Τη φρίκη που έζησε τον τελευταίο ενάμιση μήνα στα χέρια του προφυλακισμένου πλέον αστυνομικού, περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες στην κατάθεσή της η άτυχη 19χρονη.

Μέσω της κατάθεσής της αποκαλύπτεται, ακόμη, ένα καλά οργανωμένο, δικτυωμένο και βίαιο κύκλωμα εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης γυναικών, το οποίο φέρεται να έχει πλοκάμια σε πολλές περιοχές της Αττικής.

Η γνωριμία και ο βίαιος εξαναγκασμός σε πορνεία

Η 19χρονη στην κατάθεσή της που δόθηκε για πρώτη φορά στις 10 Ιουλίου, την ημέρα που απέδρασε από την αιχμαλωσία της μιλάει για τη γνωριμία της με τον αστυνομικό Δ. Μπ. και αποκαλύπτει τη βία, σωματική και ψυχολογική, και τις απειλές προκειμένου να αναγκαστεί να εργαστεί ως εκδιδόμενη.

«Πριν ενάμιση μήνα περίπου γνώρισα τον αστυνομικό Δ. Μπ. μέσω ενός κοινού γνωστού μας ο οποίος δουλεύει ως ντελιβεράς σε μία καφετέρια. Με τον Δ είχαμε ερωτική σχέση και τις πρώτες μέρες τα πηγαίναμε πολύ καλά και συγκατοικήσαμε μετά από μία βδομάδα περίπου αφού γνωριστήκαμε στο σπίτι του στην Ηλιούπολη. Εγώ ενημέρωσα τη μητέρα μου ότι θα πάω να μείνω μαζί του. Μετά από περίπου δύο εβδομάδες αφού πήγα στο σπίτι του, του είπα ότι ήθελα να βρω κάποια δουλειά για παράδειγμα σε καφετέρια. Αυτός όμως μου είπε ότι η μητέρα ενός φίλου του, του Γ. Λ. έχει οίκους ανοχής στην Αθήνα και ένα site για να κλείνεις ερωτικά ραντεβού με κοπέλες (το κατονομάζει) και μου πρότεινε να εργαστώ και εγώ για αυτήν. Ο Δ. και ο Λ. δουλεύουν χωρίς να φαίνονται για τη μητέρα του Λ., την οποία φωνάζουν στη δουλειά Μ. χωρίς να γνωρίζω ποιό είναι το πραγματικό της όνομα. Αυτοί ουσιαστικά είναι τα αφεντικά και κανονίζουν τις δουλειές και διαχειρίζονται το site (το κατονομάζει).

Όταν μου έγινε η πρόταση από το Δ. να εργαστώ μαζί τους, εγώ αρχικά το αρνήθηκα όμως αυτός με απείλησε ότι θα με σκοτώσει και ότι θα κάνει κακό στην οικογένειά μου και έτσι εξαναγκάστηκα να δουλέψω μαζί τους.

Ο Δ. μου είπε ότι θα πηγαίνω σε ραντεβού με διάφορα άτομα με τα οποία θα ερχόμαστε σε συνουσία και από τα χρήματα που θα δίνουν ως αντάλλαγμα, τα οποία ήταν συνήθως 160 €, εγώ θα έπαιρνα τα 80. Έτσι, ο Δ. έφτιαξε και δικό μου προφίλ στο site με ψεύτικα στοιχεία (τα αναφέρει) βάζοντας φωτογραφίες και βίντεο μου χωρίς να φαίνεται το πρόσωπό μου, ώστε να μπορούν οι πελάτες να κλείσουνε ραντεβού μαζί μου. Στο site αυτό, αναγράφονται δύο τηλέφωνα στα οποία απαντάει μια τηλεφωνήτρια η οποία κανονίζει τα ραντεβού με τις κοπέλες οι οποίες υπάρχουν στο site. Ακόμα ο Δ. μου είπε να διαγράψω τα προφίλ και τις φωτογραφίες μου στο Instagram και στο Facebook καθώς και όλες τις επαφές μου στο κινητό εκτός της μητέρας μου, πράγμα το οποίο έκανα. Η διαδικασία που ακολουθούσαμε αφού έκλειναν ραντεβού οι πελάτες είχε ως εξής: Ερχόταν από το σπίτι του Δ. με ένα αυτοκίνητο χρώματος μπλε, ένα άτομο οποίος μου είπε ότι λεγόταν Γ. και ότι είναι στρατιωτικός.

