Ο Economist μας τοποθετεί στην πρώτη θέση ευαλωτότητος μετά το lockdown μεταξύ των χωρών του Ο.Ο.Σ.Α ( „viral vulnerabilities” 17/4).
Λογικό είναι. Χρεοκοπήσαμε το 2010 και μόλις σηκώσαμε κεφάλι, το 2015 ψηφίσαμε Αριστερά, που μας ξαναχρεοκόπησε εντός μηνών. Τώρα δεν είναι ούτε ένας χρόνος, που ξαναπατούμε στα πόδια μας και ως γνωστόν, ως χώρα ζούμε από τις υπηρεσίες και τον Τουρισμό.
Λογικό λοιπόν, να θεωρούμεθα ευάλωτοι, όσο και επιτακτικό, να διαψεύσουμε την πρόβλεψη.
Κατ´αρχάς, δεν έχει καμμία έννοια να συζητάμε, εάν η ύφεση θα είναι 5 ή 10%. Ούτε εάν η ανεργία θα είναι 20 ή 25%. Σενάρια μπορεί να κάνουμε, αλλά δεν έχουμε ιδέα ακόμη ούτε για την φύση ούτε για το μέγεθος των παραμέτρων του προβλήματος. Δεν γνωρίζουμε πχ εάν θα ( μπορέσει να) υπάρξει κοινή ευρωπαϊκή οδηγία για τον υγειονομικό έλεγχο των τουριστών, ποια θα είναι τα αποδεκτά πρωτόκολλα ασφαλείας των ξενοδοχειακών μονάδων, τι κουλτούρα διακοπών θα επικρατήσει στον Βορρά κοκ. Εν ολίγοις δεν έχουμε ιδέα, αν τα έσοδα μας από τον Τουρισμό θα μειωθούν κατά 25, 50 ή 75%. Υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε, αλλά απλώς δεν ξέρουμε, ούτε εμείς, ούτε κανείς. Όλα είναι πρωτόγνωρα.
Τούτων δεδομένων αυτό, που κάνει η Κυβέρνηση, είναι μονόδρομος. Εντοπίζει τα μέχρις στιγμής εμφανή προβλήματα και τα αντιμετωπίζει με τα υπάρχοντα μέσα. Η εξέλιξη του φαινομένου θα προσδιορίσει το μέγεθος των αναγκών και οι αποφάσεις της (επιεικώς κατωτέρας των περιστάσεων) ευρωπαϊκής ηγεσίας τις δυνατότητες επαρκούς καλύψεως τους. Είναι προφανές, ότι θα απλώσουμε τα πόδια ανάλογα με την κουβέρτα, έχοντας φυσικά πάντοτε προ οφθαλμών το «ιερόν δισκοπότηρον» της ανάπτυξης, την διατήρηση δηλαδή του αξιοχρέου της χώρας.
Ένα είναι βέβαιο, ότι η πανδημία καταρράκωσε και τη ζήτηση και την παραγωγή και θα συνεχίσει, να το κάνει -σε όποιο βαθμό- μέχρις της γενικεύσεως του εμβολιασμού την άνοιξη 2021.
Η διατήρηση της αγοραστικής ισχύος των ασθενεστέρων στρωμάτων είναι (κατά την άποψη της Δεξιάς) η πεμπτουσία της κοινωνικής πολιτικής και γίνεται φυσικά κατά κύριον λόγον με μεταβιβαστικές πληρωμές, που αναπόφευκτα έχουν έντονο δημοσιονομικό αποτύπωμα. Τα πράγματα εδώ είναι αισιόδοξα. Η υιοθέτηση της γερμανικής πολιτικής επιδότησης κατά 60-80% του εισοδήματος, που χάνεται από την μείωση των ωρών απασχόλησης (Kurzarbeitergeld), από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SURE, που θα εφαρμόσουμε, είναι ένα μέτρο με αποτελεσματικότητα και λογικό κόστος. Απολύτως σημαντικό βέβαια, να συμπεριλάβει και τους αυτοαπασχολουμένους ( Eurostat: 26% του συνόλου των Ελλήνων εργαζομένων). Εξ ίσου σημαντικές είναι πολιτικές στοχεύουσες συγκεκριμμένες κατηγορίες αδυνάμων και η ανάπτυξη δυνατοτήτων εξατομικευμένης προσέγγισης, όπως πχ στην προστασίας της πρώτης κατοικίας. Η εμπειρία αυτή πρέπει, να αποτελέσει μαγιά, θεμέλιο οικοδόμησης μια μοντέρνας κοινωνικής υπηρεσίας. Οι 3 χιλιάδες, που θα προσληφθούν για την «βοήθεια στο σπίτι», μπορούν, να συμπληρώσουν το έμψυχο υλικό.
Όσον αφορά τώρα την παραγωγή, τα πράγματα είναι πιο ζόρικα.
Εν υστάτη αναλύσει ο μόνος τρόπος διατηρήσεως μιας επιχειρήσεως εν ζωή σε συνθήκες ως οι σημερινές είναι η διατήρηση της ρευστότητας της. Οιαδήποτε μορφή χρηματοδότησης απ´ οπουδήποτε και εάν προέρχεται ( το νέο Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ,EIB, EBRD, KfW κοκ) θα πρέπει, να μοχλευθεί μέσω των ελληνικών Τραπεζών. Δεν γνωρίζω, αν θα υπάρξει και τώρα όπως παλιά Ταμείο Επιχειρηματικών Συμμετοχών, ο ρόλος των τραπεζών παραμένει πάντως καθοριστικός.
Χάρη στην επαναφορά του waver, τον περιορισμό του haircut ( που παρακρατά η ECB), σε συνδυασμό με την ποσοτική χαλάρωση λόγω πανδημίας ( PEPP), οι τράπεζες διαθέτουν πλέον άφθονη ρευστότητα. Φυσικά θα υπάρξει και κρατική εγγυοδοσία και σειρά άλλων εξασφαλίσεων. Παρά ταύτα, ιδίως τέτοιες εποχές, παραμένει πάντοτε ένα υπόλοιπο τραπεζιτικού ρίσκου. Πόσο θα εμποδίσει αυτό την σωστή χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας;
Ακόμη αντηχούν στα αυτιά μου, από εκείνα τα χρόνια, οι οιμωγές της αγοράς για την αντιπαραγωγική υπερβολή των «τραπεζιτικών κριτηρίων». Ας ελπίσουμε να μην επαναληφθούν. Προς τούτο χρήσιμο θα ήταν, να δώσουμε ευκρινή κίνητρα επανόδου στον διεθνή ανταγωνισμό, που έφυγε μετά την χρεοκοπία, όπως και να θυμήσουμε στα ανώτερα τραπεζιτικά στελέχη, ότι ήρθε η ώρα, να τιμήσουν την ιδιότυπη ποινική ασυλία, που απολαμβάνουν. Εν ολίγοις:
Το στοίχημα της σωτηρίας είναι με τις Τράπεζες.
*Ο Δημήτρης Βαρτζόπουλος είναι βουλευτής της ΝΔ στη Β´ Θεσσαλονίκης
Πηγή: voria.gr