
Κίνηση που εκλαμβάνεται είτε ως συνέχεια της ολοένα αυξανόμενης εμπορικής κυριαρχίας της Ασίας, είτε ως προσπάθεια της Κίνας να αναλάβει θεμελιώδη ρόλο στην ενδυνάμωση των σχέσεων των ασιατικών κρατών, μια πρωτοφανή συνθήκη ελεύθερου εμπορίου που βρισκόταν στα προσχέδια για σχεδόν μια δεκαετία συνυπογράφεται από 14 κράτη της ανατολής.
Με το συνολικό ΑΕΠ να αγγίζει τα 26 τρισεκατομμύρια δολάρια – ή αλλιώς το 28% της παγκόσμιας εμπορικής δραστηριότητας – , η συμφωνία αυτή μέλλει να ενώσει τους μεγαλύτερους οικονομικούς παίχτες της Ασίας και του Ειρηνικού, εκ των οποίων η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Νέα Ζηλανδία, η Αυστραλία και η Ταϊλάνδη.
Μελανό σημείο αποτελεί η περσινή αποχώρηση της Ινδίας από τη συνθήκη, κάτι που μειώνει ως έναν βαθμό την οικονομική αξία και επιρροή της τελευταίας.
Έχοντας προταθεί ήδη από το 2012 ως μέσον για να δημιουργηθεί η μεγαλύτερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο, η συμφωνία έρχεται την κατάλληλη στιγμή για να κλείσει το οικονομικό κενό που άφησε πίσω της η πανδημία, καθώς μέλλει να δημιουργήσει ένα ασφαλές και συμπεριληπτικό περιβάλλον για τις χώρες που θα συμμετάσχουν.
Αυτό που δεν έχει ακόμα γίνει ξεκάθαρο, αλλά χρήζει απάντησης για πολλούς, είναι ο βαθμός επιρροής που δύναται να ασκήσει η παρούσα συμφωνία στις οικονομικές σχέσεις μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών.
Η εκλογή του Joe Biden δε θα μπορούσε παρά να είναι ένα βήμα προς την αποκατάσταση των σχέσεων των δύο χωρών, αν και σε περίπτωση που τα πράγματα δε πάρουν την επιθυμητή τροπή, είναι πλέον βέβαιο πως η Κίνα διαθέτει ένα πολύ δυνατό χαρτί που θα αυξήσει την εμπορική αξιοπιστία της σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ντορίνα Παπαγεωργίου