Τι θέλει να κερδίσει ο τούρκος πρόεδρος απειλώντας με βέτο;

Όλα έδειχναν ότι η Φινλανδία και η Σουηδία θα ενταχθούν άμεσα στη νατοϊκή συμμαχία. Μέχρι που η Τουρκία έκανε την έκπληξη.

Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε ότι δεν βλέπει θετικά την επιθυμία των βόρειων χωρών να ενταχθούν στη συμμαχία, κατηγορώντας τες ότι λειτουργούν «ως ξενώνες για τρομοκρατικές οργανώσεις». Μιλώντας στους βουλευτές του κόμματός του στην Άγκυρα την Τετάρτη, δήλωσε ότι αναμένει τα μέλη του ΝΑΤΟ να δείξουν «κατανόηση, σεβασμό και υποστήριξη» στα τουρκικά ζητήματα ασφαλείας.

Η Φινλανδία και η Σουηδία υπέβαλαν επίσημα αιτήματα ένταξης στο ΝΑΤΟ την Τετάρτη. Η απόφασή τους, που ήρθε ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, αποτελεί πρόβλημα για τη Μόσχα, καθώς ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα ακριβώς το είδος της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ που επιθυμούσε να αποφύγει δια της εισβολής.

Η ένταξη νέων κρατών, όμως, προϋποθέτει την ομόφωνη συμφωνία των μελών της συμμαχίας – και εδώ είναι που έχει σημασία η θέση της Άγκυρας.

Το βέτο της Τουρκίας

Η Τουρκία, που εντάχθηκε στη συμμαχία τρία χρόνια μετά τη δημιουργία της το 1949, και διαθέτει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ, δήλωσε ότι δεν θα υποστηρίξει τα αιτήματα, αν δεν ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της.

Ο Ερντογάν κατηγορεί τις δυο χώρες για υπόθαλψη μελών του PKK. Το PKK, η κουρδική παραστρατιωτική οργάνωση που διεκδικεί ένα ανεξάρτητο Κουρδιστάν εντός της τουρκικής επικράτειας, βρίσκεται σε ένοπλη σύγκρουση με την Τουρκία εδώ και δεκαετίες και έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική οργάνωση από την Τουρκία, τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Η τρέχουσα κρίση έφερε στην επιφάνεια μακροχρόνια παράπονα της Τουρκίας από τη Δύση και το ΝΑΤΟ, δίνοντας παράλληλα την ευκαιρία στην Άγκυρα να εκμεταλλευτεί τη θέση της στη συμμαχία για να αποσπάσει παραχωρήσεις.

«Τρομοκράτες»

Η Τουρκία έχει διαμαρτυρηθεί για την έλλειψη υποστήριξης της στη μάχη κατά των Κούρδων, τους οποίους η Άγκυρα αντιλαμβάνεται ως τη μεγαλύτερη απειλή για την ασφάλειά της. Έχει κατηγορήσει τη Σουηδία ότι προσφέρει καταφύγιο στους εχθρούς της και παρέχει υποστήριξη σε κούρδους μαχητές στη βόρεια Συρία, τους οποίους η Άγκυρα θεωρεί προέκταση του PKK.

Επιπλέον, η Άγκυρα υποστηρίζει ότι τα δυο κράτη δεν έχουν ανταποκριθεί στα αιτήματά της για έκδοση κατηγορουμένων, σύμφωνα με τα κρατικά τουρκικά ΜΜΕ. Οι καταζητούμενοι κατηγορούνται για συνδέσεις με το PKK, αλλά και το FETO, την οργάνωση υπό την ηγεσία του κληρικού Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος κατά την άποψη της Τουρκίας κρύβεται πίσω από την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 – πράγμα που ο ίδιος αρνείται.

Φινλανδία και Σουηδία εξέφρασαν την αισιοδοξία τους την Τρίτη, λέγοντας ότι μπορεί να βρεθεί κοινό έδαφος με την Τουρκία.

Ο υπουργός οικονομικών της Σουηδίας, Μίκαελ Ντάμπεργκ δήλωσε στο εθνικό δίκτυο SVT τη Δευτέρα ότι η χώρα του δεν είναι «φίλος της τρομοκρατίας» και ότι λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη της «οτιδήποτε σχετίζεται με την τρομοκρατία».

«Φυσικά, θα χρησιμοποιήσουμε τη διπλωματία και θα ξεκαθαρίσουμε κάθε πιθανή αβεβαιότητα», πρόσθεσε.

Η σουηδή υπουργός εξωτερικών, Αν Λίντε, δήλωσε το Σάββατο ότι η χώρα της, ακριβώς όπως και η υπόλοιπη ΕΕ, θεωρεί το PKK τρομοκρατική οργάνωση. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει πρόθυμη να βρει λύσεις στα εμπόδια στις συνομιλίες με την Τουρκία.

