Το φαγητό είναι μια βασική ανθρώπινη ανάγκη, αλλά έχουμε επιλογές όπως τι είδους τρόφιμα θα αγοράσουμε, από πού θα τα πάρουμε και σε τι τιμή. Κάποιες από αυτές τις επιλογές γίνονται από τον ίδιο τον καταναλωτή, ωστόσο πολλές φορές γίνονται από τους παραγωγούς και τα καταστήματα.
Οι επιλογές αυτές και η ποικιλία των προϊόντων έχει αλλάξει δραματικά τα τελευταία τρία χρόνια. Τι συμβαίνει, λοιπόν, όταν η σοκολάτα με αλατισμένη καραμέλα που απολαμβάνετε μια φορά την εβδομάδα εξαφανιστεί από όλα τα ράφια;
Στην αρχή της πανδημίας, παρατηρήθηκαν ελλείψεις σε στοκ προϊόντων (ειδικά στο χαρτί τουαλέτας, το αλεύρι και τα αντισηπτικά) λόγω του κύματος αγορών πανικού. Το κύμα αυτό μπορεί να μην είχε μεγάλη διάρκεια ζωής, αλλά οι ελλείψεις σε στοκ φαίνεται πως ήρθαν για να μείνουν. Δύο χρόνια μετά την αρχής της πανδημία, είναι πιο κοινές από ποτέ.
Πλέον, παρατηρείται περισσότερο ένα άλλο φαινόμενο. Δεν υπάρχουν τόσο πολύ ελλείψεις σε προϊόντα, αλλά υπάρχουν λιγότερες ποικιλίες. Για παράδειγμα, μπορεί να βρείτε πολλές διαφορετικές μάρκες σοκολάτας γάλακτος, αλλά μόνο μία ή και καμία σοκολάτα με γέμιση μπανάνα.
Πρόκειται για αυτό που στα αγγλικά αποκαλείται SKU (stock-keeping unit) rationalization. Πρόκειται για τη χρυσή τομή ανάμεσα στα προϊόντα που θα ευχαριστήσουν τους καταναλωτές και θα αυξήσουν τις πωλήσεις, ενώ ταυτόχρονα θα περιορίζουν τα λειτουργικά έξοδα και τα προβλήματα με την εφοδιαστική αλυσίδα.
Είναι η πολύπλοκη απόφαση που πρέπει να πάρουν οι πωλητές λιανικού εμπορίου για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, ενώ οι παραγωγοί προσπαθούν να βρουν τρόπο να μειώσουν τις ελλείψεις λόγω της πανδημίας ή του πολέμου.
Ένα πράγμα είναι σίγουρο: οι επιλογές προϊόντων σε ένα κατάστημα δεν είναι πλέον απεριόριστες και ο αριθμός των μοναδικών προϊόντων μειώνεται.