Προειδοποίηση για την λήψη πρόσθετων μέτρων, προκειμένου να ξεπεραστεί η οικονομική κρίση που προκαλεί η πανδημία, και η οποία “κάθε άλλο παρά έχει περάσει”, απήυθηνε σήμερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Foreign Policy, η διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα και η επικεφαλής οικονομολόγος Γκίτα Γκόπινάτ, ανέφεραν ότι η συνεχιζόμενη οικονομική ανάκαμψη από την κρίση, ήταν το αποτέλεσμα της ταχείας εφαρμογής και της άνευ προηγουμένου κλίμακας μέτρων στήριξης απο κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες. Ωστοσο, όπως επισημαίνουν, θα απαιτηθούν περισσότερες προσπάθειες.

«Η ανάκαμψη παραμένει πολύ εύθραυστη και άνιση μεταξύ των περιφερειών και των τομέων. Για να διασφαλιστεί ότι η ανάκαμψη συνεχίζεται, είναι απαραίτητο να μην αποσυρθεί πρόωρα η υποστήριξη», ανέφεραν στο άρθρο τους.

Από την άλλη πλευρά, οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την πορεία της οικονομίας της ευρωζώνης, οι οποίες θα ανακοινωθούν αύριο, αποπνέουν μία ελαφρά αισιοδοξία. Σύμφωνα με πληροφορίες, η ΕΚΤ φέρεται να εκτιμά πλέον ότι η ύφεση δεν θα είναι τόσο βαθειά όσο προέβλεπε τον Ιούνιο. Κατά συνέπεια, αναμένεται ότι η ΕΚΤ δεν θα υιοθετήσει μία πιο επιθετική ρητορική στο σκέλος των παρεμβάσεων που πραγματοποιεί στην δευτερογενή αγορά ομολογων. Οι εκτιμήσεις αυτές άσκησαν σήμερα πιέσεις στις τιμές των ευρωπαικών ομολόγων και άνοδο των αποδόσεων τους. Αντίθετα, επέφεραν κέρδη στις χρηματιστηριακές αγορές.

Στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος (ΗΔΑΤ) παρατηρήθηκε και σήμερα έντονη συναλλακτική δραστηριότητα, καθώς καταγράφηκαν συναλλαγές 223 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 127 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές αγοράς. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς υποχώρησε στο 1,14% από 1,16% έναντι 0,46% του αντίστοιχου γερμανικού, με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,60%, από 1,65% χθες.

Στην αγορά συναλλάγματος ανακάμπτει σήμερα το ευρωπαϊκό νόμισμα, με αποτέλεσμα η ισοτιμία ευρώ/δολαρίου να κυμαίνεται νωρίς το απόγευμα στα 1,1817 δολ. από το επίπεδο των 1,1787 δολ. όπου βρισκόταν όταν άνοιξε η αγορά.