lt;p>
Capital Economics: Στα τέλη του 2020 η ΕΚΤ θα έχει αγοράσει πάνω από το 50% των ελληνικών ομολόγων

Της Ελευθερίας Κούρταλη

H ΕΚΤ θα μπορούσε να τελειώσει το έτος, κατέχοντας τουλάχιστον το 40% ή και περισσότερο των κρατικών ομολόγων σε κυκλοφορία σε Ιταλία, Ισπανία και Ελλάδα, όπως σημειώνει η Capital Economics σε νέα έκθεσή της. Αυτό θα βοηθούσε στην ισχυρή στήριξη των αποδόσεων των ομολόγων των τριών χωρών φέτος, αλλά σε ένα ακραίο (και απίθανο ωστόσο) σενάριο θα μπορούσε και να δημιουργήσει σοβαρές νομικές και πολιτικές προκλήσεις για την κεντρική τράπεζα.

Τις τελευταίες επτά εβδομάδες, η ΕΚΤ έχει αυξήσει μαζικά τις αγορές κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος PSPP (το “κλασσικό”” δηλαδή QE) και του έκτακτου QE πανδημίας (PEPP). Σε μέσο όρο, σημειώνει η Capital Economics, οι αγορές της έχουν κινηθεί στα 5,5 δισ. ευρώ την εβδομάδα στο PSPP και στα 26 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του PEPP. Εάν οι αγορές στο πλαίσιο του PEPP συνεχιστούν με αυτόν τον ρυθμό, η ΕΚΤ θα εξαντλήσει τα 750 δισ. ευρώ των αγορών που προβλέπονται επί του παρόντος από το πρόγραμμα, έως τα μέσα Οκτωβρίου, ενώ μέχρι το τέλος του έτους θα έχει αγοράσει πάνω από 1 τρισ. ευρώ κρατικά ομόλογα με τα προγράμματα αγορών assets.

Το PSPP επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία. Η ΕΚΤ δεν έχει δημοσιεύσει ακόμη ανάλυση για το PEPP, αλλά εκτιμάται πως έχει επικεντρωθεί στις αγορές κρατικών ομολόγων της περιφέρειας όπου υπήρξε μεγαλύτερη ανοδική πίεση στις αποδόσεις. Η Ιταλία σίγουρα έχει επωφεληθεί τo περισσότερο, όπως τονίζει.

Τα δύο σενάρια

Η Capital Economics “τρέχει” δύο σενάρια για το πώς θα κινηθούν οι αγορές ομολόγων της ΕΚΤ φέτος, Και στις δύο περιπτώσεις υποθέτει ότι το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί σε μέσο όρο, κατά 15% του ΑΕΠ φέτος, ότι το 90% των ομολόγων που αγοράστηκαν βάσει του PSPP είναι εθνικό (σε αντίθεση με το υπερεθνικό) χρέος (που είναι σύμφωνο με τον ιστορικό μέσο όρο) και ότι όλα τα ομόλογα που αγοράστηκαν στο πλαίσιο του PEPP είναι χρέος εθνικών κυβερνήσεων.

gh

Άλλες υποθέσεις είναι διαφορετικές στα δύο σενάρια. Το σενάριο Α δείχνει τις ελάχιστες αγορές περιουσιακών στοιχείων που πιστεύει η Capital Economics ότι μπορεί να πραγματοποιήσει η ΕΚΤ και υποθέτει ότι: α) δεν υπάρχει αύξηση στο ύψος του PEPP, β) ότι αγορές υπό το PSPP χωρίζονται μεταξύ των χωρών με βάση την κλείδα κατανομής κεφαλαίου (capital key) εκτός της Ελλάδας, και γ) ότι οι αγορές υπό το PEPP κατανέμονται χρησιμοποιώντας το capital key συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Με βάση αυτές τις παραδοχές, οι θέσεις της ΕΚΤ στο τέλος του 2020 θα ήταν υψηλότερες ως μερίδιο της αγοράς ομολόγων στην Ισπανία, την Πορτογαλία και τη Γερμανία. 

Το σενάριο Β δείχνει τι θα μπορούσε να συμβεί εάν, όπως εκτιμά η Capital Economics ότι είναι και το πιο πιθανό, η ΕΚΤ αυξήσει το μέγεθος του PEPP και στρέψει τις αγορές της προς την περιφέρεια.

Σε αυτό το σενάριο υποθέτει ότι: α) η ΕΚΤ αυξάνει το PEPP κατά 500 δισεκατομμύρια ευρώ, στα 1,25 δισεκατομμύρια ευρώ, και το ποσό αυτό θα χρησιμοποιηθεί πλήρως μέχρι το τέλος του έτους, β) οι αγορές υπό το PSPP κατανέμονται μεταξύ χωρών στις ίδιες αναλογίες όπως κατά τον Μάρτιο και γ) οι αγορές υπό το PEPP κατανέμονται με βάση την ανάλυση του PSPP του Μαρτίου, αλλά με την Ελλάδα να λαμβάνει επίσης το διπλάσιο μερίδιο των αγορών που υπονοείται το capital key (παρόμοιο με την Ιταλία και την Ισπανία). Με βάση αυτές τις παραδοχές, έως το τέλος του έτους η ΕΚΤ θα κατέχει περίπου το 40% της αγοράς ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας και πάνω από το 50% της αγοράς της Ελλάδας.

Όπως τονίζει η Capital Economics, αυτή η κλίμακα αγορών θα μπορούσε να βοηθήσει στο να σταματήσει η αύξηση των spreads καθώς η κρίση συνεχίζεται, αλλά θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάσισαν και ότι οι αγορές περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ είναι νόμιμες μόνο με αυστηρά κριτήρια, πολλά από τα οποία δεν πληρούνται από το PEPP. Εάν το PEPP δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με άλλους νομικούς λόγους, είναι πιθανό η ΕΚΤ να αναγκαστεί να ξεφορτωθεί τα ομόλογα της. Αυτό πάντως φαίνεται απίθανο, τονίζει η Capital Economics, αλλά θα μπορούσε να είναι καταστροφικό εάν συμβεί.

Πηγή: