Του Παναγιώτη Γεωργιάδη
Δικηγόρος Παρ΄ Αρείω Πάγω
Α. Συντονιστής της δημοτικής παράταξης του Δήμου Θεσσαλονίκης ΄΄Θεσσαλονίκη Μαζί΄΄
https://pglawfirm.gr/, https://pglawfirm.gr/thessalonikimazi/
facebook pages : PG Law Firm, Panagiotis Georgiadis

Η πανδημία του κορωνοιού που έπληξε την παγκόσμια κοινότητα ανέτρεψε ριζικά την ζωή και την καθημερινότητα μας, επιφέροντας πρωτόγνωρες καταστάσεις, όπως την αναστολή της λειτουργείας σχολείων και πανεπιστημίων, κλείσιμο επιχειρήσεων, καταστημάτων και επαγγελματικών γραφείων, απαγόρευση συναθροίσεων και άσκησης θρησκευτικών μυστηρίων και λειτουργειών, αλλά και ως έσχατο μέτρο την φημολογούμενη καθολική απαγόρευση της κυκλοφορίας. Όλα αυτά τα μέτρα εντάσσονται στο πλαίσιο των ιδιαίτερων διατάξεων του Δίκαιου της Έκτακτης Ανάγκης (Emergency Law), όπως συνοψίζεται σε ένα απλό, καταγεγραμμένο από τον Κικέρωνα δόγμα, ΄΄Salus populi suprema lex esto΄΄ (μεταφρ. η σωτηρία της πατρίδας είναι ο υπέρτατος νόμος.).
Το δίκαιο της έκτακτης ανάγκης ενσωματώνεται στην ελληνική νομοθεσία και ρυθμίζεται ειδικότερα στα άρθρα 48, 44 παράγραφος 1, 22 παράγραφος 4 και 18 παράγραφος 3 του Συντάγματος 1975/7986/2001 και στο άρθρο 109 του Κανονισμού της Βουλής.
Ειδικότερα το άρθρο 48 παρ.1 του Συντάγματος [Κατάσταση Πολιορκίας], αναφέρεται στις εξής διακριτές περιπτώσεις: «…πολέμου, επιστράτευσης λόγω εξωτερικών κινδύνων ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, καθώς και αν εκδηλωθεί ένοπλο κίνημα για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος η Βουλή, με απόφασή της, που λαμβάνεται ύστερα από πρόταση της Κυβέρνησης θέτει σε εφαρμογή, σε ολόκληρη την Επικράτεια ή σε τμήμα της, το νόμο για την κατάσταση πολιορκίας.»
Στο άρθρο 44 παρ.1 του Συντάγματος προβλέπεται: «Σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσες και απρόβλεπτης ανάγκης, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί, ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Οι πράξεις αυτές υποβάλλονται στη Βουλή για κύρωση, μέσα σε σαράντα ημέρες από την έκδοσή τους ή μέσα σε σαράντα ημέρες από τη σύγκληση της Βουλής σε σύνολο. Αν δεν υποβληθούν στη Βουλή μέσα στις προαναφερόμενες προθεσμίες ή αν δεν εγκριθούν από αυτή μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή τους, παύουν να ισχύουν στο εξής».
Στο δίκαιο της έκτακτης ανάγκης εντάσσεται και η επίταξη εργασίας ή αλλιώς πολιτική επιστράτευσης (άρθρο 22 παράγραφος 4 του Συντάγματος). Όπως ορίζει το Σύνταγμα, για να εφαρμοστεί η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών πρέπει να συντρέχουν και πάλι ορισμένες ουσιαστικές προϋποθέσεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, απαιτείται είτε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης είτε ανάγκη αντιμετώπισης των αναγκών άμυνας της χώρας, είτε επείγουσα κοινωνική ανάγκη από θεομηνία, είτε ανάγκη, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.
Παράλληλα με την πολιτική επιστράτευση βαίνει και η επίταξη πραγμάτων του άρθρου 18 παράγραφος 3 του Συντάγματος. Όπως ορίζει το Σύνταγμα, για να καλυφτούν οι ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για να ιαθεί άμεση κοινωνική ανάγκη, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία και υπό την ουσιαστική προϋπόθεση της αρχής της αναλογικότητας, είναι δυνατό να εφαρμοστεί η επίταξη πραγμάτων.
Τέλος στο άρθρο 76 παράγραφος 4 του Συντάγματος και στο άρθρο 109 του κανονισμού της Βουλής ρυθμίζονται η διαδικασία ψήφισης των σχετικών διατάξεων [Κατεπείγοντα νομοσχέδια και προτάσεις νόμων].
Η κοινή γνώμη στην χώρα μας τελώντας υπό καθεστώς πανικού με καθημερινό βομβαρδισμό από τα ΜΜΕ, αλλά και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ειδήσεων αλλά και fake news για την πανδημία, με την διαρκή επίκληση του φόβου περί ανεξέλεγκτης διασποράς του ιού, είναι κάτι παραπάνω από πρόθυμη να δεχθεί ακόμη και ακραία μέτρα περιστολής των δικαιωμάτων των πολιτών όπως π.χ. το μέτρο της πλήρους απαγόρευσης της κυκλοφορίας, θεωρώντας ότι έτσι ως πολίτες συνεισφέρουμε στην ταχύτερη και αποτελεσματικότερη έξοδο από την κρίση.
