Η λαϊκή δυσαρέσκεια στην Ελλάδα φαίνεται να έχει τις ρίζες της στην ατομική οικονομία των πολιτών. Οι διεκδικήσεις των λαϊκών στρωμάτων δείχνουν να ενισχύουν το προεκλογικό κλίμα, ενώ τα προβλήματα της κυβέρνησης γίνονται ολοένα και πιο εμφανή, ειδικά μετά το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη και την κακή διαχείριση του ζητήματος.

Στο επίκεντρο της δυσαρέσκειας βρίσκονται οι οικονομικές συνθήκες: τα αυξανόμενα ενοίκια, οι υψηλές τιμές ενέργειας και τα πανάκριβα είδη πρώτης ανάγκης. Περίπου οι μισοί εργαζόμενοι στην Ελλάδα λαμβάνουν καθαρά κάτω από 820 ευρώ το μήνα, ενώ 1 στους 2 συνταξιούχους παίρνει λιγότερα από 900 ευρώ καθαρά. Αυτά τα στοιχεία αναδεικνύουν την ανάγκη για μισθολογικές ενισχύσεις, καθώς η κυβέρνηση σχεδιάζει να ανακοινώσει αυξήσεις μόλις 40 ευρώ στο βασικό μισθό.

Η ΑΔΕΔΥ διεκδικεί την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού για τους δημόσιους υπαλλήλους, ενώ και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζουν την σταδιακή απόδοση των Δώρων. Επιπλέον, το ΠΑΣΟΚ ζητά την επαναφορά του ΕΚΑΣ για τους χαμηλοσυνταξιούχους, κάτι που υποστηρίζει και η Συνομοσπονδία τους.

Η κατάσταση αυτή εντείνεται με τις φήμες για πιθανό ανασχηματισμό της κυβέρνησης και μετακίνηση του υπουργού Οικονομικών. Οι πολιτικές πιέσεις από τους βουλευτές της ΝΔ για χαλάρωση της λιτότητας αυξάνονται, καθώς πλησιάζουν εκλογές.

Η λαϊκή δυσαρέσκεια ενισχύθηκε και από την απουσία επιδομάτων στους ανέργους και χαμηλοσυνταξιούχους, γεγονός που αντιστρέφει την προηγούμενη εικόνα της κυβέρνησης. Παρά τις ανησυχίες για τις αντιδράσεις των δανειστών, οι κυβερνήσεις συνήθως βρίσκουν τρόπους να ενισχύσουν τους πολίτες κοντά στις εκλογές.

Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση, με πολιτικές εξελίξεις σε μεγάλες χώρες, και η Ελλάδα φαίνεται να εισέρχεται σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας εξαιτίας των συνεχών αποκαλύψεων για το δυστύχημα στα Τέμπη.