Σχεδόν από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, η μοιχεία ήταν ποινικό αδίκημα. Σαν σήμερα πριν από 39 χρόνια, η τότε ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να την αποποινικοποιήσει

 

Η διάπραξη μοιχείας χαρακτηριζόταν ως πλημμέλημα σύμφωνα με το άρθρο 286 του Ποινικού Νόμου της Βαυαροκρατίας, που ίσχυσε έως τις 31 Δεκεμβρίου 1950. Παρέμεινε ως πλημμέλημα και με τον νέο Ποινικό Κώδικα που ίσχυσε από την 1η Ιανουαρίου1951. Στο άρθρο 357 προβλεπόταν ποινή ενός έτους για τους μοιχούς ή τις μοιχαλίδες, ενώ το έγκλημα διωκόταν μόνο με έγκληση του παθόντος/της παθούσης συζύγου.

Η μοιχεία κρινόταν ατιμώρητη όταν υπήρχε διάσταση των συζύγων ή ανοχή του ενός εκ των δύο συζύγων. Οι δράστες έπρεπε να συλληφθούν επ’ αυτοφώρω για να στοιχειοθετηθεί ευκολότερα η κατηγορία, γι’ αυτό συνέβαιναν σκηνές γέλιου και κλάματος μαζί, κατά τη διαπίστωση του εγκλήματος.

Όποιος-α υποψιαζόταν πως έχει πέσει θύμα μοιχείας, πριν προχωρήσει στα απαραίτητα μέτρα, έπρεπε να έχει στα χέρια του στοιχεία. Έτσι λοιπόν επιστράτευε κάποιον ντετέκτιβ της εποχής. Αποστολή του ντετέκτιβ ήταν αρχικά να πιστοποιήσει πως πράγματι υπάρχει μοιχεία στην υπόθεση, ακολουθούσαν τα φωτογραφικά ντοκουμέντα και έπειτα η επ’ αυτοφώρω σύλληψη των δραστών.

Έτσι, οι ντετέκτιβ είχαν το δικαίωμα εισβολής όπου γινόταν η ερωτική συνεύρεση και ξεκινούσαν να τραβούν φωτογραφίες. Εφόσον η μοιχεία ήταν ποινικό αδίκημα, στη σκηνή του «εγκλήματος» επενέβαινε και η αστυνομία που είχε ειδοποιηθεί και έτσι οι δυο «δράστες» μεταφέρονταν στα αστυνομικά τμήματα φορώντας μόνο τα σεντόνια τους, ως αποδεικτικό στοιχείο.

Μετά σειρά έπαιρναν οι εφημερίδες, οι οποίες με έντονους τίτλους και «ροζ» ρεπορτάζ έδιναν όλες τις λεπτομέρειες από διάφορες τέτοιες περιπτώσεις.

Στις 5 Δεκεμβρίου 1981, σχεδόν δύο μήνες μετά την θριαμβευτική νίκη του Ανδρέα Παπανδρέου στις εθνικές εκλογές της 18ης Οκτωβρίου, ήρθε η απόφαση για αποποινικοποίηση της μοιχείας, μια απόφαση που ελήφθη υπό το συνολικότερο πλαίσιο που είχε θέσει η τότε κυβέρνηση για φιλελευθεροποίηση του πλέγματος των διατάξεων που αφορούσαν το Οικογενειακό Δίκαιο.

Οι αντιδράσεις ήταν έντονες, κυρίως από την Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία υποστήριζε ότι «η αποποινικοποίηση της μοιχείας θα κλονίσει τα θεμέλια της οικογένειας και του γάμου» (21 Ιανουαρίου 1982), αλλά και από την Νέα Δημοκρατία που καταψήφισε και στις δύο ψηφοφορίες που ακολούθησαν στη Βουλή. Η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου όμως δεν έκανε πίσω και κατάργησε το άρθρο 357 του Ποινικού Κώδικα περί μοιχείας με το άρθρο 8 του νόμου 1272/82, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 20 Αυγούστου 1982.

Έναν χρόνο αργότερα, και με τον νόμο 1329/1983 η μοιχεία έπαψε να αποτελεί και απόλυτο λόγο διαζυγίου. Μπορεί, όμως, να επιφέρει τη λύση του γάμου μόνο αν κριθεί ότι από αυτή έχουν διαταραχθεί τόσο σοβαρά οι συζυγικές σχέσεις, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα (άρθρο 1439 Α.Κ.).

Ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε στα χέρια του ένα τόσο ευαίσθητο θέμα και διορθώνοντας το, εν τέλει έφερε ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα. Ο άντρας έπαψε πλέον να κουβαλάει τον τίτλο: η «κεφαλή της οικογένειας», και οι δύο σύζυγοι απολαμβάνουν μέχρι και τώρα ίσα δικαιώματα.

 

#menoume_speedy