Πληθώρα φαρμάκων στην αγορά, τεράστια ποσά για έρευνα και παραγωγή, στα ύψη το κόστος της θεραπείας – Νότα αισιοδοξίας από την ανάπτυξη της ανοσοθεραπείας και της τεχνολογίας mRNA, όπως και η τεχνητή νοημοσύνη με τους «ντετέκτιβ» της
Το 2020, ο καρκίνος σκότωσε 602.350 ανθρώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα δε με τα επίσημα στοιχεία των Κέντρων Πρόληψης και Αντιμετώπισης Νοσημάτων (CDC), ήταν η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου για τους κατοίκους της χώρας τη συγκεκριμένη χρονιά – πίσω από τις καρδιοπάθειες και μπροστά από την Covid-19.
Ο αριθμός είναι αναμφίβολα μεγάλος. Στη μεγάλη εικόνα, ωστόσο, τα στοιχεία, οι αναλύσεις των ειδικών επιστημόνων και η ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών σκευασμάτων και θεραπειών επιτρέπουν μια νότα αισιοδοξίας, παρά την επέλαση της πανδημίας που προκάλεσε ο Sars-Cov-2 και τις συνέπειές της σε όλα τα επίπεδα – αλλά και τις στρεβλώσεις της αγοράς.
«Στόχος είναι να μετατρέψουμε τον καρκίνο σε μια κυρίως χρόνια και όχι θανατηφόρο ασθένεια», δήλωσε χαρακτηριστικά στην ιστοσελίδα Axios ο Μπρίαν Μακ Ιβερ, αναπληρωτής επιστημονικός διευθυντής του Moffitt Cancer Center, τοποθετώντας τον πήχη πολύ ψηλά. «Με τα εμβόλια mRNA θέλουμε να καταπολεμήσουμε τον καρκίνο. Σε δυο-τρία χρόνια θα έχουμε τα πρώτα αποτελέσματα», είχε πει και ο COE της Pfizer, Αλμπερτ Μπουρλά, τον περασμένο Δεκέμβριο – ενώ η τεχνητή νοημοσύνη, με τις δυνατότητες που προσφέρει, λειτουργεί ως… ντετέκτιβ ο οποίος, αξιοποιώντας περίπλοκους αλγορίθμους, βοηθά τους γιατρούς να εντοπίσουν και να διαγνώσουν τις διάφορες μορφές καρκίνων.
Μείωση θνησιμότητας
Αξίζει να σημειωθεί ότι την προηγούμενη 20ετία, τα ποσοστά θνησιμότητας από καρκίνο υποχώρησαν στις ΗΠΑ κατά 27%, από τους 196,5 ανά 100.000 ανθρώπους το 2000 στους 144,1 θανάτους το 2021. Κάτι που κατέστη εφικτό κυρίως μετά την αποκρυπτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, που επέτρεψε την καλύτερη κατανόηση του καρκίνου, τα πιο αποτελεσματικά τεστ και, τελικά, την ύπαρξη πιο «προσωποποιημένων» θεραπευτικών σχημάτων. Ειδικά όσον αφορά ορισμένα είδη, η μείωση χαρακτηρίζεται ως ιστορική – κάτι που ισχύει για το μελάνωμα του δέρματος, όπου ο αριθμός θανάτων στο διάστημα 2013-17 υποχωρούσε ετησίως κατά 7% για τους ενήλικες κάτω των 50 ετών, με αποτέλεσμα να φτάσει τους 6.900 το 2020.
Ενα από τα «κλειδιά» για την υποχώρηση αυτή παραμένει η έγκαιρη διάγνωση. Οπως λέει η Κάρεν Κνούντσεν, διευθύνουσα σύμβουλος της American Cancer Society, αναφερόμενη στον καρκίνο των πνευμόνων – ο οποίος ευθύνεται για το 23% των θανάτων στις ΗΠΑ το 2020 – «η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να κάνει τη διαφορά».