Εμπάργκο

Η Άγκυρα έχει απαιτήσει ακόμη οι δύο χώρες να δώσουν τέλος σε εμπάργκο εξοπλισμών που επέβαλαν στην Τουρκία το 2019, μετά την στρατιωτική της επίθεση στη βόρεια Συρία.

Η Τουρκία εξαπέλυσε επίθεση εναντίον των δυνάμεων της YPG που δρούσαν υπό κουρδική ηγεσία και σε συμμαχία με τις ΗΠΑ και άλλα δυτικά κράτη, απέναντι στο ISIS. Η επίθεσή της καταδικάστηκε από τις ΗΠΑ και την ΕΕ και οδήγησε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες στην επιβολή εμπάργκο εξοπλισμών στην Άγκυρα.

«Δεν θα μπορούσαμε να πούμε ναι στην ένταξη στο ΝΑΤΟ εκείνων που επιβάλλουν κυρώσεις στην Τουρκία», δήλωσε ο Ερντογάν σε δημοσιογράφους το βράδυ της Δευτέρας. «Επειδή τότε το ΝΑΤΟ θα έπαυε να είναι οργανισμός ασφαλείας και θα μετατρεπόταν σε ένα μέρος συγκέντρωσης εκπροσώπων τρομοκρατικών οργανώσεων».

Ο τούρκος πρόεδρος αγαπά την εμπρηστική ρητορική, παρατηρεί το CNN, ιδίως σε προεκλογικές περιόδους. Η Τουρκία θα διεξάγει εκλογές σε ένα χρόνο και οι ειδικοί πιστεύουν ότι η κατάσταση της οικονομίας της – με το ρεκόρ πληθωρισμού και την υποτίμηση του νομίσματός της σχεδόν στο 50% της αξίας του μέσα σε ένα χρόνο – θα στοιχίσει στον Ερντογάν στις κάλπες.

Τουρκικές πιέσεις

Αναλυτές υποστηρίζουν ότι το βέτο της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ μπορεί να αποτελέσει μοχλό πίεσης όχι μόνο προς επίδοξα μέλη, αλλά και προς τα ήδη υπάρχοντα.

«Μπορεί να μην αφορά μόνο τη Σουηδία και την Φινλανδία», σημειώνει ο Ασλί Αϊντιντασμπάς, ερευνητής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων σε πρόσφατο άρθρο του. «Ο πρόεδρος είναι σχεδόν βέβαιο ότι αντιμετωπίζει την κατάσταση ως ευκαιρία για να εκφράσει τα παράπονά του στα ήδη υπάρχοντα μέλη του ΝΑΤΟ, και ιδίως στην κυβέρνηση Μπάιντεν που έχει κρατήσει αποστάσεις από τον τούρκο ηγέτη».

Σημείο-κλειδί ενδέχεται να αποδειχθεί η απογοήτευση του τούρκου προέδρου για την αποτυχία του να δημιουργήσει μια σχέση συνεργασίας με τον Τζο Μπάιντεν, όπως αυτή που είχε με τους προκατόχους του, σύμφωνα με τον Αϊντιντασμπάς.

Ο Ερντογάν παραπονέθηκε σε δημοσιογράφους στη διάρκεια του περασμένου μήνα ότι δεν έχει με τον Μπάιντεν τη σχέση που είχε με τον Τραμπ και τον Ομπάμα. «Φυσικά, έχουμε συναντήσεις πότε-πότε, όμως θα έπρεπε να είναι πιο προωθημένες», σημείωσε. «Εύχομαι να τα καταφέρουμε στο μέλλον».
Επιπλέον, ο Αϊντινασμπάς παρατηρεί ότι δεν είναι πρώτη φορά που η Τουρκία φέρνει αντιρρήσεις στην ένταξη νέων μελών.

«Είναι απίθανο ο Ερντογάν να είχε στο μυαλό του έναν συγκεκριμένο στόχο πολιτικής, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι περιμένει να τον κολακεύσουν, να τον πείσουν και τελικά να τον επιβραβεύσουν για τη συνεργασία του όπως και στο παρελθόν», σημειώνει αναφερόμενος σε προηγούμενες απειλές της Τουρκίας ότι θα ασκήσει βέτο στο ΝΑΤΟ.

Αν και η Τουρκία έχει ανησυχίες ασφαλείας που ακόμη και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, αναγνωρίζει ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, καταλήγει το CNN, η στάση της δεν την τιμά, και η επιλογή της να εκφράσει τα παράπονά της σε μια συγκυρία που η ενότητα της συμμαχίας εμφανίζεται πιο σημαντική από ποτέ, την κάνει να μοιάζει διασπαστική.