ρεπορτάζ για τα κρούσματα στην Ελλάδα

Η αντιμετώπιση του κορωνοϊού από την ελληνική κυβέρνηση αλλά και τα αριθμητικά στοιχεία που παρουσιάζει η Ελλάδα για τα κρούσματα, φαίνεται να έχουν αρχίσει να απασχολούν τα διεθνή ΜΜΕ. Αυτή τη φορά, ρεπορτάζ της Die Welt, παρουσιάζει ανησυχίες για το κατά πόσο τα στοιχεία που έχουν δοθεί από την ελληνική πλευρά σχετικά με τα κρούσματα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

«Από τη μία είναι αρνητικό ότι έχουμε αρκετά κρούσματα πάνω από τα 200, από την άλλη δεν έχουμε δει να ξεπερνιέται το”‘φράγμα” των 300 που προβλέπουν κάποια μοντέλα», είχε δηλώσει ο καθηγητής Μαγιορκίνης στις 22 Αυγούστου. Και κάπως έτσι έδινε το σήμα ότι πηγαίναμε καλά.
Από την άλλη, το μοντέλο του κ. Σαρηγιάννη, το πιο δημοφιλές που πολλές φορές αναφέρεται στα ΜΜΕ, προέβλεπε πάνω από 500 κρούσματα την ημέρα έως το τέλος Νοεμβρίου και πάνω από 700 κρούσματα την ημέρα τον Δεκέμβριο. Η πρόβλεψη κάνει λόγο και για έως 2.000 κρούσματα την ημέρα, χωρίς λήψη μέτρων, στα τέλη του χρόνου.
Χθες 20 Οκτωβρίου ανακοινώθηκαν 667 κρούσματα και σήμερα 865 κρούσματα.
​Και τώρα τί γίνεται;

To ρεπορτάζ της Welt

Εκτενές ρεπορτάζ της Welt επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στα αριθμητικά στοιχεία της Ελλάδας την περίοδο της πανδημίας και παρατηρεί: «Με μια πρώτη ματιά η Ελλάδα είναι η πρωταθλήτρια στην αντιμετώπιση του κορονοϊού. Καμία άλλη χώρα δεν κατάφερε να κρατήσει τα κρούσματα τόσο χαμηλά στο πρώτο κύμα της πανδημίας και να έχει την κατάσταση υπό έλεγχο μέχρι τώρα. Υπάρχουν όμως αμφιβολίες για το κατά πόσο τα επίσημα δεδομένα αποτυπώνουν μια ρεαλιστική εικόνα (…) Σύμφωνα με το Our World in Data η Ελλάδα καταγράφει καθημερινά μόνο περίπου 35 κρούσματα ανά 1 εκατομ. κατοίκων. Συγκριτικά, η Γερμανία 49 περιστατικά ανά 1 εκατομ. Μόνο η Νορβηγία ξεπερνά την Ελλάδα με 29 κρούσματα. Βρήκε λοιπόν η Ελλάδα την τέλεια συνταγή για την αντιμετώπιση του κορονοϊού; Και αν ναι, γιατί η χώρα δεν θεωρείται πρότυπο παγκοσμίως;» στο ερώτημα αυτό απαντά: «Δεν είναι τόσο απλό, γιατί ο αριθμός των νέων μολύνσεων δεν περιγράφει όλη την ιστορία».

Εμ. Δερμιτζάκης: “ο απόλυτος αριθμός των ανθρώπων που έχουν μολυνθεί με κορονοϊό είναι υψηλότερος από εκείνον που παρουσιάζουν τα τεστ”

