Σε κατάσταση «περιβαλλοντικού συναγερμού» κηρύχθηκε η Μπογοτά, που απειλείται από τον καπνό δυο δασικών πυρκαγιών που μαίνονται εδώ και μερικές ημέρες στην Αμαζονία της Κολομβίας, 350 χιλιόμετρα βορειοδυτικά, ανακοίνωσαν οι τοπικές αρχές.
Οι άνεμοι ωθούν τον καπνό των πυρκαγιών ως την πρωτεύουσα της Κολομβίας. Τα μέτωπα πλέον΄έχουν μέγεθος ανάλογο αυτού μιας μεγαλούπολης, όπως το Παρίσι.
«Η πόλη τίθεται σε περιβαλλοντικό συναγερμό», ανακοίνωσε μέσω Twitter η δήμαρχος Κλαούντια Λόπες, σύμφωνα με την οποία οι μισοί και πλέον σταθμοί παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα δείχνουν υψηλά επίπεδα μόλυνσης της ατμόσφαιρας για 48 ώρες αδιαλείπτως. Και ζήτησε από τα 8 εκατ. κατοίκους της κολομβιανής πρωτεύουσας να απόσχουν από κάθε σωματική δραστηριότητα σε εξωτερικούς χώρους τις επόμενες ημέρες.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι τις πυρκαγιές προκάλεσαν «χέρια εγκληματιών», ενόπλων που αποφάσισαν να μην τηρήσουν τη συμφωνία ειρήνης ανάμεσα στην τότε κυβέρνηση και την πρώην οργάνωση ανταρτών Επαναστατικές Ένοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC).
Οι αποστάτες, όπως αποκαλούνται, έχουν σκοπό να «θέσουν υπό τον έλεγχό τους εκτάσεις γης (…) για παράνομες δραστηριότητες» όπως «η εκτεταμένη εκτροφή βοοειδών», σύμφωνα με τον υπουργό Άμυνας Διέγο Μολάνο, ο οποίος έδωσε στη δημοσιότητα κατάλογο με 17 φερόμενους ως εμπρηστές.
«Κόκκινος συναγερμός» κηρύχθηκε στον νομό Γουαβιάρε (νοτιοανατολικά), ο κυβερνήτης του οποίου Έιδερ Παλάσιο μίλησε για «100.000 στρέμματα» που καταστράφηκαν από την πυρκαγιά.
Το εθνικό φυσικό πάρκο Σερανία δελ Τσιριμπικέτε, που έχει κηρυχθεί μέρος της παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO, πλήττεται επίσης.
Σύμφωνα με μαρτυρίες που συγκέντρωσε το Γαλλικό Πρακτορείο τον Οκτώβριο στην περιοχή, αγρότες και γαιοκτήμονες εκμεταλλεύονται την ξηρή περίοδο από τον Ιανουάριο ως τον Απρίλιο για να καίνε κομμένα δέντρα, να φυτεύουν στη θέση τους φυτά κόκας, ή να αξιοποιούν τις εκτάσεις ως βοσκοτόπια για τα βοοειδή.
Σύμφωνα με δεδομένα της κολομβιανής κυβέρνησης, η αποψίλωση του δάσους τα τελευταία χρόνια μεγεθύνεται με εκρηκτικό ρυθμό στο τμήμα της χώρας που διαπερνά ο Αμαζόνιος, εν μέρει εξαιτίας του ότι μετά τη συμφωνία ειρήνης μονάδες των FARC εγκατέλειψαν αχανείς εκτάσεις που έλεγχαν. Άλλες ένοπλες οργανώσεις έσπευσαν να καλύψουν το κενό, χάρη στην απουσία και στην αδράνεια του κρατικού μηχανισμού σε αυτές τις απομακρυσμένες περιοχές.
Ο Ιανουάριος του 2022 ήταν ο θερμότερος μήνας της τελευταίας δεκαετίας στην κολομβιανή Αμαζονία, με πάνω από 3.300 «καυτά σημεία» στους έξι νομούς που τη συναποτελούν, σύμφωνα με έκθεση του υπουργείου Περιβάλλοντος.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