Για τις εξελίξεις στο μέτωπο του κορωνοϊού και την κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα, μίλησε στην εκπομπή Κοινωνία Ώρα MEGA και τους Ιορδάνη Χασαπόπουλο και Ανθή Βούλγαρη η καθηγήτρια Επιδημιολογίας Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών, Αθηνά Λινού.

«Δεν είναι εύκολα τα πράγματα, είναι δύσκολα αυτή τη στιγμή, έχουμε και λίγες δυνατότητες να δούμε τι γίνεται στη νότια Ελλάδα, γιατί είναι ελάχιστα τα τεστ που έχουν γίνει τις τελευταίες ημέρες. Περιμένοντας το εμβόλιο πρέπει να είμαστε πολύ προσεχτικοί, να μην αφήσουμε τον ιό να πλησιάσει και να μπει στα σπίτια μας. Για τις γιορτές, να προσπαθήσουμε να φτιάξουμε ένα οικογενειακό, χαρούμενο περιβάλλον, χωρίς να έχουμε πολλές επαφές με ανθρώπους», ανέφερε η κ. Λινού.

Σχολιάζοντας γιατί ο αριθμός των ανθρώπων που μπορούν να συγκεντρωθούν διαφέρει από χώρα σε χώρα, η κ. Λινού τόνισε ότι «Κάθε χώρα έχει έναν διαφορετικό αριθμό. Νομίζω ότι οι επιλογές γίνονται πρακτικά. Ώστε να είναι δύο οικογένειες. Αυτό που δεν ακούστηκε είναι ότι αυτά τα 9 άτομα θα πρέπει να είναι τα ίδια άτομα που θα κάνουμε γιορτές, όλες τις ημέρες. Πρέπει να είναι οι ίδιοι ώστε να μην έρθουμε σε επαφή με πολλούς ανθρώπους, γιατί έτσι τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να νοσήσουμε».

«Και στη νησιωτική χώρα και στην Πελοπόννησο ακούγεται ότι δεν έχουν κρούσματα, αλλά φοβάμαι ότι πρέπει να κάνουμε τεστ, να εκπροσωπηθούν και αυτές οι περιοχές για να δούμε τι κινδύνους εγκυμονεί η κατάσταση εκεί. Και στην Αττική, χρειαζόμαστε πολύ περισσότερα τεστ, και καλό θα ήταν να είχαμε ένα τυχαίο αντιπροσωπευτικό δείγμα, για να διατηρήσουμε μια ασφάλεια, να μην ξεφύγουμε στις γιορτές. Στην Αμερική μετά τη γιορτή Ευχαριστιών έχουν αύξηση στα κρούσματα, και υπάρχουν προτροπές ώστε ο κόσμος να μάθει πώς να πει όχι σε μια οικογενειακή συγκέντρωση», συνέχισε η κ. Λινού.

Αναφορικά με το γιατί ανοίγουν τα πάντα στη Βρετανία, η ίδια είπε ότι «εξαρτάται πώς κανείς ζυγίζει τον κίνδυνο για απώλεια ανθρώπινων ζωών, σε σχέση με τον θεωρητικό κίνδυνο στην οικονομία. Οι πραγματικές μελέτες λένε ότι ό,τι και αν επενδύσουμε σήμερα για την προστασία μας, αυτό θα δεκαπλασιαστεί το επόμενο διάστημα».

Σχετικά με το επερχόμενο άνοιγμα κομμωτηρίων και λιανεμπορίου, η ίδια είπε ότι «Μελετούν στην Επιτροπή και η Πολιτεία τον κίνδυνο διασποράς. Πιστεύω ότι είναι μεγάλος ο κίνδυνος διασποράς και στα κομμωτήρια, γιατί ερχόμαστε σε πολύ κοντινή επαφή, είναι αδύνατον να κρατηθεί η απόσταση των δύο μέτρων».