Αυτός με έπαιρνε με το αυτοκίνητο και με πήγαινε στα ραντεβού τα οποία γινόταν σε διάφορα ξενοδοχεία και σπίτια, με άφηνε εκεί και περίμενε απέξω στο αυτοκίνητο μέχρι να τελειώσω με το ραντεβού ώστε να με ξαναπάρει και να με πάει πίσω στο σπίτι του Δ. Εγώ ερχόμουν σε συνουσία με τα άτομα στα οποία με πήγαινε ο οδηγός, έπαιρνα τα λεφτά τα οποία μου έδιναν τα οποία ήταν 160 € την ώρα και τα έδινα στον Δ. μόλις γύρισα πίσω. Ο Δ. μόνο τους πρώτους δύο φορές μου έδωσε 50 € και τις υπόλοιπες φορές έπαιρνε όλα τα λεφτά που μου έδιναν οι πελάτες».

Με χτύπησε επειδή αρνήθηκα να κάνω κοκαΐνη

Στην κατάθεσή της δίνει συγκεκριμένα στοιχεία για ξενοδοχεία και σπίτια, τα οποία βρίσκονται στον Σκαραμαγκά, τη Γλυφάδα, αλλά και σε άλλες περιοχές της Αττικής, ενώ, παράλληλα, κατονόμασε το άτομο που φέρεται να προμήθευε με ναρκωτικά τον προφυλακισμένο αστυνομικό.

Αναφέρει, ακόμη, ότι ο 39χρονος γινόταν όλο και πιο βίαιος, τη χτυπούσε επειδή δεν ήθελε να κάνει κοκαΐνη, ενώ τη βίαζε συστηματικά τον τελευταίο καιρό.  Ανάμεσα σε άλλα φέρεται να σημειώνει:

Στο σπίτι ερχόταν κάποιες φορές και ένα άτομο που τον λένε Μ. ο οποίος είναι φίλος του Δ. και έχει καφετέρια στην Αργυρούπολη. Αυτός ο Μ. κάνει διακίνηση ναρκωτικών και έφερε ναρκωτικά στον Δ. και συγκεκριμένα κοκαΐνη. Ο Δ. τον πλήρωνε 50 €. Οι δυο τους έκαναν χρήση των ναρκωτικών ουσιών στο σπίτι ενώ κάποιες φορές κοκαΐνη έκαναν και κάποιες από τις κοπέλες. Εγώ δεν έκανα ποτέ χρήση ναρκωτικών και θέλω να πω ότι ο Δ. μία φορά με χτύπησε επειδή μου πρότεινε να κάνω κοκαΐνη και εγώ το αρνήθηκα.

Εγώ δεν ήθελα να κάνω αυτή τη δουλειά και όταν το έλεγα στον Δ. αυτός με χτυπούσε σε όλα τα μέρη του σώματος μου με κλωτσιές και μπουνιές και συνέχισε να με απειλεί. Στο σπίτι του ερχόταν σε διάφορες ώρες και υπόλοιπες κοπέλες, τα προφίλ των οποίων είναι στο ίδιο site.
Ο Δ. με χτυπούσε συνεχώς το χρονικό διάστημα που ήμουνα σπίτι του ακόμα και για τους πιο απλούς λόγους όπως ότι δεν έκανα σωστά τις δουλειές του σπιτιού. Στις αρχές με χτυπούσε με ένα κομμάτι ξύλο. Επίσης με βίαζε τον τελευταίο καιρό διότι εγώ δεν ήθελα να κάνω σεξ μαζί του και αυτός με απειλούσε ότι θα με σκοτώσει και με χτυπούσε εξαναγκάζοντάς με έτσι να κάνω σεξ μαζί του. Τελευταία φορά που με βίασε ήταν χθες το βράδυ και τελευταία φορά που με χτύπησε ήταν σήμερα το μεσημέρι.

