Για τους Αγγλοσάξονες τα Χριστούγεννα είναι μια μεγάλη γιορτή, για την οποία ξεκινάνε τον Οκτώβριο και καταλήγουν στην καρδιά του χειμώνα! Για μας τα Χριστούγεννα ξεκινούν αργότερα.
Εξάλλου, έχουμε πολλές γιορτές μπροστά μας για να γιορτάσουμε και να τιμήσουμε, ο χειμώνας ολόκληρος βρίθει από τέτοιες, άσε που την άνοιξη μας περιμένει η μεγάλη γιορτή του Πάσχα. Λέω να «τιμήσουμε» εννοώντας ότι ένα εορταστικό γεγονός εναπόκειται σε μας τους ίδιους πώς θα το προσλάβουμε – ως θρησκευτικό, ως πολιτιστικό, ως κοινωνικό γεγονός ή ως γεγονός που ενισχύει την οικογενειακή συνοχή.
Το πνεύμα των γιορτών παραμένει πάντα ζητούμενο – αλλά σε γενικές γραμμές είναι το πνεύμα της καλοσύνης και του ανθρωπισμού. Ο Σκρουτζ και ο μικρός Τιμ της «Χριστουγεννιάτικης ιστορίας» του Ντίκενς μένουν πάντα στο προσκήνιο αξιώνοντας την προσοχή μας. Τελικά είναι σίγουρο ότι διαλέγουμε τη θέση του μικρού Τιμ, διότι η άλλη θέση δεν μας πάει: Ο φτωχός και δυστυχισμένος Τιμ δικαιώνεται, ο Σκρουτζ αλλάζει μέσα από ένα υπερφυσικό ενύπνιο και προσαρμόζεται σε έναν κόσμο όπου θριαμβεύει η αγάπη.
Οι ιστορίες του Ντίκενς είναι οι πιο τρυφερές και οι πιο παιδικές – όχι βέβαια παιδαριώδεις: Είναι ιστορίες που περιγράφουν τις άθλιες συνθήκες της βιομηχανικής πόλης στα μισά του 19ου αιώνα – όπως λέει στην «Κοινωνική προέλευση της σύγχρονης πολεοδομίας» ο Leonardo Benevolo.
Κάποτε δεν υπήρχε χριστουγεννιάτικο δένδρο. Το δένδρο εφευρέθηκε αργότερα, εξήχθη από τις κεντροευρωπαϊκες στις άλλες χώρες του κόσμου, κυριάρχησε.
Στον κόσμο πρωτοήρθε από τον Άγιο Βονιφάτιο τον 8ο αιώνα – που ήθελε να συμψηφίσει την παγανιστική επίδραση της βελανιδιάς –, στην Ελλάδα ήρθε από τον Όθωνα και επιβλήθηκε μέσα από την επίδραση της οθωνικής τάξης πραγμάτων. Επρόκειτο για ένα μεγάλο θαύμα, που δείχνει τη μιμητική αλληλεπίδραση των λαών, που τελικά αιμοδοτεί ένα κοινό πνεύμα ανάμεσά τους.
Advertising
Γύρω απ’ αυτό το δένδρο πλάστηκαν αφηγήσεις, δημιουργήθηκαν μύθοι και δοξασίες, παίχθηκαν όμως και κόντρες. Θυμάμαι μια περίοδο που τόσα και τόσα λέγονταν για τη διαμάχη μεταξύ δενδροστολισμού με φυσικό τρόπο και της χρησιμοποίησης πλαστικών υποκατάστατων. Πηγαίναμε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς, σε τηλεοράσεις, σε ειδικές εκδηλώσεις, με κύρια επιχειρήματα:
● Οι μεν υποστηρίζοντας ότι η κοπή των ελάτων κάθε χρόνο είναι καταστρεπτική για τη φύση και ότι η χρήση πλαστικού δένδρου με την επαναλαμβανόμενη αξιοποίησή του κάνει καλό στις τσέπες μας.
● Οι δε υποστήριζαν ότι η κοπή ελάτων δεν έχει μεγάλες επιπτώσεις στη φύση, ότι η επίδρασή της είναι αμελητέα και ισοφαρίζεται γρήγορα.
Νομίζω ότι επικράτησε η δεύτερη άποψη, λαμβανομένου υπόψη ότι τα χωριά εγκαταλείφθηκαν και η βλάστηση φούντωσε. Να μην παραλείψουμε βέβαια και το γεγονός ότι η ελάτη είναι πολύ δύσφλεκτη, πράγμα που έχει αποδειχτεί σε διάφορες πυρκαγιές, επομένως μπορεί να στηρίξει τη μεγάλη – ευκαιριακή ζήτησή της. Τώρα βέβαια υπάρχουν και άλλες μέθοδοι στολισμού, π.χ. πλοία ή βάρκες, αλλά αυτές προορίζονται να εξυπηρετήσουν ειδικές καταστάσεις.
Πωλούνται έλατα σε καλές τιμές
Τα έλατα σε πολλές περιπτώσεις ήταν προϊόντα ειδικών φυτεύσεων σε ειδικούς χώρους.
● Στο Λουξεμβούργο, όπου έζησα για λίγο, υπήρχαν ολόκληρες φυτείες με έλατα, που προορίζονταν για διακοσμητική χρήση την περίοδο των γιορτών.
● Για τους Αθηναίους τουλάχιστον υπάρχει το Πεδίον του Άρεως και το πεζοδρόμιο, κατά μήκος του οποίου πωλούνται τα έλατα που έχουν ακαθόριστη προέλευση. Οι τιμές τους είναι καλές, αν μάλιστα σκεφθεί κανείς τις υπόλοιπες τιμές που ανεβαίνουν…
Πριν από μερικά χρόνια η Σχολή Καλών Τεχνών της Ηπείρου αποφάσισε να πρωτοτυπήσει: Να βγει δηλαδή από το παραδοσιακό πνεύμα της κλασικής «δενδροποιίας» και να δημιουργήσει νέες μορφές. Ο «Πύργος του Τάτλιν» ήταν ένα μέρος της παραγωγής της, που την έφερνε σε ρήξη με το παρελθόν.
Είχε πει ο κοσμήτορας της σχολής Ξενοφών Μπίτσιος: «Πρόθεση της σχολής ήταν να επικαιροποιηθεί το εγκώμιο στο ανθρώπινο πνεύμα, παράγοντας αυτή τη φόρμα με υλικά καθημερινά και επαναχρησιμοποιήσιμα, στη λογική των παιχνιδιών meccano, που με λίγους τύπους τεμαχίων μπορεί κανείς να κατασκευάσει διαφορετικές φόρμες».
Οπωσδήποτε, να ένα παιχνίδι που μεταστοιχειώνεται σε κάτι άλλο, και μάλιστα ακολουθώντας μια φόρμα ευέλικτη. Αλλά πού είναι η φόρμα των Χριστουγέννων, πού είναι το σημαίνον δηλωτικό του σημαινόμενου; Αν αυτή η σχέση λείπει, αν δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη καλλιτεχνική μορφή γύρω από την οποία περιστρέφονται τα γεγονότα και οι σκέψεις μας, τι απομένει;
Σε πείσμα όλων των προσπαθειών για ανανέωση, το δέντρο και οι χριστουγεννιάτικες γιορτές παραμένουν. Δεν ξέρω τι γινόταν στην Αλβανία του Χότζα ή τι γίνεται στη Βόρεια Κορέα, πάντως στη Δύση αυτό το δέντρο και αυτές οι γιορτές είναι κυρίαρχα. Απομένουν οι ιδέες μας για το περιεχόμενο της γιορτής: οι ανάγκες να ανταλλάσσουμε δώρα, να γινόμαστε για λίγο ή περισσότερο αλληλέγγυοι και φιλικοί με τους άλλους ανθρώπους. Και μετά την περίοδο των γιορτών έχουμε όλο τον χρόνο για να επιστρέψουμε στον «συνήθη» εαυτό μας…
* Ο Γιάννης Σχίζας είναι συγγραφέας