Στους 1.006 ανέρχονται οι νεκροί τις πρώτες 11 ημέρες του Δεκεμβρίου στη χώρα μας, που εν μέσω του δεύτερου lockdown δεν δείχνει να έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Όπως δηλώνουν οι επιστήμονες, δύο στοιχεία είναι αυτά που τους εντείνουν περισσότερο την ανησυχία.
Ο λόγος αφενός για τα ενεργά κρούσματα, που παραμένουν υψηλά σε όλη τη ώρα, και αφετέρου για την πληρότητα στις ΜΕΘ, που εξακολουθεί να είναι υψηλή. Σημαντικό πρόβλημα εντοπίζεται στη Δυτική Αττική, όπου παρατηρείται εκτόξευση των ενεργών κρουσμάτων κορονοϊού.
Για την ακρίβεια τα ενεργά κρούσματα στην ΠΕ Δυτικής Αττικής και τον δήμο Αχαρνών είναι 392, με μέσο όρο ηλικίας τα 42 έτη. Από την ιχνηλάτησή τους, προέκυψαν 764 άτομα στενές επαφές, τα οποία βρίσκονται σε κατ’ οίκον απομόνωση.
Ερωτώμενος για την αργή μείωση των κρουσμάτων και των διασωληνωμένων ο κ. Σύψας σε τηλεοπτική του τοποθέτησε ανέφερε χαρακτηριστικά:
«Όταν ξεκινήσαμε το lockdown υπήρχε τεράστια διασπορά στην κοινότητα. Τον Μάρτιο δεν υπήρχε. Μπήκαμε στα σπίτια μας με τον ιό, σε αντίθεση με τον Μάρτιο. Με αποτέλεσμα να υπάρχει ενδοοικογενειακή διασπορά. Το lockdown δεν είναι τόσο αυστηρό όσο το Μάρτιο. Ο κόσμος είναι κουρασμένος, έχει βαρεθεί να του λέμε εδώ και μήνες τι πρέπει να κάνει και πώς πρέπει να ζει. Ενδεχομένως ένα πιο σκληρό lockdown να έφερνε χειρότερα αποτελέσματα. Αυτοί οι δύο λόγοι ευθύνονται για τη βραδεία πτώση των κρουσμάτων αλλά και των διασωληνώσεων και των νεκρών. Εκεί θα δούμε πτώση δύο εβδομάδες μετά από την πτώση στα κρούσματα. Έχουμε μπροστά μας αρκετό δρόμο».