Επίσης με χτύπησε χθες και προχθές στο πρόσωπο και στα πόδια με κλωτσιές και μπουνιές, ενώ μου έκοψε τα μαλλιά και έχυσε επάνω μου ένα μπουκάλι στοματικό διάλυμα.

Η αιχμαλωσία και η παρακολούθηση

Παράλληλα, η 19χρονη περιγράφει την σκληρή αιχμαλωσία της, αναφέροντας ότι ο κατηγορούμενος την κλείδωνε σπίτι, την παρακολουθούσε μέσω του κινητού της, ενώ της επέτρεπε ελάχιστες, συγκεκριμένες και σύντομες, διαδρομές.

Μου είχε βάλει μια εφαρμογή στο κινητό μέσω της οποίας με άκουγε και έβλεπε κάθε στιγμή που ήμουν. Ακόμα ο Δ. δεν με άφηνε να βγω από το σπίτι του παρά μόνο για να πάω στο περίπτερο και για να πάρω καφέ σε μια καφετέρια δίπλα και μόνο όταν ήταν κι αυτός εκεί. Όταν έφευγε από το σπίτι κλείδωνε την πόρτα και με άφηνε μέσα. Η μάνα μου είχε έρθει δύο φορές στο σπίτι και τη μία από αυτές μαζί με τον αδερφό μου. Αυτοί δεν γνώριζαν για όλη αυτήν την κατάσταση διότι εγώ δεν τους είχα πει τίποτα και όταν ερχόταν σπίτι ο Δ. το έπαιζε καλός και έκανε αστεία.

Η απόδραση

Στην κατάθεσή της η 19χρονη μιλάει και για το πώς κατάφερε να αποδράσει, με την παρέμβαση μιας σερβιτόρας, η οποία είδε σημάδια ξυλοδαρμού σε εκείνη και προσφέρθηκε να τη βοηθήσει.

Σήμερα, ξύπνησα και πήγα να πάρω καφέ στην καφετέρια, όπου η κοπέλα που δουλεύει με ξέρει γιατί τον τελευταίο καιρό έπαιρνα καφέ συνέχεια από εκεί, με είδε που ήμουν χτυπημένη και μου είπε αν θέλω βοήθεια να πάω σε αυτήν. Εγώ πήρα τον καφέ γύρισα σπίτι και όταν με είδε ο Δ. ξαφνικά και χωρίς λόγο άρχισε να φωνάζει, να με χτυπάει στα χέρια, στα πόδια και στο πρόσωπο, ενώ με απείλησε και με ένα όπλο λέγοντας μου θα σε σκοτώσω και δεν θα ζήσεις. Τότε χτύπησε το κινητό του Δ. και καθώς αυτός μίλαγε σε αυτό, εγώ κατάφερα να τρέξω προς την πόρτα και να βγω έξω. Έπειτα πήγα κατευθείαν στην κοπέλα η οποία μόλις της είπα τι έγινε ενημέρωσε την αστυνομία. Εγώ με την κοπέλα πήγαμε με το αυτοκίνητο της στην αστυνομία.

Τέλος, η 19χρονη αποκάλυψε ότι ο πατέρας της τη βίασε πρώτη φορά όταν εκείνη ήταν 11 ετών και το έκανε συστηματικά μέχρι και πριν από ενάμιση, περίπου χρόνο.

Σημείωσε ότι συνολικά βιάστηκε περισσότερες από 30 φορές από τον πατέρα της, ο οποίος προέβαινε στις ειδεχθείς πράξεις όταν ήταν οι δυο τους στο σπίτι και για τον λόγο αυτό η μητέρα και ο αδελφός της δεν γνώριζαν τίποτα. Παράλληλα, φέρεται να επισημαίνει ότι η καραντίνα λόγω κορονοϊού ήταν ο καταλύτης για να σταματήσει η σεξουαλική της κακοποίησης, καθώς  στο σπίτι ήταν πάντα παρόντες είτε η μητέρα της είτε ο αδερφός της.

