Στην παραπολιτική συζήτηση που έχει ανοίξει από το προηγούμενο καλοκαίρι γύρω από την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας έχει ήδη συμμετάσχει ανοιχτά ή με πιο έμμεσο τρόπο σχεδόν όλο το πολιτικό σύστημα, εκτός από το κεντρικό πρόσωπο που θα όφειλε να έχει τον πρώτο λόγο για το ζήτημα. Τον πρωθυπουργό. Ο κ. Μητσοτάκης δεν θα ήταν υποχρεωμένος να ανοίξει τα χαρτιά του για τον επόμενο Πρόεδρο, δεδομένου ότι η εκλογή του θα λάβει χώρα στις 13 Φεβρουαρίου, εάν ενδιαμέσως το ίδιο το Μαξίμου δεν προχωρούσε σε διαρροές ονομάτων κι αν επίσης ο ίδιος δεν άφηνε να εννοηθεί μέσω τηςτελευταίας του συνέντευξης ότι είναι ασύμβατη με τις προθέσεις του η σκέψη να προτείνει εκ νέου την κυρία Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται να έχει εγκλωβιστεί σε ένα πρόβλημα που ο ίδιος δημιούργησε με κίνδυνο το ζήτημα της Προεδρικής εκλογής που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως ένα ισχυρό πολιτικό χαρτί στα χέρια του να λειτουργεί ήδη ως βαλβίδα πίεσης της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας. Ήδη η απρόσμενη πρόταση του Αντώνη Σαμαρά να προτείνει ως καταλληλότερο για την Προεδρία τον Κώστα Καραμανλή έχει προκαλέσει ρωγμές στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης. Δεν είναι μόνο η διαγραφή Σαμαρά και το σοκ που προκάλεσε στη ΝΔ η αποπομπή του αλλά κυρίως η σπουδή του πρώην πρωθυπουργού Καραμανλή να αποσαφηνίσει ότι δεν επιθυμεί την ανάληψη καθηκόντων Προέδρου, θέματα που δημιουργούν μία συνολικότερη δυσφορία στη Νέα Δημοκρατία για τους πρωθυπουργικούς χειρισμούς. Διότι η απροθυμία του πρώην πρωθυπουργού να ενταχθεί μέσω τρίτων στη λίστα των προτεινόμενων υποψηφίων Προέδρων ήρθε να επιβεβαιώσει την χαώδη-κατά πολλούς- απόστασή του από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Επιπλέον, είναι και η άρνηση του υπουργού Εθνικής Άμυνας να δεχτεί να συζητήσει την μεταπήδησή του στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα ένα ζήτημα που δημιουργεί πρόσθετους πονοκεφάλους στο Μέγαρο Μαξίμου. Ο κ. Νίκος Δένδιας έχει απορρίψει τουλάχιστον δύο φορές απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις την προοπτική να είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας κάτι που πρακτικά θα σήμαινε ότι σε περίπτωση που ο κ. Μητσοτάκης αποχωρήσει από την προεδρία της ΝΔ δεν θα μπορεί να είναι ο σημερινός υπουργός Εθνικής Άμυνας ο διάδοχός του. Γενικώς έως τώρα φαίνεται ότι από τις τάξεις της Νέας Δημοκρατίας ο μοναδικός ενδιαφερόμενος για την Προεδρία είναι ο σημερινός Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας.
Η επιλογή που καλείται να κάνει ο κ. Μητσοτάκης συνιστά όμως μια πιο σύνθετη πολιτική εξίσωση. Πρέπει να αποφασίσει εάν θα προτείνει πρόσωπο που προέρχεται από την συντηρητική παράταξη ή ένα πρόσωπο που εκφράζει τα προοδευτικά κόμματα και προέρχεται από την Κεντροαριστερά ή την Αριστερά όπως επίμονα τού θυμίζουν εσχάτως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ για λόγους ισορροπίας στο πολιτικό σύστημα. Σε περίπτωση που ο πρωθυπουργός καταλήξει σε πρόσωπο από τη Νέα Δημοκρατία θα συσπειρώσει μεν τη δική του κοινοβουλευτική ομάδα κινδυνεύοντας ο νέος Πρόεδρος να ψηφιστεί μόνο από ένα κόμμα. Αν πάλι επιλέξει πρόσωπο από την ευρύτερη Κεντροαριστερά τότε ενδεχομένως να κερδίσει και τις ψήφους των προοδευτικών κομμάτων της Βουλής  δυσαρεστώντας ωστόσο γαλάζιους βουλευτές που δεν θα θελήσουν να ψηφίσουν μη συντηρητικό Πρόεδρο. Σ’ αυτήν την περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης θα έχει καταφέρει η πρότασή του για Πρόεδρο να συγκεντρώσει μεν πολλές ψήφους αλλά ουδείς θα μπορεί να θεωρεί ως δεδομένο ότι οι ψήφοι της ΝΔ θα είναι τουλάχιστον 151.