Η επανεκλογή των Βίκτορ Ορμπαν – Αλεξάνταρ Βούτσιτς δείχνει ότι το μέτωπο της Ευρώπης δεν είναι αρραγές. Προς ένα νέο διπολικό σχήμα ΗΠΑ – ΕΕ απέναντι σε Ρωσία – Κίνα. Οι χώρες του πλανήτη στοιχίζονται πίσω από τα δύο στρατόπεδα

Το πρώτο ρήγμα στην εύθραυστη ενότητα της ΕΕ απέναντι στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτέλεσε η νίκη του Βίκτορ Ορμπαν στις ουγγρικές εκλογές, η οποία του έλυσε, όπως φαίνεται, τα χέρια για να διαφοροποιηθεί από την κοινή ευρωπαϊκή γραμμή. Αμέσως μετά την επανεκλογή του, ο ούγγρος πρωθυπουργός αναφέρθηκε απαξιωτικά στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι: δήλωσε ότι θριάμβευσε παρά τις προσπάθειες «των αριστερών στην Ουγγαρία και στον κόσμο, των γραφειοκρατών στις Βρυξέλλες, του Σόρος, των διεθνών ΜΜΕ και του ουκρανού προέδρου». Τρεις ημέρες αργότερα δήλωσε την πρόθεσή του να πληρώνει το ρωσικό αέριο σε ρούβλια.

Από την αρχή του πολέμου ο Ορμπαν, αν και υποστήριξε τις πρώτες κυρώσεις προς τη Ρωσία, αρνήθηκε τη διέλευση όπλων από χώρες του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία μέσω ουγγρικού εδάφους και ξεκαθάρισε ότι θα μπλοκάρει κάθε προσπάθεια της ΕΕ να επεκτείνει τις κυρώσεις στον ενεργειακό τομέα. Ο ούγγρος πρωθυπουργός υποστηρίζει ότι τα συμβόλαια κάθε κράτους-μέλους της ΕΕ για το ρωσικό φυσικό αέριο είναι διμερή – στην περίπτωση της Ουγγαρίας ανάμεσα στην κρατική MVM και στη ρωσική Gazprom -, γι’ αυτό δεν πέφτει κανένας λόγος στις Βρυξέλλες για το αν θα πληρώνονται σε ευρώ ή ρούβλια. Οι Αρχές της ΕΕ, αντίθετα, συστήνουν ότι όποια χώρα έχει συμβόλαιο που προβλέπει πληρωμή σε ευρώ ή δολάρια πρέπει να επιμείνει σε αυτό, διαφορετικά θα ενισχύσει το ρούβλι και θα αποδυναμώσει τις ευρωπαϊκές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας.

Ουγγρικές και σερβικές εκλογές

Στη Σερβία, ο επίσης φιλορώσος Αλεξάνταρ Βούτσιτς επανεξελέγη στην προεδρία πανηγυρικά από τον πρώτο γύρο στις εκλογές της περασμένης Κυριακής, εξασφαλίζοντας τρίτη πενταετή θητεία. Ο ΟΑΣΕ, που έστειλε παρατηρητές τόσο στις ουγγρικές όσο και στις σερβικές εκλογές, δήλωσε ότι και στις δύο χώρες «ο αγωνιστικός χώρος ήταν άνισος» διότι έδινε σοβαρό πλεονέκτημα στο κυβερνών κόμμα. Στην περίπτωση της Ουγγαρίας, όπου ο Ορμπαν επανεξελέγη για τέταρτη φορά, οι αναλυτές πιστεύουν ότι οι ψηφοφόροι επιβράβευσαν εν μέρει τη δέσμευση του ούγγρου πρωθυπουργού να διατηρήσει αμείωτο τον ανεφοδιασμό με αέριο για τον οποίο η χώρα εξαρτάται από τη Ρωσία. Στην περίπτωση της Σερβίας, αποδίδουν την εκλογή του Βούτσιτς όχι τόσο στα φιλορωσικά αισθήματα των ψηφοφόρων όσο στα αντινατοϊκά που παραμένουν αμείωτα από τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς της Σερβίας το 1999 για το Κόσοβο.

Ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν με τον σέρβο πρόεδρο Αλεξάνταρ Βούτσιτς σε συνάντησή τους στο Βελιγράδι τον Ιούλιο του 2021

Το ρήγμα στην Ευρώπη και στον κόσμο

«Ο Ορμπαν συνδυάζει εθνικισμό, οικονομικό λαϊκισμό και διαφθορά. Καλλιεργεί τον φόβο για τους μετανάστες και πιο πρόσφατα για τους ΛΟΑΤΚΙ. Ολα αυτά τον ευθυγραμμίζουν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Τις τελευταίες εβδομάδες προσπάθησε να πλασαριστεί ως ένας ουδέτερος ειρηνοποιός για την Ουκρανία, γνωρίζοντας ότι πολλοί Ούγγροι φοβούνται τη Ρωσία (λόγω των βιωμάτων τους). Αλλά τις περισσότερες φορές παίρνει το μέρος του Πούτιν» έγραψαν οι New York Times. «Ο σέρβος πρόεδρος Βούτσιτς έχει ως πρότυπο τόσο τον Πούτιν όσο και τον Ορμπαν».  

Στην Ευρώπη το ρήγμα έχει αρχίσει να διαφαίνεται, στον υπόλοιπο κόσμο όμως είναι ηλίου φαεινότερον σε βαθμό που πολλοί μιλούν για «έναν κόσμο χωρισμένο στα δύο». Από τη μια πλευρά οι ΗΠΑ και η υπόλοιπη Δύση – όρος που χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για τα «στρατόπεδα» που έχουν διαμορφωθεί γύρω από την Ουκρανία – και από την άλλη η Κίνα και η Ρωσία που αναπτύσσουν όλο και στενότερες σχέσεις τα τελευταία χρόνια και τον Φεβρουάριο ανακοίνωσαν συμμαχία «χωρίς όρια». Στην Ουάσιγκτον, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν παρουσιάζει τον πόλεμο στην Ουκρανία σαν μια μάχη ανάμεσα στη δημοκρατία και στον αυταρχισμό. Το Πεκίνο τον παρουσιάζει σαν αποτέλεσμα της αμερικανικής κυριαρχικής συμπεριφοράς.

Το Πεκίνο έχει διαλέξει στρατόπεδο

Ο δυτικός Τύπος περιέχει παραδείγματα της φιλορωσικής προπαγάνδας που το Κομμουνιστικό Κόμμα προωθεί εντός Κίνας με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία και που παρουσιάζει τη Ρωσία σαν θύμα και όχι εισβολέα. Οι κομματικές εφημερίδες θεωρούν τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ υπεύθυνους για τον πόλεμο και όχι τη Μόσχα. Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δεν έχει μιλήσει με τον Ζελένσκι αφότου άρχισε ο πόλεμος. Σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, όλα αυτά αποτελούν αποδείξεις για το ότι το Πεκίνο έχει διαλέξει για τα καλά το στρατόπεδό του και ότι οι όποιες προσπάθειές του να τηρήσει ουδέτερη στάση γίνονται για τα μάτια του κόσμου. «Επιστροφή σε έναν διπολικό κόσμο;» αναρωτιέται ο Αλέν Φρασόν, αρθρογράφος του Monde». «Ο «δυτικός σύλλογος», όπως τον αποκαλούν στη Μόσχα, αντιτίθεται στο ντουέτο Πούτιν – Σι, επικεφαλής της οικογένειας των απολυταρχικών. Μαζί τους, στη μέση, το κλαμπ των αναδυόμενων δυνάμεων που αρνούνται να επιλέξουν στρατόπεδο, αλλά στην πράξη κλίνουν περισσότερο προς την πλευρά Μόσχας – Πεκίνου». 

 Αποδυνάμωση της παγκόσμιας τάξης

Σε όσους προτάσσουν τις οικονομικές σχέσεις Κίνας – ΕΕ, που είναι πολύ σημαντικότερες από εκείνες της Κίνας με τη Ρωσία, θεωρώντας ότι το οικονομικό συμφέρον θα κρατάει την Κίνα σε μια επίφαση ουδετερότητας, η σινολόγος Αλίς Εκμάν αντιτάσσει ότι στην περίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία η πολιτική μετράει περισσότερο από την οικονομία: «Αυτό που συνδέει το Πεκίνο με τη Μόσχα σήμερα είναι η κοινή στρατηγική τους προτεραιότητα: η αποδυνάμωση της παγκόσμιας τάξης στην οποία θεωρούν ότι κυριαρχεί υπερβολικά η Αμερική».

Η έκβαση του πολέμου και η παγκόσμια τάξη

Στο κινεζορωσικό στρατόπεδο εντάσσονται αναδυόμενες δυνάμεις όπως η Ινδία και η Βραζιλία (αμφότερες αρνήθηκαν να καταδικάσουν τη ρωσική εισβολή και να συμμετάσχουν σε κυρώσεις κατά της Ρωσίας), καθώς και χώρες της Αφρικής (Ν. Αφρική, Ερυθραία) και του αραβικού κόσμου (Συρία) – για παράδειγμα, στην ψηφοφορία των 15 μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την καταδίκη της Ρωσίας η Μόσχα προφανώς έβαλε βέτο, ενώ απείχαν η Κίνα, η Ινδία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (τα ΗΑΕ εκνεύρισαν ιδιαιτέρως την Ουάσιγκτον με τη στάση τους). Σύμφωνα με ανάλυση του Φρεντ Κεμπ, προέδρου του αμερικανικού θινκ τανκ Atlantic Council, «αν η Ουκρανία επιζήσει ως μια ανεξάρτητη, κυρίαρχη και δημοκρατική χώρα, η πλευρά ΗΠΑ – ΕΕ θα ανανεώσει τη δυναμική της απέναντι στις ανερχόμενες ρωσοκινεζικές δυνάμεις του αυταρχισμού». Με άλλα λόγια, η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία θα κρίνει όχι μόνο το μέλλον της χώρας αλλά και της παγκόσμιας τάξης.