«Με την κοπέλα είχαμε ερωτικό δεσμό»

«Με την κοπέλα είχαμε ερωτικό δεσμό. Εκείνη εκδιδόταν ήδη από το 2016. Εγώ ήθελα να την απομακρύνω από αυτή τη δουλειά. Γι’ αυτόν τον λόγο την ημέρα της σύλληψής μου, τσακωθήκαμε. Τη χαστούκισα κι εκείνη για να με εκδικηθεί με κατήγγειλε στην Αστυνομία», είπε κατά την απολογία του ο αστυνομικός. 

«Υπήρξα αυστηρός γονέας αλλά όχι βιαστής»

Την κατ’ αντιπαράσταση εξέτασή του με την κόρη του που τον καταγγέλλει ως βιαστή, ζήτησε ο 54χρονος κατηγορούμενος πατέρας της, στην προσπάθειά του να πείσει πως δεν διέπραξε όσα του καταλογίζει η 19χρονη.

Υπήρξα «αυστηρός γονέας αλλά όχι βιαστής», είπε στην απολογία του, αρνούμενος τις κακουργηματικές σε βάρος του κατηγορίες. Ισχυρίστηκε μάλιστα πως η κόρη του τον κατήγγειλε, θέλοντας να τον εκδικηθεί επειδή είχε δηλώσει την εξαφάνισή της από το σπίτι στην Αστυνομία.

Ο 54χρονος έριξε δε το φταίξιμο στη σύζυγό του ότι εκείνη «υπέθαλπτε» την κόρη τους. Ισχυρίστηκε επίσης ότι μόνο ο δίδυμος αδελφός της 19χρονης και η σύζυγός του γνωρίζουν την αλήθεια και για τον λόγο αυτό ζήτησε να τους καλέσει σε κατάθεση η ανακρίτρια.

«Η εν λόγω καταγγελία είναι πασιφανώς εκβιαστική, εκπορεύεται από σκοτεινά κίνητρα και θεωρώ ότι ο ρόλος της συζύγου μου τυγχάνει πολλαπλώς ύποπτος, αφού αυτή είχε στενές επαφές με τον προαγωγό της κόρης μου αστυνομικό και σε κάθε περίπτωση αν δεν υπέθαλπτε έκνομες ενέργειες, είχε γνώση αυτών», ανέφερε ο κατηγορούμενος ο οποίος πρόσθεσε: «Υπήρξα αυστηρός γονέας με παραδοσιακές και ηθικές αρχές, αλλά όχι βιαστής, πατέρας που δούλευα σκληρά για την οικογένειά μου».

Στο απολογητικό του υπόμνημα ο κατηγορούμενος ανέφερε ότι όλα είναι «προϊόν άδηλων ψυχοσυναισθηματικών διεργασιών της φερόμενης ως παρούσης κόρης μου», σημειώνοντας ότι ο ίδιος δήλωσε την εξαφάνισή της στην Αστυνομία, ενώ τον είχε απειλήσει ότι θα τον καταγγείλει ότι την βίαζε.

«Είναι δεδομένο ότι είχα προστρέξει στο Αστυνομικό Τμήμα Αργυρουπόλεως για να δηλώσω την εξαφάνιση της κόρης μου διότι ανά τακτά χρονικά διαστήματα έφευγε από το σπίτι και η ίδια μου είχε διαμηνύσει ότι σε περίπτωση που θα την ψάξω θα δηλώσει ότι την έχω βιάσει», είπε χαρακτηριστικά και ζήτησε να εξεταστεί από πραγματογνώμονα ψυχίατρο ώστε να διακριβωθεί εάν είναι άτομο με παρεκκλίνουσα σεξουαλική συμπεριφορά.

Ο κατηγορούμενος δεν δίστασε να αξιοποιήσει υπερασπιστικά τον φόβο της κόρης του να μιλήσει για τον βιασμό της από την ηλικία των 11 ετών.

