Ο χορευτής κλασικού μπαλέτου Πατρίκ Ντιπόν, πρώην κορυφαίος χορευτής της Όπερας του Παρισιού, έφυγε από τη ζωή σήμερα, Παρασκευή 5 Μαρτίου, σε ηλικία 61 ετών, έπειτα από «αιφνίδια ασθένεια».

«Ο Πατρίκ Ντιπόν έφυγε σήμερα το πρωί για να χορέψει με τ’ αστέρια» είπε, συγκινημένη, η σύντροφος και συνεργάτιδά του, Λεϊλά Ντα Ροσά. «Πέθανε λόγω μιας ξαφνικής ασθένειας» που τον χτύπησε «πριν από μερικούς μήνες», πρόσθεσε.

Ο Ντιπόν γεννήθηκε στις 14 Μαρτίου 1959 στο Παρίσι. Ο πατέρας του εγκατέλειψε πολύ σύντομα την οικογένεια και η μητέρα του προσπάθησε να διοχετεύσει την ενέργεια του αεικίνητου γιου της γράφοντάς τον στο ποδόσφαιρο και μετά στο τζούντο -ανεπιτυχώς.

Ο Πατρίκ βρήκε τον δρόμο του στο κλασικό μπαλέτο. Ο Μαξ Μποζονί, πρώην χορευτής της Όπερας του Παρισιού και καθηγητής μπαλέτου, τον πήρε υπό την προστασία του και έγινε ο δια βίου δάσκαλός του, μέχρι τον θάνατό του, το 2003.

Το 1970 ο 11χρονος τότε Πατρίκ εισήχθη στη σχολή χορού της Όπερας του Παρισιού και, μολονότι απείθαρχος, με το ταλέντο του ανέβηκε όλα τα σκαλιά του αξιοσέβαστου θεσμού. Στα 16 του μπήκε ως χορευτής στο μπαλέτο της Όπερας και ένα χρόνο αργότερα κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στο διεθνή διαγωνισμό μπαλέτου της Βάρνας, στη Βουλγαρία.

Συνεργάστηκε με όλους τους σύγχρονους, μεγάλους χορογράφους: τον Τζον Νεμάιερ, τον Ρολάν Πετί, τον Άλβιν Άιλι, τον Μορίς Μπεζάρ, ο οποίος του προσέφερε έναν από τους μαγευτικότερους ρόλους του, εκείνον της Σαλώμης, το 1986.

Χάρη στον εκρηκτικό, αυθόρμητο και γενναιόδωρο χαρακτήρα του, ο Ντιπόν έγινε πραγματικός σταρ. Πολύ δημοφιλής, ακόμη και πέρα από τον στενό κύκλο των θαυμαστών του μπαλέτου στη Γαλλία, προσέλκυε τα πλήθη στις περιοδείες του στο εξωτερικό, ιδίως στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.

Στα 31 του διαδέχτηκε τον Ρούντολφ Νουρέγιεφ ως επικεφαλής του μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού. Όμως το 1997, με φόντο τις διαφωνίες του με τη νέα διεύθυνση της Όπερας, απολύθηκε ως «απείθαρχος», όπως έλεγε ο ίδιος. Είχε δεχτεί, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του εργοδότη του, να γίνει μέλος της Επιτροπής του Φεστιβάλ των Καννών.

Προσέφυγε στα δικαστήρια και τελικά αποζημιώθηκε για την απόλυσή του, όμως το τραύμα παράμεινε βαθύ. Το συμβάν αυτό άνοιξε μια σκοτεινή περίοδο για τον Ντιπόν, που αισθανόταν ολοένα και περισσότερη μοναξιά.

Το 2000 έπεσε θύμα ενός πολύ σοβαρού τροχαίου -από το οποίο στην πραγματικότητα δεν ανέκαμψε ποτέ. Οι γιατροί μέτρησαν 134 κατάγματα και του ανακοίνωσαν ότι δεν επρόκειτο να ξαναχορέψει. Επί δύο χρόνια λάμβανε μορφίνη -χρειάστηκε άλλον έναν χρόνο για να αποτοξινωθεί- αλλά τα κατάφερε, χάρη στην καθημερινή εξάσκησή του με τον μέντορά του, Μαξ Μποζονί.

Λίγους μήνες αργότερα επέστρεψε στη σκηνή, με ένα μιούζικαλ (Un air de Paris), αλλά η επιτυχία αυτή δεν είχε συνέχεια.

Τα επόμενα χρόνια στράφηκε στην τηλεόραση και συμμετείχε σε ριάλιτι και διαγωνισμούς ως μέλος κριτικής επιτροπής (Γαλλία, έχεις ταλέντο, Danse avec les stars).

Τα τελευταία χρόνια είχε εγκατασταθεί στο Σουασόν όπου συνεργαζόταν με τη σχολή της χορογράφου Λεϊλά Ντα Ροσά, με την οποία ανέβαζε παραστάσεις που συνδύαζαν το κλασικό μπαλέτο με το οριεντάλ. «Ήταν η αδελφή ψυχή μου», δήλωσε εκείνη στο Γαλλικό Πρακτορείο.