«Χρειάζεται πάρα πολύ προσοχή και όχι μέχρι να έρθει το εμβόλιο, αλλά μέχρι να εμβολιαστεί η πλειονότητα. Και τον καιρό που θα κάνουμε το εμβόλιο, ο κίνδυνος παραμένει. Σε άλλες χώρες δρομολογείται ο εμβολιασμός θα γίνει σε εξωτερικούς χώρους. Στην Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει και στα διόδια, με τον εμβολιαζόμενο να μένει μέσα στο αυτοκίνητό του», τόνισε η κ. Λινού.

«Στα εμπορικά καταστήματα μπορούν να τηρηθούν κάποιες αποστάσεις. Θα ήταν πολύ πιο ασφαλές να ανοίξουν τα μικρά καταστήματα στις γειτονιές, έτσι ώστε να μην υπάρχουν πολλοί άνθρωποι σε ένα χώρο», πρόσθεσε.

Επιτάχθηκαν οι ιδιωτικές κλινικές αλλά δεν νοσηλεύθηκαν ασθενείς

Στην εκπομπή μίλησε και ο κ. Γρηγόρης Σαραφιανός, πρόεδρος Πανελλήνιας Ένωσης Ιδιωτικών Κλινικών, αναφορικά με την επίταξη των ιδιωτικών κλινικών, οι οποίες τελικά δε χρησιμοποιήθηκαν.

«Η επίσημη δικαιολογία είναι ότι δεν υπήρξε ανάγκη. Παρότι πριν δύο εβδομάδες έτρεχαν πανικόβλητοι να μεταφέρουν τους ασθενείς που νοσηλεύαμε σε άλλα θεραπευτήρια για να νοσηλευτούν στα δικά μας ασθενείς με κορωνοϊό, τελικά δε χρειάστηκε. Έγινε όλη προετοιμασία, η εκπαίδευση του προσωπικού, οι γιατροί ήταν σε επιφυλακή, μέχρι που προχθές ήρθαν να μαζέψουν τα πράγματά τους και να αποχωρίσουν. Η συνεργασία που άρχισε από τις αρχές Νοεμβρίου ήταν για να αποσυμφορήσουμε τα κρατικά νοσοκομεία από ασθενείς που δεν έχουν κορωνοϊό», είπε ο κ. Σαραφιανός.

«Δεν είναι μακροχρόνια λύση η επίταξη των ιδιωτικών κλινικών από πλευρά πρόληψης των συνεπειών της νόσου. Στόχος μας είναι να ελαχιστοποιήσουμε τους θανάτους, και τις μακροχρόνιες συνέπειες μετά τη νόσο. Είναι φοβερές οι συνέπειες της νόσου και στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα. Κάθε αύξηση των κρουσμάτων έχει συνέπειες και οικονομικές και ανθρώπινες. Η πρόνοια είναι να προλάβουμε να έχουμε ελάχιστους ασθενείς με κορωνοϊό, για να μπορούμε να προσφέρουμε τις ιατρικές υπηρεσίες μας και σε όλους τους άλλους ασθενείς. Υπάρχουν πολλά μέτρα που δεν λαμβάνονται. Ούτε έχουν πολλαπλασιαστεί τα τεστ, ούτε έχει μεγιστοποιηθεί η εξ αποστάσεως εργασία, ούτε οι άνθρωποι εφαρμόζουν μέτρα και παράλληλα αισθάνονται καλά, να ξέρουν ότι με αυτόν τον τρόπο προσφέρουν, χωρίς να πιέζονται. Δεν υπάρχει και οικονομική ενίσχυση όλων αυτών που καταστρέφονται οικονομικά», ανέφερε από την πλευρά της η κ. Λινού.

«Είμαστε πάντα πρόθυμοι να συνεισφέρουμε. Το αγαθό της υγείας είναι πολύτιμο για όλους μας. Αρνηθήκαμε να νοσηλεύουμε ταυτόχρονα ασθενείς με κορωνοϊό και χωρίς. Τώρα είμαστε πρόθυμοι να συνεισφέρουμε σαν εμβολιαστικά κέντρα. Εχτές έγινε μια πρώτη συζήτηση», σημείωσε ο κ. Σαραφιανός.