«Είναι αδιανόητο, πραγματικά και νομικά αδύνατο να βιάζεται η κόρη μου από τα 11 έτη και να μην έχει εξομολογηθεί το τραυματικό και κακοποιητικό γεγονός είτε στη μητέρα της, είτε στον δίδυμο αδερφό της είτε στη λογοθεραπεύτριά της, είτε σε κάποια φίλη της, είτε σε δημόσια αρχή ή δομή», είπε και πρόσθεσε πως «τυγχάνει αδιανόητο το γεγονός να ενθυμείται τον βιασμό της από τον πατέρα της στο πλαίσιο διερευνώμενης υπόθεσης για εμπορία ανθρώπων».

Μάλιστα, ανέφερε πως «είναι δεδομένο ότι ως πατέρας επιχειρούσα να έχω τον έλεγχο των έφηβων παιδιών μου, ετύγχανα αυστηρός αλλά ουδέποτε μετήλθα σωματικής βίας σε βάρος τους και ουδέποτε υπήρξα βιαστής, άλλως πατέρας – τέρας όπως παρουσιάζομαι».

Στους καυγάδες που υπήρχαν στην οικογένεια αναφέρθηκε η μητέρα της 19χρονης.

«Η κόρη μου έφυγε από το σπίτι πριν περίπου ένα μήνα, γιατί μάλωνε συνέχεια με τον πατέρα της. Ειδικά από την ηλικία των 16 χρονών και μετά μάλωναν συνέχεια, σε καθημερινή σχεδόν βάση. Και τα δύο παιδιά μάλωναν με τον πατέρα τους, αλλά ειδικά η κόρη μου μάλωνε συνεχώς» υποστήριξε ενώ χαρακτήρισε τον σύζυγο της «απότομο», λέγοντας πως ήταν πολύ αυστηρός με τα παιδιά. Αφετηρία για την αλλαγή της συμπεριφοράς του ήταν σύμφωνα με την μάρτυρα μια επέμβαση που έκανε πριν από περίπου 8 χρόνια.

«Από τότε έγινε πολύ αυστηρός, τους φώναζε συνέχεια και γι’ αυτόν τον λόγο μάλωνα και εγώ συνέχεια μαζί του. Γενικά είχαμε πολλά προβλήματα στο σπίτι και η κόρη μου, πριν ένα μήνα δεν άντεξε άλλο και έφυγε. Για να καταλάβετε πόσα προβλήματα υπήρχαν, κάποια στιγμή του είχα πει να πάει να δει έναν ψυχολόγο και αυτός μου έλεγε ότι δεν είναι τρελός και ότι εμείς πρέπει να πάμε να μας δει γιατρός».

Όπως είπε στους αστυνομικούς, η μητέρα της 19χρονης δεν γνώριζε τι είχε συμβεί ούτε με τον σύζυγό της ούτε και με τον αστυνομικό. «Δεν ξέρω αν περνούσε καλά ή όχι. Αν και προσπαθώ να είμαι κοντά της, αυτή πολλές φορές είναι κλειστή και δεν μου έλεγε τι την απασχολεί. Της έλεγα να έρθεις σπίτι, ότι όλα θα πάνε καλά και θα ξεπεραστούν τα προβλήματα και οι τσακωμοί με τον πατέρα της, αλλά αυτή δεν το συζητούσε καν να γυρίσει και δεν ήθελε να δει τον πατέρα της και να ξέρει που βρίσκεται αυτός», κατέθεσε η μητέρα της 19χρονης.

Προφυλακίστηκαν ο αστυνομικός και ο πατέρας της 19χρονης

Στη φυλακή οδηγήθηκαν ο αστυνομικός και ο πατέρας της 19χρονης, μετά τις καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευσή της.

Οι δύο κατηγορούμενοι που φέρονται να αρνούνται το βαρύτατο κατηγορητήριο που τους αποδίδεται, κρίθηκαν με τη σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και Εισαγγελέα προσωρινά κρατούμενοι.

Ο μεν πατέρας της νεαρής γυναίκας αρνήθηκε απολογούμενος πως επί σειρά ετών βίαζε την κόρη του, ενώ ο υπό απόλυση αστυνομικός φέρεται να να μίλησε περί ερωτικής σχέσης μεταξύ τους αρνούμενος τις καταγγελίες της 19χρονης περί εξαναγκασμού της σε πορνεία.

Με πληροφορίες απο:  efsyn.gr