Ωστόσο τα ακραία μέτρα που ήδη έχουν ληφθεί αλλά και όσα ληφθούν στο μέλλον όπως η απαγόρευση της κυκλοφορίας κλπ., θα πρέπει να διέπονται από συγκεκριμένες αρχές με κυριότερες την αρχή της αναλογικότητας και της προσωρινότητας, διότι ελλοχεύει ο κίνδυνος οι ατομικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα να υπονομευθούν και να δημιουργηθεί στους πολίτες η αντίληψη ότι οι κανόνες δικαίου δεν έχουν απόλυτη ισχύ και μπορούν να παρακάμπτονται υπό προϋποθέσεις.
Η Διεθνής Κοινότητα έχει «δομήσει» συγκεκριμένες αρχές που πρέπει να διέπουν το Δίκαιο της Έκτακτης Ανάγκης και οι οποίες είναι:
Η αρχή της Προσωρινότητας: Η χρονική διάρκεια διατήρησης των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης πρέπει να είναι περιορισμένη.
Η αρχή της Εξαιρετικής Απειλής: Η κρίση πρέπει ν’ αντιστοιχεί σ’ ένα πραγματικό ή επικείμενο κίνδυνο.
Η αρχή της Αναλογικότητας: Τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης πρέπει να είναι ανάλογα με το επίπεδο το κινδύνου (μέγεθος και επιπτώσεις).
Η αρχή της Νομιμότητας: Κάποια δικαιώματα και ελευθερίες δεν μπορούν ν’ ανασταλθούν ή να περιοριστούν με αφορμή μια κρίσιμη κατάσταση.
Τα όρια που προβλέπονται από τα σχετικά όργανα της Διεθνούς και Εθνικής νομοθεσίας πρέπει να γίνονται σεβαστά, αφού μια έκτακτη κατάσταση ανάγκης δεν υπονοεί και την αναστολή του Κράτους Δικαίου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Δημοκρατία μέσω Δικαίου (European Commission for Democracy through Law) προτάσσει πως : «Η επίβλεψη είναι πρωταρχικής σημασίας, διότι η πρακτική δείχνει ότι οι σοβαρότερες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων τείνουν να εφαρμοστούν με αφορμή την κήρυξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, αφού τα κράτη έχουν την τάση κάτω από το πρόσχημα αυτής της κατάστασης να χρησιμοποιούν την εξουσία ανάκλησης της ισχύος κάποιων διατάξεων για διαφορετικούς σκοπούς ή σε μεγαλύτερη έκταση απ’ ότι είναι αναγκαίο».
Έχει παρατηρηθεί διεθνώς ότι συχνά αγνοείται η απαραίτητη διασύνδεση των εξαιρετικών μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση μιας έκτακτης κατάστασης ανάγκης, με το στοιχείο της προσωρινότητας και της αναλογικότητας. Όταν η εξαιρετική κατάσταση πάψει να υφίσταται ή όταν πλέον μπορεί ν’ αντιμετωπισθεί με την υπάρχουσα νομοθεσία της ομαλότητας, οι αρμοδιότητες, που απορρόφησε η εκτελεστική εξουσία, θα πρέπει να «επιστραφούν» στα όργανα που τις κατείχαν προγενέστερα. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και για τυχόν δικαιώματα και ελευθερίες που έχουν ανασταλεί ή συρρικνωθεί.
Όταν όμως «αγνοείται» το στοιχείο της προσωρινότητας τότε διαμορφώνεται μια νέα πραγματικότητα, η οποία συνεπάγεται τη συγκέντρωση των εξουσιών σε ορισμένα άτομα (συνήθως σε όργανα της εκτελεστικής εξουσίας), οι οποίες διατηρούνται σε ισχύ και μετά το τέλος μιας κρίσης. Η διατήρηση των έκτακτων μέτρων για μεγάλο χρονικό διάστημα καθώς και η αυξημένη συχνότητα λήψης αυτών, ενδέχεται να επιφέρει την εξοικείωση της εκτελεστικής εξουσίας καθώς και των κοινωνικών ομάδων με αυτά, την επέκτασή τους με νέα πρόσθετα έκτακτα μέτρα, ακόμη και όταν δεν υφίσταται πραγματικοί λόγοι που τα απαιτούν (αρχή αναλογικότητας) και τελικά τη διατήρηση των προσωρινών μέτρων ως μόνιμα.
Εν κατακλείδι για την αντιμετώπιση της κρίσης της πανδημίας του κορωνοιού που μας απειλεί άμεσα, δεν πρέπει κατ΄ αρχήν να αποκλειστούν, όπως υποστηρίζουν μερικοί στο όνομα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών, ακραία αλλά αναγκαία εξαιρετικού χαρακτήρα μέτρα, αλλά κρίσιμο είναι η κατά αντικειμενική κρίση, ορθή, λελογισμένη δίκαιη και προπάντων προσωρινή χρήση τους. Όταν το έκτακτο αντικαθιστά την κανονικότητα, οι κοινωνίες εθίζονται στα μέτρα έκτακτης ανάγκης, που πλέον αποβάλλουν τον εξαιρετικό χαρακτήρα τους, μετατρεπόμενα σε μια υπόθεση ρουτίνας. Όταν αυτό συμβεί, είναι πολύ δύσκολο να αποβληθούν αργότερα, γιατί όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς του The Spirit of Liberty όταν η ελευθερία πεθάνει στις καρδίες των ανδρών και των γυναικών, όπου κάποτε υπήρχε, τότε κανένα σύνταγμα, κανένας νόμος κανένα δικαστήριο δεν μπορεί να τη σώσει.