α όσα ακολούθησαν μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, αργά το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου του 2008, αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις που διαχειρίστηκε η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή. Όχι η μοναδική, αλλά σίγουρα μία από τις σημαντικότερες και αρκετά πολύπλοκη, αν αναλογιστούμε πως ο τότε πρωθυπουργός το δεύτερο βράδυ των ταραχών αναγκάστηκε να κοιμηθεί για λόγους ασφαλείας στο Μέγαρο Μαξίμου. Ακριβώς τις ίδιες οδηγίες ακολούθησε και ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας, που κρίθηκε αναγκαίο για τη σωματική του ακεραιότητα να παραμείνει όλη τη νύχτα της 7ης Δεκεμβρίου στο Προεδρικό Μέγαρο.

Λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο μακριά από την Ηρώδου Αττικού, οι διαδηλωτές έδιναν σφοδρές μάχες, σώμα με σώμα, με τις αστυνομικές δυνάμεις. Οι ταραχές είχαν μεγάλη ένταση και είχαν πάρει μια τροπή που δύσκολα μπορούσε να ελεγχθεί από τον κρατικό μηχανισμό. Λέγεται πως οι δυνάμεις των ΜΑΤ είχαν ξεμείνει από δακρυγόνα. Χρησιμοποιούσαν μόνο χειροβομβίδες κρότου – λάμψης, για να απωθήσουν τους διαδηλωτές και όσα στοιχεία είχαν παρεισφρήσει στα επεισόδια.

Οι εστίες έντασης, πολλές. Η Αθήνα καιγόταν, με την κυβέρνηση να ακροβατεί σε τεντωμένο σκοινί. Ένας δεύτερος νεκρός δεν θα την έριχνε απλά. Θα δημιουργούσε ένα πρωτόγνωρο κοινωνικοπολιτικό σκηνικό στη μεταπολιτευτική Ελλάδα.

Τι έγινε πίσω από τις κλειστές πόρτες του Μέγαρου Μαξίμου εκείνες τις τρεις ημέρες; Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος της κυβέρνησης Καραμανλή, Ευάγγελος Αντώναρος, ήταν ο αξιωματούχος που ενημέρωσε τον τότε πρωθυπουργό για το δολοφονικό επεισόδιο με θύτη τον Επαμεινώνδα Κορκονέα και θύμα τον 15χρονο Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Μαζί με τον κύριο Αντώναρο γυρίσαμε πίσω τον χρόνο και μας αποκάλυψε τι έγινε εκείνες τις 72 ώρες που συγκλόνισαν την Ελλάδα.

Τα σημαντικότερα σημεία της συνέντευξης με τον Ευάγγελο Αντώναρο.

-Έγινε προσπάθεια αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης; «Τη Δευτέρα το πρωί έγινε μια προσπάθεια από κάποιους να μπουν στο Κοινοβούλιο από την είσοδο της Λεωφόρου Αμαλίας. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, υπήρχε κίνδυνος για κατάλυση του κυβερνητικού πολιτεύματος από ομάδες άναρχες. Από ομάδες τα μέλη των οποίων δεν μπορώ να πω πως μέχρι και σήμερα ξέρουμε από πού προέρχονταν. Ήταν μια προσπάθεια αποσταθεροποίησης; Ενδεχομένως ναι. Η ένταση των γεγονότων -παρά τη δικαιολογημένη οργή, αγανάκτηση, θυμό της κοινωνίας και κυρίως των νέων ανθρώπων- με βάζει σε σκέψεις. Ακόμη δεν έχω βρει όλες τις απαντήσεις».

-Ο ρόλος της Αστυνομίας: «Είχαμε τη μεγάλη έγνοια να μην χυθεί άλλο αίμα. Σας το λέω ξεκάθαρα. Δεν ξέφυγε η κατάσταση από τον έλεγχο της Αστυνομίας. Η Αστυνομία είχε σαφείς εντολές να μην προκαλέσει άλλα θύματα. Να σας το πω ωμά: Να μην κάνει χρήση των πυροβόλων όπλων».

-Ειπώθηκε η πρόταση να βγει ο στρατός στους δρόμους; «Ειπώθηκε υπαινικτικά από κάποιους – έναν, δυο: “Μήπως θα ήταν μια σκέψη να ανατεθεί ένα μέρος της αποκατάστασης της τάξης στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, τη στιγμή που η Αστυνομία έδειχνε να μην είναι σε θέση να το αντιμετωπίσει, να το κοντρολάρει”. Ο πρωθυπουργός, αμέσως, εξέφρασε τις επιφυλάξεις του γι’ αυτό. Και τις ίδιες επιφυλάξεις, με πολύ έντονο τρόπο, τις εξέφρασε και ο τότε υπουργός Άμυνας, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης. Τοποθετήθηκαν και οι περισσότεροι από τους παρόντες και το θέμα έφυγε πολύ γρήγορα από το τραπέζι και δεν ξανασυζητήθηκε».

-Είχε τον έλεγχο η κυβέρνηση; «Στην κοινωνία υπήρχε ένας αναβρασμός, τον οποίο κανείς δεν πρέπει ούτε να τον ξεχνά, ούτε να τον υποτιμά. Ακόμα κι αν κάποιοι είχαν στο μυαλό τους σχέδια ανατροπής της κυβέρνησης, δεν φτάσαμε σε τέτοιο σημείο. Τον πολιτικό έλεγχο της κατάστασης τον είχαμε. Διαφορετικά τα πράγματα θα είχαν ξεφύγει πολύ περισσότερο».