Σύμφωνα πάντα με το ρεπορτάζ της Welt, παρατίθενται οι εκτιμήσεις του καθηγητή Γενετικής Εμμανουήλ Δερμιτζάκη από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης, συμβούλου της ελληνικής κυβέρνησης σε επιστημονικά θέματα. Σύμφωνα με τη Welt, «Ο Δερμιτζάκης γνωρίζει πολύ καλά την κατάσταση του κορονοϊού στην Ελλάδα και πιστεύει ότιο απόλυτος αριθμός των ανθρώπων που έχουν μολυνθεί με κορονοϊό είναι υψηλότερος από εκείνον που παρουσιάζουν τα τεστ». O Eμ. Δερμιτζάκης εξηγεί στην Welt ότι στην Ελλάδα γίνονται κυρίως τεστ στοχευμένα σε ευάλωτες ομάδες ενώ σε αυτές συμπεριλαμβάνονται εργαζόμενοι σε γηροκομεία ή μετανάστες. Ακόμη, μπορεί για τον ίδιο η συγκεκριμένη να αποτελεί μια σωστή στρατηγική, ωστόσο «δεν είναι χρήσιμη για την καταγραφή του ποσοστού μολύνσεων στον γενικό πληθυσμό». «Σύμφωνα με τον Δερμιτζάκη η υπόνοια ότι στην Ελλάδα των 10 εκατομ. κατοίκων έχουν μολυνθεί με κορονοϊό πολλοί περισσότεροι από ό,τι μπορεί να συναχθεί από τα επίσημα στοιχεία, προκύπτει από την αναλογία του αριθμού θανάτων από κορονοϊό προς τον απόλυτο αριθμό των κρουσμάτων, που σε σύγκριση με την Ελβετία των 8,6 εκατομ. κατοίκων είναι ύποπτα υψηλή (…) Ο εβδομαδιαίος μέσος όρος των θανάτων στην Ελλάδα από τον Αύγουστο ήταν σταθερά σημαντικά υψηλότερος από ό, τι στην Ελβετία, σε ορισμένες περιπτώσεις διπλάσιος ή τριπλάσιος».

Διαφορές μεταξύ πρώτου και δεύτερου κύματος κορονοϊού

«Ο Δερμιτζάκης πιστεύει ότι το αυξημένο ποσοστό θανάτων στην Ελλάδα δεν μπορεί να αποδοθεί σε διαφορές στην υγειονομική περίθαλψη. Διότι η ελληνική κυβέρνηση έλαβε πολύ σοβαρά τον κορονοϊό εξαρχής. Πράγματι, η Ελλάδα αντέδρασε πολύ νωρίς και με συνέπεια όταν ξέσπασε η κρίση του κορονοϊού. Η χώρα έκλεισε τα σχολεία τη δεύτερη εβδομάδα του Μαρτίου, περίπου παράλληλα με την Ιταλία, την πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που επλήγη από τον Covid-19» γράφει η Welt.  «Στην πρώτη φάση της πανδημίας ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης ενήργησε πολύ γρήγορα και αποφασιστικά για να σταματήσει την εξάπλωση του ιού, γιατί γνώριζε ότι το ελληνικό σύστημα υγείας είχε παθογένειες και δεν μπορούσε να αντέξει μεγάλο αριθμό κρουσμάτων», δήλωσε χαρακτηριστικά ο καθηγητής Δερμιτζάκης. «Όταν τα κρούσματα άρχισαν να αυξάνονται ξανά στις αρχές Αυγούστου, η κυβέρνηση πανικοβλήθηκε επειδή δεν περίμενε την νέα αύξηση των κρουσμάτων τόσο νωρίς και ανακοίνωνε νέα μέτρα κάθε εβδομάδα (…) Η Ελλάδα τα κατάφερε πολύ καλά στο πρώτο κύμα, αλλά ο πληθυσμός έχασε την επαγρύπνησή του κι έτσι ο κορονοϊός μπόρεσε να εξαπλωθεί ξανά.»

Ο Δερμιτζάκης θεωρεί ωστόσο, ότι στο μεταξύ η αναταραχή από τα νέα μέτρα έχει υποχωρήσει και η κυβέρνηση συνεχίζει να λαμβάνει θετικά προληπτικά μέτρα όπως να χαρακτηρίζει περιοχές ανάλογα με την εμφάνιση νέων κρουσμάτων σε ζώνες κινδύνου με διαφορετικά.

Welt: Το κρίσιμο ερώτημα είναι, πώς θα εξελιχθεί η μετάδοση και τα ποσοστά θανάτων όταν μπει το φθινόπωρο στην Αθήνα.

Η Welt κλείνοντας υπογράμμισε: «Τώρα η κατάσταση είναι υπό έλεγχο, γιατί ακόμα, αν και δεν είναι ξεκάθαρο πόσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των μολύνσεων στη χώρα από αυτόν που δείχνουν τα θετικά τεστ, ο αριθμός των νέων μολύνσεων παραμένει εδώ και περίπου τρεις εβδομάδες σταθερός. Για την ώρα άλλωστε επικρατούν καλοκαιρινές θερμοκρασίες, περίπου 22 βαθμοί στην Αθήνα, την περασμένη εβδομάδα άγγιξε μάλιστα τους 30. Οι άνθρωποι κάθονται έξω, συναντιούνται έξω. Το κρίσιμο ερώτημα είναι, πώς θα εξελιχθεί η μετάδοση και τα ποσοστά θανάτων όταν μπει το φθινόπωρο στην Αθήνα.»

Πηγή: dw.com

Επιμέλεια: Άννα Σαϊνίδου