάσει στο σημείο να τρώνε την οδοντόκρεμα διότι δεν άντεχαν την πείνα καθώς και να ψάχνουν στους κάδους των σκουπιδιών στα ξενοδοχεία όπου διέμεναν και στα στάδια που αγωνίζονταν. Πολλοί αθλητές και αθλήτριες απέκτησαν μόνιμα σοβαρά διατροφικά προβλήματα εξαιτίας αυτών των ακραίων τακτικών καθώς υπέμεναν όλη αυτή την ταλαιπωρία στην πολύ ευαίσθητη ηλικία της ανάπτυξης.

Όπως είναι εύκολα αντιληπτό ένα τέτοιο περιβάλλον απόλυτης εξουσίας και εκφοβισμού αφήνει το περιθώριο να παρουσιαστούν και περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης – κακοποίησης σε βάρος των ανήλικων αθλητών-τριών. Υπήρξαν περιπτώσεις που κάποιοι εκμεταλλευόμενοι τη θέση και την ιδιότητα τους χρησιμοποιούσαν την εξουσία που είχαν με σκοπό τη σεξουαλική τους ικανοποίηση. Οι αθλήτριες υποχρεώνονταν να κάνουν σπαγγάτο ακουμπώντας με το γεννητικό τους όργανο την παλάμη του προπονητή, με πρόσχημα τη βελτίωση της ευλυγισίας. Τραβούσαν τα μικρά κορίτσια από το αιδοίο με δύναμη για να τους δείξουν «πώς να κάνουν σωστά την άσκηση». Υπήρξαν επίσης περιπτώσεις που η παρενόχληση ήταν έξω από τα όρια της προπονητικής διαδικασίας. Πρόσωπα εκμεταλλευόμενα το γεγονός ότι τα ανήλικα παιδιά βρίσκοντα