Επίσης, όπως τονίζει ο Μακ Ιβερ, αρκετοί τύποι του συγκεκριμένου καρκίνου εμφανίζουν πολύ καλή ανταπόκριση στις ανοσοθεραπείες που αναπτύσσονται και γίνονται μέσω χαπιών και έχουν στόχο να αξιοποιήσουν και να «διεγείρουν» κατάλληλα το ανοσοποιητικό σύστημα κάθε ανθρώπου ώστε να αντιμετωπίσει το ίδιο τα καρκινικά κύτταρα (οι αποκαλούμενες θεραπείες τύπου CAR-T). Αυτό συμβαίνει ήδη στο μελάνωμα και τους καρκίνους του αίματος, ενώ γίνεται προσπάθεια να προσαρμοστούν και για εκείνους που εμφανίζονται στους πνεύμονες, το στήθος και αλλού.
Η Κνούντσεν αναφέρεται, όμως, και στο εμβόλιο κατά του ιού HIV, του οποίου η αποτελεσματικότητα του έχει προσδώσει το χαρακτηριστικό «εμβόλιο του καρκίνου». «Εάν πετύχουμε τον στόχο για τον εμβολιασμό κατά του HIV, θα καταφέρουμε σχεδόν να εξαλείψουμε τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και να μειώσουμε κατά 50% τους αντίστοιχους στο κεφάλι και τον λαιμό».
Την ίδια στιγμή, η κινητικότητα σε επίπεδο έρευνας και παρασκευής νέων σκευασμάτων εντείνεται. Για του λόγου το αληθές, ο αριθμός όσων αφορούν στον καρκίνο που έλαβαν το πράσινο φως της αμερικανικής Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) αυξήθηκε από 8 το 2009 σε 57 το 2020. Παρ’ όλα αυτά, η δυσκολία αποτυπώνεται στο γεγονός ότι από τις συνολικά 332 εγκρίσεις στο παραπάνω διάστημα, μόλις το 16% αφορούσε πραγματικά νέα φάρμακα.
Ετσι, παρά τα τεράστια ποσά που διατίθενται για την έρευνα και την παραγωγή φαρμάκων για τον καρκίνο, πολλοί διαπιστώνουν ότι τα αποτελέσματα δεν τα δικαιολογούν – ενδεικτικά, τα 92 νέα σκευάσματα που εγκρίθηκαν μεταξύ 2000-16, αύξησαν το μέσο όρο ζωής των καρκινοπαθών κατά μόλις 73 ημέρες. Παράλληλα, ο μεγάλος ανταγωνισμός στην αγορά δεν έχει επιφέρει μείωση στις τιμές – αντιθέτως, το κόστος της θεραπείας έχει εκτιναχθεί.
Οι δύο όψεις της πανδηµίας
Υπάρχουν πολλά που μας κάνουν να είμαστε αισιόδοξοι, όμως υπάρχει πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει ακόμη, επισημαίνει ο Μακ Ιβερ. Εχοντας προφανώς στο μυαλό του, όπως και πολλοί ειδικοί συνάδελφοί του, ότι η πρόοδος ανακόπηκε και η κατάσταση είναι πιθανό να επιδεινώθηκε τη διετία 2020-21.
Οπως σημείωνε τον Φεβρουάριο το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, «τα δύο χρόνια της πανδημίας καθυστέρησαν τις διαγνώσεις και τη θεραπεία του καρκίνου (…) προκαλώντας μια ακόμη ωρολογιακή βόμβα στην υγεία». Σύμφωνα με το μηνιαίο αμερικανικό περιοδικό JAMA Oncology, μόνο το 2020 ακυρώθηκαν στη χώρα 9,4 εκατομμύρια διαγνωστικές εξετάσεις για καρκίνο, καθώς νοσοκομεία και ιατρικά κέντρα είχαν «πλημμυρίσει» με ασθενείς Covid.
Ακόμη κι εδώ, ωστόσο, υπάρχει η θετική πλευρά: Η σημαντική πρόοδος στα εμβόλια τύπου m-RNA και τα αντιγόνα που μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά πολύτιμη και στο μέτωπο του καρκίνου. Και όχι μόνο αυτό. Από τη στιγμή που η FDA χαρακτήρισε την τεχνητή νοημοσύνη και τους αλγορίθμους που χρησιμοποιεί ως «ιατρικά εργαλεία», έχει παρατηρηθεί έκρηξη στην ανάπτυξη αυτών των μεθόδων – έστω κι αν είναι ακόμη νωρίς για να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητά τους.