Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι αντιδράσεις ενάντια στις αποφάσεις του προεδρεύοντος Ντόναλντ Τραμπ είναι έντονες, με πολλές φωνές να χαρακτηρίζουν τις ενέργειές του «παράνομες και επικίνδυνες». Ο Τραμπ διέταξε την παύση όλων των ομοσπονδιακών επιχορηγήσεων και δανείων, μια απόφαση που αναμένεται να έχει σοβαρές συνέπειες σε προγράμματα εκπαίδευσης, υγειονομικής περίθαλψης και κοινωνικών υπηρεσιών.
Ο Μάθιου Βιθ, επικεφαλής του γραφείου Διαχείρισης και Προϋπολογισμού, ανακοίνωσε ότι τα χρήματα «παγώνουν» καθώς η κυβέρνηση θα επανεξετάσει τις δαπάνες για να τις ευθυγραμμίσει με τις προτεραιότητες του προεδρικού γραφείου. Ο Ίλον Μασκ, επικεφαλής στο Υπουργείο Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας, έχει δηλώσει ότι σκοπεύει να περικόψει 2 τρισεκατομμύρια δολάρια από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό.
Η απόφαση Τραμπ περιλαμβάνει και την παύση κεφαλαίων που προορίζονταν για βοήθεια σε χώρες του εξωτερικού και μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η χώρα παρέχει τη μεγαλύτερη βοήθεια παγκοσμίως, με 72 δισεκατομμύρια δολάρια το 2023. Η διακοπή αυτής της βοήθειας θα μπορούσε να αποβεί καταστροφική για πολλές χώρες, με σοβαρές επιπτώσεις σε κρίσιμες ιατρικές προμήθειες.
Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί ριζικές αναμορφώσεις στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, με ήδη παγωμένες κρατικές προσλήψεις και απολύσεις στελεχών. Το πάγωμα των δαπανών τίθεται σε ισχύ άμεσα, με τις υπηρεσίες να έχουν προθεσμία έως τις 10 Φεβρουαρίου να υποβάλουν λεπτομέρειες για τα προγράμματα που θα ανασταλούν.
Οι αντιδράσεις είναι σφοδρές, με τη Ντάιαν Γέντελ να προειδοποιεί ότι το διάταγμα θα έχει καταστροφικές συνέπειες για μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς και τις κοινότητες που εξυπηρετούν. Δημοκρατικοί ηγέτες, όπως οι Πάτι Μάρεϊ και Τσακ Σούμερ, καταγγέλλουν την απόφαση ως τρομακτική και δηλώνουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει την εξουσία να αναστείλει δαπάνες που έχουν εγκριθεί από το Κογκρέσο.
Ο βουλευτής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Τομ Έμερ υπερασπίστηκε τον Τραμπ, λέγοντας ότι προχωρά στην υλοποίηση των προεκλογικών του υποσχέσεων, αναστατώνοντας το status quo.